Εδώ και μήνες ακούμε από τους 14 υποψηφίους για την Προεδρία της Δημοκρατίας ευφάνταστες προτάσεις για την οικονομία, κάποιες από τις οποίες ομολογουμένως κερδίζουν τις εντυπώσεις, καθώς έχουν να κάνουν με τις τσέπες και την επιβίωση των πολιτών και των επιχειρήσεων.  Όπως φαίνεται, πολλοί ψηφοφόροι θα μεταβούν στην κάλπη και θα επιλέξουν τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας όχι τόσο βασιζόμενοι σε θέματα ιδεολογίας και πολιτικής-κοινωνικής φιλοσοφίας, αλλά βάσει των υποσχέσεων των υποψηφίων ότι θα τους κάνουν τη ζωή καλύτερη και ευκολότερη.

Ας μην κοροϊδεύομαστε, δεν υπάρχει νοικοκυριό και επιχείρηση που δεν επηρεάστηκε από την ακρίβεια, από τις αυξήσεις στα καύσιμα, στον ηλεκτρισμό και στα βασικά προϊόντα. Μάλιστα, φέτος η κατάσταση, σύμφωνα με οικονομολόγους, εκτιμάται πως θα  είναι πολύ δυσκολότερη για όλους, καθώς ο βραχνάς της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης θα μας γονατίσει.

Λόγω της κρίσης, οι υποψήφιοι, λαμβάνοντας την καθοδήγηση των επικοινωνιολόγων τους, βρήκαν πρόσφορο έδαφος για να αναπτύξουν την επιχειρηματολογία τους. Κατά τη μακρά προεκλογική περίοδο ακούμε προτάσεις για μειώσεις φόρων, για στήριξη των κουρεμένων καταθετών, μετόχων και κατόχων αξιογράφων, για ενίσχυση των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, καθώς και για μέτρα τα οποία θα αναχαιτίσουν τις έντονες πληθωριστικές τάσεις, όπως είναι κατάργηση φόρου κατανάλωσης των καυσίμων και μείωση του ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό.

Ακούμε τη φόρμουλα που θα εφαρμόσουν για τις αυξήσεις των επιτοκίων, την αποτροπή δημιουργίας νέου κύματος κόκκινων δανείων, καθώς και για τις εκποιήσεις. Ακούμε εισηγήσεις για την στεγαστική πολιτική, για το ΓεΣΥ και για το κράτος κοινωνικής πρόνοιας. Προτάσεις, τις οποίες εάν καταφέρουν να υλοποιήσουν οι υποψήφιοι είναι δεδομένο πως θα έρθουν «τούμπα» οι δημοσιονομικοί σχεδιασμοί και ίσως το κράτος να χρειαστεί ακόμη ένα προϋπολογισμό.

Κάποιες προτάσεις είναι ολοκληρωμένες κάποιες άλλες όμως μπορούν να χαρακτηριστούν ξεκάθαρα ως προεκλογικά πυροτεχνήματα, καθώς είναι δύσκολο να υλοποιηθούν. Δεν θα επικεντρωθούμε σε συγκεκριμένες προτάσεις υποψηφίων, καθώς δεν έχουμε ούτε την απαιτούμενη τεχνογνωσία, ούτε είμαστε ειδικοί για να τοποθετηθούμε. Ωστόσο, όπως μας έχει διδάξει το οικονομικό ρεπορτάζ, προτάσεις που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και ανατρέπουν τους δημοσιονομικούς σχεδιασμούς είναι δύσκολο να εφαρμοστούν. Και αυτό, γιατί δεν μπορείς να μειώνεις τα κρατικά έσοδα και παράλληλα να προσφέρεις κονδύλια εκατομμύριων σε διάφορες ομάδες του πληθυσμού, χωρίς να παραθέτεις από πού θα αντλήσεις χρήματα για να καλύψεις αυτά που θα χάσεις. Δηλαδή, δεν μπορείς να δίνεις συνεχώς, χωρίς να αντικαταστήσεις τους πόρους που θα χάσεις.

Βάσει της κοινής λογικής, για να εφαρμοστούν οι συγκεκριμένες προτάσεις θα πρέπει να εξευρεθούν άλλοι τρόποι χρηματοδότησης τους. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της επιβολής κάποιων επιπρόσθετων φορολογιών και τελών σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού με υψηλά εισοδήματα. Φυσικά, κανένας δεν βγήκε και να πει ξεκάθαρα πως θα φορολογήσει το μεγάλο κεφάλαιο και τον πλούτο, καθώς και από τη συγκεκριμένη δεξαμενή αντλούν μεγάλο αριθμό ψήφων.

Πέραν της επιπρόσθετης φορολόγησης, το κράτος θα πρέπει να βρει άλλους τρόπους για να ενισχύσει τα εισοδήματα του. Μεταξύ άλλων, θα πρέπει να δώσει κίνητρα για να προσελκύσει επιπλέον επιχειρήσεις από το εξωτερικό, για να δραστηριοποιηθούν στο νησί, θα πρέπει να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας και ουσιαστικά να αλλάξει το οικονομικό μοντέλο. Θα πρέπει να εφαρμόσει πιο διαφανείς διαδικασίες και να αφαιρέσει τις σκιές που υπάρχουν και παραπέμπουν σε φορολογικούς παραδείσους.

Όπως φαίνεται, η πλειοψηφία θα μείνει στο «θα». Όταν σταματήσει η περίοδος των μεγάλων υποσχέσεων και όταν αναλάβει η νέα Κυβέρνηση, θα πρέπει να γυρίσει σελίδα και να διαμορφώσει πολιτικές οι οποίες από τη μια θα διασφαλίζουν τα δημόσια οικονομικά και παράλληλα θα βελτιώνουν τη διαβίωση των πολιτών και των επιχειρήσεων.