Κατόπιν εορτής έχουμε έρθει και υστερούμεν (Πλάτωνος Γοργίας) του χρόνου παρελθόντος. Η δημογραφική αλλαγή, νόθευση, διέρχεται ανελέητος την κερκόπορτα της αλωμένης πατρίδας.  Προβάλλει, και πάλιν, η ανοικτίρμων τραγικότητα γεγονότων προσωπικής απρονοησίας, πολιτικής αλαζονείας, οικείων αμαρτημάτων, σταθέντων μοιραίων στην πατρίδα μας.

Το κοινοβούλιο, οι δημοτικοί σύμβουλοι, οι άρχοντες σε κάθε θεσμό, οι τα πάντα «ειδότες», γνωρίζοντες, περισπούδαστοι, προβάλλουν δικαιολογίες συνήθεις, τρωτές, ασύγγνωστες, ασυγχώρητες, υποδεικνύοντας το άλλοθι: «Έστω και αν καθυστερήσαμε» στη διάγνωση του καρκινώματος, της πολυειδούς, της πολύμορφης, της νοσούσης δημογραφικής αλλαγής, «τουλάχιστον είμεθα παρόντες»!

Η δημογραφική νόθευση, αμφιβόλου ανατροπής, ο εμπαιγμός, η αριστοφάνειος διακωμώδηση, κατασταλάζουν στην άμουσο αιτιολογία: οι καίσαρες παρόντες σε κάθε εκτροπή, σε κάθε κοινωνική και πολιτική διαφθορά, απλώς καθυστερούμε!

Κι όμως! Καίσαρες εις ποία έκνομα εκτρώματα δεν καθυστερήσατε; Οι θεσμοί καθημερινά μιαίνονται, μολύνονται.  Δύσμοιροι πολίτες! Το δίκαιο πολλάκις διατρηθέν, γνώριμο προσφάτως το σκηνικό «επιστεφανώθηκε» από τους κραταιούς της εξουσίας και από τους προβαλλόμενους επίζηλους,  «ομοαίματους» διαδόχους.

Ένας απεδήμησε, άλλος δαφνηφόρος βοηθός εισαγγελέας, άλλος προϊστάμενος της Βουλής, άλλος ενεργός αξιωματούχος σε υπουργείο.  Άμοιροι πολίτες μην επιτρέχετε… Μην επισπεύδετε… Η ελπίδα της πανάγνου, της μουσοπνεύστου εθνικής παράδοσης, η φωτογενής αγγελική μουσική, αποσβήνει στο φθοροποιό χρόνο, στην ασύδοτο δημογραφική αλλαγή.

Ο ρήτορας Ισοκράτης διαγράφοντας τας «ευπραγίας», την ευμάρεια, την καλοπέραση, τον ευδαίμονα βίο του άρχοντος, του τα πάντα «ειδότος», και του άβουλου, του άκριτου πλήθους, απογυμνώνει τη σάπια κοινωνία μιας διεφθαρμένης πολιτείας, διάτρητης από την οικονομική διαφθορά.

Είναι ψυχή της κοινωνίας η πολιτεία, το πολιτικό σύστημα διοικήσεως, «έστι γαρ ψυχή πόλεως ουδέν έτερον ή (παρά) πολιτεία» (Ισοκράτους Αρεοπαγιτικός,κεφ.13-16). Ενώ η πολιτεία είναι διεφθαρμένη, ούτε φροντίζουμε ούτε εξετάζουμε πώς θα την επανορθώσουμε στο παλιό της γόητρο, αναβιώνοντας ένα όνειρο, ένα όραμα, την προγονική μας εθνική ταυτότητα, χωρίς εθνικιστικές ή άλλες νοσηρές ιδεοληψίες (βλέπε Νικόλαου Τζουγανάτου «Εστία», εν Αθήναις 1956). 

