Αυτά συνέβαιναν τη δεκαετία του ’70, τότε που ο υπαρκτός σοσιαλισμός ήταν ακόμη υπαρκτός και δεν είχαν κατακλείσει το νησί ξανθοί άγγελοι, απελευθερωμένοι από οποιαδήποτε ταμπού. Στο ανατολικό μπλοκ, όπου το καθεστώς στερούσε από τους ανθρώπους τη μέγιστη ελευθερία, αυτήν του λόγου, με λογοκρισία στον τύπο, στις τέχνες, στη λογοτεχνία, ακόμη και στο δικαίωμα της θρησκείας, η K.G.B. (Κα-Γκε-Μπε) με τους αμέτρητους πράκτορές της επαγρυπνούσε, διάβαζε ακόμη και τις σκέψεις των ανθρώπων. Μια μόνο λέξη ή καταγγελία αρκούσε για να στείλει παππούδες, πατεράδες και συζύγους στο απέραντο «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», για «εθελοντική εργασία» και σωφρονισμό. Στις διαλυμένες οικογένειες, όπου οι γυναίκες δούλευαν στην φάμπρικα για ένα κομμάτι ψωμί, το οποίο εξασφάλιζαν στις ουρές, με το δελτίο, ανακάλυψαν πως η μόνη ελευθερία που είχαν, ήταν ίσως αυτή του ελεύθερου έρωτα που δεν ήταν ένα προνόμιο μόνο ανδρικό.
Στο νησί, στην προ τουρκικής εισβολής εποχή, τα κουτσομπολιά έδιναν κι έπαιρναν μεταξύ γυναικών. Για παράδειγμα πως ο τάδε θείος ή γείτονας είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, η σύζυγος μάλιστα το γνώριζε αλλά «έκρυφκε», σιωπούσε, για το καλό των παιδιών. Άλλωστε ήταν πλήρως εξαρτημένη οικονομικά και αν ακόμη χώριζε, θα της έβγαινε ταυτόχρονα και το μμάτι και το όνομα. Η ανδρική μοιχεία δεν ετιμωρείτο, αλλοίμονο όμως αν την διέπραττε η γυναίκα…
Αν πάλι ένας άντρας είχε προτίμηση σε άλλον άντρα, τότε κινδύνευε να χάσει και τα δυό του μάτια. Θα έπρεπε να καταπιέσει τη φύση του και να παντρευτεί «διαιωνίζοντας το είδος», κάνοντας στην ουσία ένα νεκρό γάμο για τα μάτια της κοινωνίας, ή κάνοντας διπλή ζωή, είτε εν γνώσει, της συζύγου, είτε στα κρυφά. Όσον αφορά ομοφυλόφιλα ζευγάρια γυναικών, ακόμη και σήμερα στη συντηρητική μας κοινωνία, θεωρείται αδιανόητα σκανδαλώδες. Κλείνουμε τα μάτια ή πετάμε αφορισμούς όπως και ο κλήρος, του οποίου στο κάτω-κάτω της γραφής, είναι η δουλειά του, να δρα κατά τας Γραφάς.
Δεν ερευνούμε, δεν αμφισβητούμε και ζούμε κάτω από το αμείλικτο βλέμμα ενός θεού άντρα, που είναι πανταχού παρών, μας βλέπει και παρατηρεί ανά πάσα στιγμή και που μπορεί να μας στείλει στα καζάνια της αιώνιας κόλασης. Οι εξομολογήσεις των Καθολικών γίνονται πίσω από ένα παραπέτασμα χωρίς οπτική επαφή, ενώ οι δικές μας κάτω από το αυστηρό βλέμμα του πνευματικού μας που έχει τη δικαιοδοσία να μας απαλλάξει από το βάρος των αμαρτιών ή να μας κρίνει.
Έτσι έγινε κάποτε και με τον Ανδρέα, ένα αθώο αμούστακο αγόρι δώδεκα χρόνων που εξομολογήθηκε στον ιερέα-πνευματικό του χωριού του, την αναστάτωση που ένιωθε στα μάτια άλλων αγοριών, χωρίς να πολυκαταλαβαίνει τι σήμαινε αυτό. Αστροπελέκια τον πλάκωσαν στη συνέχεια, αφού ο ιερέας δεν σεβάστηκε το ιερό μυστήριο της εξομολόγησης, τον διέσυρε και ξυλοκοπήθηκε δημόσια στην πλατεία του χωριού. Όταν ξαναστάθηκε στα πόδια του μπάρκαρε σ’ ένα καράβι, για τη Μεγάλη τότε Βρετανία.
Στο σπίτι του στο βόρειο Λονδίνο, έχει ακόμη τη μοναδική οικογενειακή φωτογραφία που ένας πλανόδιος φωτογράφος τράβηξε στη γιορτή του προφήτη Ηλία. Δίπλα η φωτογραφία του συντρόφου του, με τον όποιον έζησαν αγαπημένοι για σαράντα χρόνια, μέχρι που έφυγε από τη ζωή. Δεν επέστρεψε ποτέ στο νησί αλλά ούτε σταμάτησε να στέλνει χρήματα στη μητέρα, για να προικίσει τις αδελφές του. Το χωριό παραμένει τουρκοκρατούμενο και στο σπίτι του κατοικούν Τούρκοι έποικοι από τα βουνά της Ανατολίας.
dena.toumazi@gmail.com