Στις αρχές του ΄70 η δραματική ιταλική ταινία «Η εργατική τάξη πάει στον Παράδεισο» (La classe operaia va in paradiso, 1971) προκάλεσε αμηχανία, ικανοποίηση ή θυμό, κατά περίπτωση κι όχι μόνο γιατί το δίωρο περιεχόμενό της δεν ήταν τόσο αισιόδοξο όσο ο τίτλος της. Μάλλον έφταιγαν άλλα στοιχεία όπως παρουσιάζονταν στην πορεία των διεκδικήσεων που δεν είναι για να χωρέσουν σ΄αυτό το κείμενο. Δεν είναι δύσκολο να εντοπίσετε την ταινία στο διαδίκτυο… Μπορεί οι συνθήκες να μην είναι πια οι ίδιες ενώ κάποιες ιδιατερότητες έχουν και σήμερα διεθνώς καθοριστικό ρόλο. Μπορεί το ωράριο εργασίας να είναι νομοθετικά καθορισμένο αλλά ποιος θα εμποδίσει ένα εργοδότη να αξιοποιήσει τους εξ ανάγκης πρόθυμους να εργαστούν περισσότερο και με λιγότερες απολαβές; Kαι τι να το κάνεις το καθορισμένο ωράριο αν δεν έχεις εργασία; Αν έχεις εργασία αγωνίζεσαι και για την ασφάλεια και την υγεία στο εργασιακό περιβάλλον… Κι αν δεν έχεις, αυτά μπορεί να θεωρούνται πολυτέλεια..
Εκείνο που δεν έχει αλλάξει είναι να τιμούμε με κάποιο τρόπο την Εργατική Πρωτομαγιά κι ας μάς στενοχωρεί πως, φέτος, «χάσαμε μια αργία». Όμως, να το θυμόμαστε πως «δεν είν’ αργία, είν’ απεργία!» που λέει και το τραγούδι («Οι προστάτες», Θ. Μπακαλάκου). Η Μέρα είναι φορτωμένη με ιστορικές αναφορές, κείμενα και μνήμες κι αφηγήσεις των παλαιότερων για τους αγώνες των εργαζομένων. Είναι και οι εικόνες που όλοι θυμόμαστε, μέσα από τις ειδήσεις, με τις δυνάμεις καταστολής απολυταρχικών καθεστώτων να επιτίθενται ενάντια σε όσους με ειρηνικό (κι όπου χρειαστεί δυναμικό) τρόπο προβάλλουν τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, σκυταλοδρόμοι του διαχρονικού μηνύματος της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Σήμερα ανακοινώσεις κομμάτων, συνδικάτων, οργανώσεων εργοδοτών θα φορτώσουν με λόγια πολλά, όχι πάντα ειλικρινή και ξεκάθαρα, τη Μέρα και θα εμπλουτίσουν τα δελτία ειδήσεων.
Πέρα από τους εργατικούς και τους κοινωνικούς αγώνες, έτσι το ΄φεραν τα γεγονότα και δέσανε τη Μέρα και με αγώνες για Ελευθερία και Δημοκρατία… Η ματωμένη πρωτομαγιάτικη απεργία του 1936 στη Θεσσαλονίκη – «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω» («Επιτάφιος» Γ.Ρίτσου-Μ.Θεοδωράκη). Η Πρωτομαγιά του 1944 με την εκτέλεση 200 αγωνιστών από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Δείτε το συγκλονιστικό «Τελευταίο Σημείωμα» του Π. Βούλγαρη (2017). Κι ύστερα, μια άλλη Πρωτομαγιά, του 1976, ένα «παράξενο» ατύχημα με θύμα τον αγωνιστή της Δημοκρατίας Αλέξανδρο Παναγούλη (αναζητείστε «Μορφές Τέχνης – Το άσμα του Αλέξανδρου», της ΝΕΤ).