Οι καιροί διαβαίνουν και η δημογραφική αλλαγή εδραιώνεται σταδιακά. Ανερμήνευτος η στιγμή της διαίσθησης του διαχρονικού κινδύνου, της μοιραίας, της επερχόμενης αλλοίωσης.  Η πολιτεία, το σύνολο των πολιτών, η βουλή, οι δημοτικοί σύμβουλοι, η εξουσία, ουδέν «εωράκασιν», ουδέν αντελήφθησαν.

Το άλλοθι προκλητικό, ευτράπελο: πάντοτε είμαστε εδώ, σε κάθε στίγμα, σε κάθε κηλίδα της διαφθοράς, απλώς καθυστερούμε!  Και πότε δεν καθυστερήσατε; Ακριβέστερα, και πότε, και πού, δεν υστερήσατε;

Μετά την κατάρρευση του Δημοτικού Θεάτρου, διελθόντος του χρόνου, γυναίκα βουλευτής, ηκούσθη λέγουσα από τηλεοράσεως «καθυστερήσαμε», με ύφος θεατρικό, απολογητικό!

Πώς μπορείς να δύνασαι να εμπιστεύεσαι την εξουσία σε διακυβέρνηση χαρακτηριζόμενη, σπιλωμένη από ασυνέπεια, από επικάλυψη οικονομικών σκανδάλων, από διακωμώδηση αρχών και αξιών, από εμπαιγμό της δικαιοσύνης; Η απογύμνωση προτύπων είναι δεδομένη, ο πολιτικός σκοταδισμός ανάφεγγος, εκπέμπων αμυδρό φως.

Ο δάσκαλος Σωκράτης διαλεγόμενος με το σοφιστή Γοργία μάς δίνει τη διάσταση της αρετής, της επιβράβευσης του δικαίου, μέσα από έναν επιγραμματικό στοχασμό: «Η αλαζονεία, οι τιμές και η εφήμερος δύναμη και δόξα δεν επαρκούν, για να αποφύγουμε, να απομακρύνουμε τη θεϊκή τιμωρία».

Τα γενόμενα εκνόμως τούτη τη δεκαετία, και σε χρόνια παρελθόντα, επιβεβαιώνουν δραματικά την έκταση της ευτέλειας του κοινωνικού και του πολιτικού ήθους.  Οι υστερόβουλες, οι ιδιοτελείς πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες απογυμνώθηκαν.  Τις βιώνουμε.

Σωκράτης: «Δεύτερο συνεπώς στο μέγεθος ανάμεσα στα κακά έρχεται το ν’ αδικεί κάποιος.  Μεγαλύτερο όλων και πρώτο ανάμεσα στα κακά είναι το ν’ αδικεί κάποιος και να μην τιμωρείται, «μη διδόναι δίκην» (Πλάτωνος Γοργίας, εκδόσεις Κάκτος σελ. 53, 164, 165).

Ανατρέχοντας στα πολιτικά δρώμενα, η ιστορική μνήμη καθηλώνεται άφωνος έξω από την αίθουσα του συνεδριάζοντος κόμματος. Το δίλημμα επλανάτο ανάμεσα σε ένα ναι και σε ένα όχι, ανάμεσα στην κατευθυνόμενη, τη συρόμενη, την έρπουσα ψήφο, ως είθισται, και την ελεύθερη κριτική σκέψη.  Κριτής στο μέλλον, το εδώλιο της επιστήμης της Ιστορίας.

Και ιδού, λοιπόν, η θρασύτητα στην κορύφωσή της.  Ο «πατριώτης» πολιτικός βουλευτής, αργότερα ως σκώληκας ανελιχθείς στην προεδρία της Βουλής, εξήλθε της αιθούσης λέγων στους αναμένοντας δημοσιογράφους: «Ήρτε τούτος ο γέρος να μας συμβουλεύσει», ρίχνοντας στο χαώδες βάραθρο το πολιτικό ήθος.  Οποία η ευτελής αλαζονεία, η σαρκαστική ειρωνεία, η ποταπότης!

