Το 2013, όταν κατέρρευσε η οικονομία, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης έγραψε ένα κείμενο μιλώντας για τη μέρα που η μάσκα τραβιέται βίαια και το αληθινό μας πρόσωπο φανερώνεται αφτιασίδωτο. Νόμιζε τότε, κάτω από τη συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε η έκρηξη στην οικονομία, πως θα κοιτάξουμε το αληθινό μας πρόσωπο, το χωρίς φτιασίδια που φανερώθηκε για λίγο (αν φανερώθηκε) και θα σωθούμε αλλάζοντας πορεία. Περιέγραφε τον αρχοντοχωριατισμό που επικράτησε την εποχή προ του 2013, μιλούσε για τους γάμους σε γκαζόν ξενοδοχείων με τους καλεσμένους να στέκουν στην ουρά με φακελάκια στα χέρια χωρίς αληθινή, από καρδιάς, ευχή. Μιλούσε για το κορίτσι από τις Φιλιππίνες που τα βράδια έκλαιγε κρυφά για το παιδί και τη μάνα που άφησε για να σερβίρει καφέ τον κύριο Πάμπο, που έγινε σερ και για να σιδερώνει τα ακριβά βρακιά της κυρίας Αντρούλλας, που έγινε μάνταμ. Πίστευε ο καλλιτέχνης πως η κοπέλα θα γυρίσει φτωχή στην πατρίδα της, θα αγκαλιάσει τη μάνα της και θα φιλήσει το παιδί της. «Εμείς, πού επιστρέφουμε;», ρωτούσε. 

Λοιπόν αγαπητέ Αλκίνοε… Επιστρέψαμε εκεί που είχαμε μείνει. Οι γάμοι μας έχουν γίνει ακόμα πιο εντυπωσιακοί. Παραμυθένιοι, μαγικοί, ακόμα μεγαλύτερες υπερπαραγωγές. Κρατάνε τρεις μέρες και επαναφέρουν έθιμα από τις εποχές των γιαγιάδων μας. Με αλλάγματα, στολίσματα, καπνίσματα, λαούτα και βιολιά, με γαϊδουράκια να μεταφέρουν τη νύφη… Δεν έλεγες πως «το αληθινό μας πρόσωπο το ξεχάσαμε σε μικρά, ταπεινά, εγκαταλελειμμένα σπίτια, στη σκόνη χαμηλών, πλίνθινων ερειπίων, στους τάφους αγράμματων, ακατέργαστα σοφών παππούδων»; Δεν έλεγες πως «εκεί αφήσαμε θαμμένες τις αληθινές καλημέρες, τη συγκίνηση των στίχων, την αλληλεγγύη των ανθρώπων κι ό,τι πολύτιμο δεν μετριέται σε χρήμα»; Επιστρέψαμε λοιπόν στα χωριά μας. Με μπόλικο όμως χρήμα. Δεν το έχουν όλοι φυσικά. Οι υπόλοιποι παρακολουθούν το παραμύθι, τις ζωές των άλλων, μέσα από τα Facebook, τα Instagram και τα περιοδικά. Παντρεύτηκε ο Ρέμος, βάφτισε ο Ρουβάς, παντρεύτηκε η κόρη του τάδε κι η κόρη του δείνα… Ο γάμος του πρίγκηπα Χάρι ωχριά μπρος στους δικούς μας. 

Την ίδια ώρα, επαύλεις, διαμερίσματα, εξοχικά, γραφεία, καταστήματα, βγαίνουν στο σφυρί. Κανείς δεν κλαίει όμως. Αυτό το είχες προβλέψει: Το ‘74 κλάψαμε για τα σπίτια μας, σήμερα δεν θα κλάψουμε για τις επαύλεις μας. «Θα τα καταφέρουμε», έλεγες. «Γιατί, δεν φοβόμαστε τίποτε. Το μόνο που φοβόμαστε, είναι το υποχρεωτικό κοίταγμα στον καθρέφτη. Το μόνο που μας φοβίζει, είναι το μόνο που πραγματικά έχουμε: το αληθινό μας πρόσωπο». Τελικά, το αληθινό μας πρόσωπο ίσως αυτό να είναι.

chrystalla@phileleftheros.com