Β΄ ΜΕΡΟΣ

«Η σωφροσύνη και η ακολασία σχετίζονται με αυτές ακριβώς τις ηδονές που είναι κοινές στον άνθρωπο και στα υπόλοιπα ζώα, και γι’ αυτό φαίνονται δουλοπρεπείς και κτηνώδεις· αυτές είναι η αφή και η γεύση. Ακόμα, φαίνεται η γεύση σχετίζεται λίγο ή και καθόλου με τη σωφροσύνη και την ακολασία· διότι έργο της γεύσης είναι η κρίση των χυμών, όπως κάνουν αυτοί που δοκιμάζουν τα κρασιά και αυτοί που μαγειρεύουν τα φαγητά […] Η πιο κοινή αίσθηση σε όλα τα ζώα είναι αυτή που σχετίζεται με την ακολασία· και φαίνεται ότι δικαίως είναι επονείδιστη, αφού υπάρχει σ’ εμάς όχι επειδή είμαστε άνθρωποι, αλλά επειδή είμαστε ζώα. Το να χαίρεται κάποιος μ’ αυτά και πολύ περισσότερο να τα αγαπάει είναι κτηνώδες». Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1118a23-1118b4

Το φαγητό ανήκει στις φυσικές επιθυμίες που είναι κοινές και εκεί είναι που συναντάμε την υπερβολή. Όσοι λοιπόν ενδίδουν στη φυσική επιθυμία του φαγητού και ρέπουν προς την υπερβολή (σε αντίθεση με τους σώφρονες ανθρώπους) περνούν από την ηδονή στη λύπη, λόγω του ότι αποτυγχάνουν να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους. «Είναι παράλογο να λυπάται κανείς εξαιτίας της ηδονής», απορεί ο Αριστοτέλης. 

Σε αντίθεση με τον ακόλαστο, ο σώφρων γνωρίζει. Οι πράξεις του καθοδηγούνται από την ορθή μεσότητα, που υπαγορεύει ο ορθός λόγος. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγει τη λύπη: «Ο δε σώφρων βρίσκεται στο μέσο αυτών των πραγμάτων· γιατί από τη μια δεν ευχαριστιέται μ’ αυτά όπως ο ακόλαστος, (αλλά μάλλον δυσανασχετεί) ούτε γενικά ευχαριστιέται με όσα δεν πρέπει, ούτε υπερβολικά με κανένα από αυτά, ούτε όταν του λείπουν λυπάται, ούτε τα επιθυμεί παρά μόνο με μέτρο και όχι περισσότερο από όσο πρέπει, ούτε όταν δεν πρέπει, ούτε κανένα από αυτά· όσα όμως είναι ευχάριστα και βοηθούν στην υγεία ή την ευεξία, θα τα επιθυμήσει με μέτρο και όπως πρέπει, καθώς και τα άλλα ευχάριστα πράγματα που δεν στέκονται εμπόδιο σ’ αυτά ούτε είναι αντίθετα στο καλό και δεν υπερβαίνουν την κατάστασή του, επειδή όποιος συμπεριφέρεται έτσι αγαπάει περισσότερο τις ηδονές από όσο αξίζουν· ο σώφρων όμως δεν είναι τέτοιος άνθρωπος, αλλά συμπεριφέρεται σύμφωνα με τον ορθό λόγο». Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1119a11-21

Η ευδαιμονία διδάσκεται. Η «αρετή της ηδονής», που ανήκει στις ηθικές αρετές, πρέπει να καλλιεργείται εξ απαλών ονύχων, καθώς ο εθισμός σε τέτοιου είδους ηδονές ξεκινά από μικρή ηλικία. Τα παιδιά ζουν με τις επιθυμίες τους, χωρίς να καθοδηγούνται από τον ορθό λόγο.

«Επειδή τα παιδιά ζουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και σ’ αυτά υπάρχει περισσότερο η επιθυμία της ηδονής. Αν λοιπόν το παιδί δεν μάθει να υπακούει πρόθυμα και υπό καθοδήγηση, θα ξεστρατίσει· διότι η επιθυμία για την ηδονή είναι άπληστη, και στον ανόητο άνθρωπο έρχεται από παντού και η δράση της επιθυμίας αυξάνει την έμφυτη τάση με αποτέλεσμα οι επιθυμίες να γίνονται μεγάλες και έντονες, και να πλήττουν τη λογική». Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1119b5-10

Ο Αριστοτέλης διαχωρίζει την εγκράτεια από τη σωφροσύνη (1152a1-7): Ο εγκρατής έχει φαύλες επιθυμίες αλλά δεν ενδίδει, ο σώφρων επιθυμεί ορθά και χαίρεται με τις αποφάσεις και τις επιλογές του. Ναι, αν θέλουμε ευτυχισμένα παιδιά πρέπει να τα συνηθίσουμε σε λογικές επιθυμίες, ώστε να τις αποζητούν και στο μέλλον.

«Όπως ακριβώς πρέπει το παιδί να ζει σύμφωνα με τις επιταγές του παιδαγωγού, έτσι και οι επιθυμίες πρέπει να υπακούν στη λογική· διότι στον σώφρονα άνθρωπο οι επιθυμίες είναι σύμφωνες με τη λογική· επειδή σκοπός και των δύο είναι το καλό. Και ο σώφρων άνθρωπος επιθυμεί αυτά που πρέπει, όπως πρέπει και όταν πρέπει· το ίδιο ορίζει και η λογική». Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1119b13-18

*Η Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους: Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους φιλοσόφους, Μεταίχμιο, 2022 

nicolaidou.e@medhigh.com