Άκουσον… «ήρτεν τούτος ο γέρος».  Ο λαλήσας πολιτικάντης, ανδράριο της πολιτικής.  Ηθικά συνυπεύθυνοι, οι αναδείξαντες το ανδράριο. Οποίος ο σεβασμός στον προσελθόντα Γέροντα πολιτικό, ευγενή ενσάρκωση του πολιτικού ήθους.  Αργότερα οι ευτελείς θεατρίνοι του κοινοβουλίου, εξοστράκισαν τον μικροπολιτικό από το υπέρτατο αξίωμα της Βουλής.

Νέοι μην ενδίδετε, κι ας είναι τα πρότυπα φαύλα.  Με αναίδεια τα πρότυπα προσβλέπουν στα μέλλοντα, με εχέγγυο τον μειοψηφούντα κεφαλαιοκρατικό νεοκαπιταλισμό, «νεκρώσαντα» την αστική και την πελατειακή κοινωνία.  Ανθρωπιστική παιδεία μη μεμψιμοιρείς!  Θα σε αναστηλώσουν τα τεχνοκρατικά εκπαιδευτικά συστήματα.  Προσπέρασαν την πρωτοσέλιδο κυριακάτικη είδηση στον Τύπο: Η νέα γενιά σε απελπισία λόγω της ανεργίας.  Η απαξίωση της είδησης τους βολεύει. Λεπτομέρειες…

Νέοι θαρσείτε: νέος θα πει να μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο.  Αξιοποιείστε τη φιλοσοφημένη, ηθική κληρονομιά, κληροδότημα διαιώνιο από το Νίκο Καζαντζάκη («Αναφορά στον Γκρέκο»).

Σύμφωνα με τη νεοελληνική δοκιμιογραφία, η δημοκρατία είναι το ιδανικότερο αλλά και το ευπαθέστερο πολίτευμα.  Το ιδανικότερο, όταν ο πολίτης διακρίνεται για την πολιτική του παιδεία, και το ευπαθέστερο, όταν οι ιδιώτες μεταμορφώνονται σε μια άβουλη μάζα, και οι άρχοντες, ως Ρωμαίοι Καίσαρες, χαρακτηρίζονται από εγωπάθεια, απρονοησία, οικονομική αυθαιρεσία. 

Η δημοκρατία είναι το ιδανικότερο πολίτευμα, κατά τον ιστορικό φιλόσοφο Θουκυδίδη, «όταν την αρετή δεν την καθορίζει η καταγωγή ή ο πλούτος… Όταν ο πολίτης βρίσκει την απόδειξη πως είναι ελεύθερος υπακούοντας αυτόβουλα στο νόμο, προπαντός στον άγραφο, στον ηθικό» (βιβλίο Β’, κεφ. 34-36, σχόλια Ιωάννη Κακριδή).

Άραγε σε ποιο έρεβος, πολιτικό σκότος μπορεί να εκπέσει το ήθος; Ας μη μεμφόμαστε τη μοίρα μας… Κι άλλοι καταχράστηκαν… Κι άλλοι στο παρελθόν καθυστέρησαν… Ακριβέστερα υστέρησαν.  Κι άλλοι έπασχαν ανιάτως από μυώψωπο αβλεψία, ανίκανοι να εννοήσουν τα αίτια και τα αποτελέσματα της πολιτικής εθελοτυφλίας, κοντόφθαλμοι, αντίθετα ικανοί να επιβραβεύουν σε δημόσια αξιώματα τους αδιόρατους θηρευτές, τους οικονομικούς αφαιμάκτες.

