Ο ένας καλούσε την Αστυνομία να δώσει ένα «καλό ττοππούζι» στους «βολεμένους, πλεονέκτες, αδίστακτους και αλαζόνες» εκπαιδευτικούς, επειδή τόλμησαν να κατεβούν σε πορεία διαμαρτυρίας, με την οποία ο ίδιος διαφωνούσε. Μάλιστα, ζητούσε και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να δείξει την «άρχουσα και αυστηρή πυγμή» του, απολύοντας μερικές χιλιάδες εκπαιδευτικών αν διανοηθούν να μη βρίσκονται στην εργασία τους. Ο άλλος ήθελε να τους ρίξει σε έναν ποταμό με κροκόδειλους, επειδή τους θεωρεί «καρκίνο στους φορολογούμενους πολίτες και στο Δημόσιο» και τους αποκαλούσε «σιχαμένους».
«Εσύ, μεγαλώνοντας και μπαίνοντας στην ηλικία, λιγοστεύουν οι ώρες σου και οι ευθύνες σου στη δουλειά; Δεν πιστεύω! Μάλλον το αντίθετο! Τότε, τι είναι αυτό που σε κάνει να υποστηρίζεις τα δύο μέτρα και δύο σταθμά;» με ρωτούσε χθες μέσω Facebook συγγενικό πρόσωπο που αντιτίθεται στα εργασιακά ζητήματα των εκπαιδευτικών. Δηλαδή, αν εγώ δεν κατάφερα να διεκδικήσω και να κερδίσω για τον εαυτό μου καλύτερες συνθήκες εργασίας και ψηλότερες απολαβές, πρέπει να έχω την απαίτηση να πράττουν το ίδιο και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι αυτού του τόπου; «Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό που σε συνθλίβει» είχε πει κάποτε ο Γάλλος συγγραφέας Albert Camus. Και δυστυχώς αυτό είναι που μας χαρακτηρίζει και ταυτόχρονα μας εξοντώνει. Η ζήλια για όσα εμείς δεν μπορούμε να έχουμε ή για όσα εμείς δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε και να πετύχουμε.
Ζηλεύουμε τους εκπαιδευτικούς, για το ωράριο εργασίας, τις απολαβές, τις διακοπές τους… Τους κατατάσσουμε στην κατηγορία των προνομιούχων εργαζομένων, ασχέτως αν οι πλείστοι από αυτούς ανήκουν στη μεσαία εισοδηματική τάξη. Τους ζηλεύουμε, επίσης, γιατί εύκολα θα μπορούσαμε να είμαστε στη θέση τους, αλλά είτε δεν το επιδιώξαμε ποτέ είτε το προσπαθήσαμε και δεν μας βγήκε. Την ίδια ώρα όμως που χύνουμε χολή και μένος εναντίον των εκπαιδευτικών, επειδή τολμούν να έχουν απαιτήσεις εις βάρος του φορολογούμενου πολίτη, δεν βγάζουμε τσιμουδιά για τους βουλευτές μας που παίρνουν πολύ ψηλότερους μισθούς (πάλι απ’ την τσέπη μας), κλείνουν τη Βουλή για δυο μήνες και πάνε διακοπές το καλοκαίρι (με τη δική μας ευγενική χορηγία), ενώ κάθονται επίσης Πάσχα, Χριστούγεννα, εθνικές αργίες και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Αυτοί δεν είναι προνομιούχοι; Γιατί δεν τους ζηλεύουμε; Γιατί δεν διαμαρτυρόμαστε και για τα δικά τους ωράρια εργασίας ή τις ψηλές απολαβές τους; Αλλά, ξέχασα… Αυτοί δεν περιμένουν στη σειρά να διοριστούν μέσα από καταλόγους. Δεν βαθμολογούν, άρα ούτε αδικούν τα παιδιά μας. Αυτούς εμείς τους επιλέγουμε και σ’ αυτούς θα αποταθούμε, άμα θέλουμε να ζητήσουμε καμιά χάρη για τους κανακάρηδές μας. Μια μετάθεση σε καλύτερο σχολείο, μια αλλαγή στρατιωτικής μονάδας ή μια επαγγελματική αποκατάσταση.
Αυτή, ναι, είναι συμπεριφορά δύο μέτρων και δύο σταθμών. Μας φταίνε οι μεν, αλλά όχι οι δε. Θεωρούμε «καρκίνωμα» για το Δημόσιο τον εκπαιδευτικό κόσμο, αλλά πάμε και ξαναψηφίσουμε πολιτικούς που πλούτισαν πάνω στις πλάτες μας και είναι βουτηγμένοι στα σκάνδαλα. Όμορφος –κυπριακός– κόσμος, αγγελικά πλασμένος!