Η σχέση μεταξύ τράπεζας και πελάτη από τη φύση της είναι τέτοια που δημιουργεί στην τράπεζα το δικαίωμα να συμψηφίζει χρεωστικά με πιστωτικά υπόλοιπα του ίδιου πελάτη, ανεξάρτητα αν οι λογαριασμοί του είναι διαφορετικοί. Η τράπεζα μπορεί με μια λογιστική πράξη να διαπιστώνει πώς έχει η κατάσταση λογαριασμού του πελάτη και με τον τρόπο αυτό να καλύπτει χρεωστικά υπόλοιπα του, όταν άλλος ή άλλοι λογαριασμοί του είναι πιστωτικοί. Το δικαίωμα αυτό καλείται τραπεζικό δικαίωμα επίσχεσης ή συμψηφισμού και ισχύει στην Κύπρο. Αναγνωρίζεται σε τραπεζικό ίδρυμα το δικαίωμα να συμψηφίζει διάφορους λογαριασμούς ενός πελάτη και όταν ακόμη ελλείπει συμφωνία.
Ενόσω ο πελάτης ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του προς ικανοποίηση της τράπεζας, η σχέση μεταξύ τους λειτουργεί ομαλά και δεν δημιουργείται θέμα, ο πελάτης έχει άμεση πρόσβαση στις καταθέσεις του και μπορεί να τις λογαριάζει. Όταν όμως ο πελάτης αδυνατεί να πληρώσει το δάνειο ή δεν λειτουργεί ικανοποιητικά τον τρεχούμενο λογαριασμό του, εφόσον δεν υπάρχει συμφωνία για το εναντίον, η τράπεζα έχει δικαίωμα επίσχεσης ή συμψηφισμού των καταθέσεων του, χωρίς να υποχρεούται να τον ενημερώσει από πριν ή να λάβει την έγκριση του. Η τακτοποίηση των λογαριασμών του πελάτη λαμβάνει τη μορφή λογιστικής πράξης με την οποία η τράπεζα καλύπτει χρεωστικό με πιστωτικό υπόλοιπο και ο πελάτης δεν έχει δικαίωμα αγωγής ή ανταξίωσης. Προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη λογαριασμών ώστε οι υποχρεώσεις μεταξύ τράπεζας και πελάτη να είναι αμοιβαίες αλλά όχι ανεξάρτητες, οπότε αναγνωρίζεται στην τράπεζα το δικαίωμα επίσχεσης ή συμψηφισμού. Το δικαίωμα αυτό συνήθως απορρέει από εξασφαλίσεις που η τράπεζα λαμβάνει από κάποιο πελάτη, όμως επεκτείνεται και σε εκείνες που τρίτο πρόσωπο όπως ένας εγγυητής παραχώρησε προς αυτήν.
Καταδεικνύεται ότι όταν ένας πελάτης τράπεζας που ενεργεί παράλληλα ως καταθέτης, χρεώστης ή εγγυητής και επιθυμεί όπως συγκεκριμένες καταθέσεις του παραμείνουν ανεξάρτητες και ξεχωριστές από υφιστάμενες αναληφθείσες υποχρεώσεις του προς την τράπεζα, οφείλει να προβεί σε σχετική συμφωνία με την τράπεζα, ώστε η τελευταία να μην έχει δικαίωμα επίσχεσης επί των καταθέσεων του και να μπορεί όποτε επιθυμεί να αποσύρει χρήματα από αυτές.
Το δικαίωμα επίσχεσης ή συμψηφισμού τράπεζας αναφορικά με επίσχεση χρημάτων από λογαριασμό εγγυητή για κάλυψη υποχρεώσεων πρωτοφειλέτη εξετάστηκε στα πλαίσια της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Π.Ε.13/2021 ημερ.7.12.2021. Συγκεκριμένα, τράπεζα παραχώρησε σε πρωτοφειλέτη πελάτη της πιστωτικές διευκολύνσεις σε συμφωνία τρεχούμενου λογαριασμού με όριο παρατραβήγματος. Ο παραπονούμενος ήταν ο εγγυητής, ο οποίος εγγυήθηκε γραπτώς όλες τις υποχρεώσεις του πρωτοφειλέτη προς την τράπεζα που απορρέουν από τη συμφωνία τρεχούμενου λογαριασμού με όριο παρατραβήγματος. Σύμφωνα με όρο της εγγύησης, ο παραπονούμενος συμφώνησε ότι η τράπεζα θα έχει προς εξασφάλιση ή εγγύηση της σε σχέση με οποιαδήποτε χρήματα και υποχρεώσεις που οφείλονται από τον πρωτοφειλέτη προς την τράπεζα γενικό δικαίωμα επίσχεσης πάνω σε ολόκληρο και οποιοδήποτε ποσό χρημάτων του. Επίσης συμφώνησε ότι η τράπεζα έχει το δικαίωμα, χωρίς οποιαδήποτε προειδοποίηση προς αυτόν, να μεταφέρει οποιοδήποτε πιστωτικό υπόλοιπο ή υπόλοιπα οποιουδήποτε λογαριασμού ή λογαριασμών του με την τράπεζα για πλήρη ή μερική εξόφληση οποιασδήποτε ή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων για τις οποίες δόθηκε η εν λόγω εγγύηση.
Η τράπεζα στη βάση της συμφωνίας εγγύησης προχώρησε, χωρίς ο παραπονούμενος να της δώσει σχετικές οδηγίες, στο κλείσιμο λογαριασμού του, καταθέτοντας το ποσό στους λογαριασμούς του πρωτοφειλέτη που ο παραπονούμενος εγγυήθηκε. Ο παραπονούμενος καταχώρησε ιδιωτική ποινική εναντίον της τράπεζας ισχυριζόμενος κλοπή και κλοπή υπό αντιπροσώπου, αλλά το πρωτόδικο δικαστήριο αθώωσε την τράπεζα. Κατ’ έφεση ο παραπονούμενος διατεινόταν ότι το δικαστήριο παρερμήνευσε το γενικό δικαίωμα επίσχεσης, το οποίο κατ’ αυτόν δεν νομιμοποιούσε την τράπεζα να λάβει τα χρήματα του.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν συμφώνησε με τον παραπονούμενο, τονίζοντας ότι δεν προκύπτει από τα γεγονότα ότι υπήρξε οποιαδήποτε δόλια ενέργεια εκ μέρους της τράπεζας και επιδοκίμασε την πρωτόδικη απόφαση. Αυτό που η τράπεζα έπραξε ήταν να εφαρμόσει το δικαίωμα επίσχεσης που της παραχωρήθηκε από τον εφεσείοντα με τις εγγυήσεις που υπέγραψε. Το γεγονός ότι ο ίδιος δεν έδωσε τη συγκατάθεση του για το κλείσιμο του λογαριασμού και την επίσχεση του ποσού δεν αλλοιώνει την κατάσταση, εφόσον δεν απαιτείτο τέτοια συγκατάθεση με βάση την επίδικη συμφωνία. Υπέδειξε δε ότι οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να οριοθετήσουν τα πλαίσια μιας εύλογης άσκησης του δικαιώματος για ιδιωτική ποινική δίωξη καθόσον παρατηρείται κατάχρηση.
* Δικηγόρος στη Λάρνακα