Είναι γιαυτό που δεν μπορούμε να θεωρούμε τους αγώνες για τα εργατικά δικαιώματα και τις διεκδικήσεις χωριστούς από εκείνους για ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα και αξιοπρέπεια! Ατυχώς αφήσαμε να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να διαπιστώσουμε πόσο λάθος ήταν η επιμονή στο …ηρεμιστικό για «ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο» και στο απειλητικό «Θέλετε να χάσουμε αυτά που έχουμε;». Tελικά χάσαμε και το βιοτικό επίπεδο και πάμε να χάσουμε μόνιμα όσα για το χατήρι του δεν διεκδικήσαμε!
Όταν ρωτάνε τα παιδιά που μόλις έχουν παρελάσει σε μια εθνική επέτειο για ποια τέτοια επέτειο πορεύτηκαν εκείνα τα δυο χιλιόμετρα, ένα μεγάλο ποσοστό δείχνει άγνοια ή σύγχυση. Την ημερομηνία, δεν μπορεί, την γνωρίζουν εκεί, όμως, που σκοντάφτουν είναι το τιμώμενο γεγονός – παράπλευρη απώλεια ενός, εκ του αποτελέσματος, αμφισβητούμενης επάρκειας εκπαιδευτικού συστήματος. Αν ρωτούσαμε σήμερα για την Πρωτομαγιά είκοσι παιδιά σε μικρές ομάδες που θα συναντούσαμε στον δρόμο; Ουδεμία έκπληξη δικαιολογείται… Στο μεταξύ, μην το ξεχνάμε πως είναι και η Μέρα των Λουλουδιών.
Ο ερχομός της Άνοιξης ήταν για αυτή τη μέρα συμβολικά προγραμματισμένος. Όμως η κλιματική αλλαγή έχει μπερδέψει και την Άνοιξη που έρχεται και φεύγει κι όποτε είναι να μείνει, είναι πάντα βιαστική! Ήταν τέτοιες μέρες που γίνονταν και τα Ανθεστήρια. Για τη Λευκωσία ήταν συνδυασμένα (κι αυτά) με το (παλιό) ΓΣΠ. Δεν είναι η μετακόμιση του σταδίου στις παρυφές της πόλης που έθεσε τέρμα στον θεσμό, ήταν γιατί λιγόστεψαν οι κήποι, λιγόστεψαν κι οι εθελοντές για τέτοιες συλλογικές δράσεις που είχαν όμως και το στοιχείο μιας ανταγωνιστικής (ανάμεσα στα σχολεία) βιαιοπραγίας ενάντια στους αφύλακτους τις βραδινές ώρες κήπους των σπιτιών στις πάλαι ποτέ γειτονιές-κηπουπόλεις. Να κρεμάσεις, όμως, ένα μαγιάτικο στεφάνι ήταν το εύκολο και λογικό κατάλοιπο μιας συνήθειας. Τις ίδιες, όμως, μέρες ήταν που οργανωνόταν και η Έκθεση Ανθέων Κερύνειας. Οι ενδιαφερόμενοι έπαιρναν σε μια πρώτη διαδρομή στην Κερύνεια την Παρασκευή «τα μωρά τους», τριαντάφυλλα, γαρύφαλλα, γεράνια και άλλα είδη τοπικής καλλιεργούμενης χλωρίδας (δεν είχαν φτάσει ακόμα τα εισαγόμενα) για συμμετοχή στη διήμερη έκθεση που ακολουθούσε το Σαββατοκυρίακο. Η βράβευση των καλύτερων συμμετοχών σε ποικίλες κατηγορίες συνόδευε στην επιστροφή της δεύτερης διαδρομής τους νικητές. Κάποια τέτοια βραβεία μάς άφησαν κι οι δικοί μου γονιοί, μυρωμένη ανάμνηση της κατεχόμενης πόλης που κρύφτηκε πίσω από τον Πενταδάκτυλο…
Και φέτος, λοιπόν, «Παράξενη Πρωτομαγιά, μ΄αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνια…» (Ν.Γκάτσος-Μ.Χατζιδάκις).
ktsimillis@cytanet.com.cy