Και ιδού, και πάλιν, ο ξεπεσμός του ήθους, καθιστώντας τη δημοκρατία το ευπαθέστερο πολίτευμα.  Ο αυτομολήσας άρχοντας της κρατικής οικονομίας δεν επέτρεπε, στην Ελεγκτική Υπηρεσία, τον έλεγχο των πεπραγμένων του υπουργείου του!  Τι απεκρύβετο; Σε κάποιο στάδιο, ο αλαζόνας υπουργός «ώχετο απιών», έσπευσε να φύγει, να αυτοκαθαιρεθεί.  Και προσφάτως, άκουσον δημοκρατία, επανήλθε στην πολιτική, θεατρική σκηνή, περιλάλητος!

Βέβαια κατόπιν εορτής, η «καθυστερημένη» διάγνωση αποτελεί το επίχρισμα των πάσης φύσεως καρκινωμάτων, της νοσούσης υγείας, της φθειρούσης ανεργίας, της οικονομικής διαφθοράς, της επικίνδυνης αλλοίωσης θεμελιακών θεσμών, όπως της οικογενειακής παράδοσης, και των συναφών αξιών και αρχών, ηθών και εθίμων.

Τα «λιμνάζοντα» διαβατήρια «φώτισε» κι επέλαβε, κατέλαβε αιφνιδίως ο Έλεγχος, το οχυρό της δημοκρατίας, ενώ η πολιτεία του άρχοντος «παραινούσε»!  «Ο έλεγχος να μην υπερβαίνει το μέτρον»! Η σχετικότητα του δικαίου και γενικότερα της αρετής θριαμβεύει προς τέρψη των σοφιστών, των πολιτικών αντιπάλων του Σωκράτη: η αντικειμενική δικαιοσύνη, μέρος της Πλατωνικής-Σωκρατικής αρετής, μπορεί, κατά τους σοφιστές, να ‘ναι υποκειμενική!

Η δημογραφική αλλαγή αθόρυβα και σταδιακά αλλοιώνει κι απονεκρώνει τη διαλεκτική σχέση της παιδευτικής αγωγής με το παραδοσιακό, εθνικό ήθος.  Κι όμως!  «Κάθε στιγμή είναι μοναδική κι ανεπανάληπτη» νουθετεί και οριοθετεί ο Γιάννης Ρίτσος.  Μας δίνει το στιγμιαίο της ανθρώπινης ύπαρξης στη γήινη, εφήμερη παραμονή της.

Κι όμως.  Ο ποιητής προχωρεί πέραν από τα ανθρώπινα, τα πεπερασμένα.  Εγκωμιάζοντας τον άνθρωπο Έλληνα, στο πρόσωπο, στην αυτοθυσία του Γρηγόρη, υπερβαίνει το ανθρώπινο, το βέβηλο, το μιασμένο προσωπείο, στιγματίζοντας τινάς των αρχόντων, των θρηνούντων…  ορώντες στα παιδικά τους χρόνια μόνο την ελληνική σημαία και πουθενά την κυπριακή!  Το σχετικό θρηνώδες παράπονο εγράφη στον κυριακάτικο Τύπο (εξήντα χρόνια Κυπριακής Δημοκρατίας).

Η κυπριακή σημαία κυοφορήθηκε σε μήτρα αρκαδική και γαλουχήθηκε στις αξίες του Σαλαμίνιου Ευαγόρα.  Κι εκείνη «τη μοναδική κι ανεπανάληπτη στιγμή», ο στίχος του ποιητή μετουσιώνεται σε εγκώμιο της ελληνικής σημαίας του κρησφύγετου και της αγχόνης, αλλά και σε θεϊκή Νέμεση, κατά τους Τραγικούς Ποιητές της κλασικής Αθήνας.

«Ο πατέρας θα με γνωρίσει στο νεκροτομείο απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες μου, όμοιες με τις δικές του…  Ο άνθρωπος είναι πιο τρανός απ’ την καθημερινή την έγνοιά του», μονολογεί περήφανα ο Γρηγόρης Αυξεντίου (Γιάννη Ρίτσου Ο Αποχαιρετισμός).

*Εκπαιδευτικός