Στις μέρες της κοινωνικής δικτύωσης, των Μέσων που διαδραματίζουν πλέον τον μεγαλύτερο ρόλο στην επικοινωνία, τις διαπροσωπικές σχέσεις και στην προβολή…, βλέπεις υποψηφίους και δη για το προεδρικό αξίωμα να αυτοδιαφημίζονται. Το αποτέλεσμα απογοητευτικό. Είναι αρεστοί από μια μόνο μικρή μερίδα, ποσοστό που εξασφαλίζει ακόμα και η «κουτσή Μαρία» από κάθε λογής ανάρτησή της. Και όμως, ένας εξ αυτών στο τέλος θα πάρει ένα μεγάλο ποσοστό που θα του δίνει το προεδρικό χρίσμα και θα αφήσει την κουτσή Μαρία να διερωτάται: Ξαφνικά έγινε τόσο δημοφιλής; Όχι βέβαια, γιατί, τα κριτήρια της ψήφου είναι αλλότρια όσον αφορά την καταλληλότητα επιλογής του υποψηφίου. Πέραν από την ψηφοθηρία διά μέσου των δεσμεύσεων… σε διάφορες κοινωνικές ομάδες, δύο είναι τα συνήθη κριτήρια: α) Οι κομματικές πεποιθήσεις και β) η ρήση που βγαίνει αυθόρμητα από το στόμα πολλών ψηφοφόρων τα τελευταία χρόνια πριν από τις προεδρικές εκλογές, το «μη χείρον, βέλτιστον» και αντικατοπτρίζει το κοινό κριτήριο επιλογής τους για το πρόσωπο που θα ήθελαν να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας.

Φτάσαμε δηλαδή σε σημείο να συμβιβαζόμαστε με το κακό, αρκεί να μην είναι το χειρότερο. Άρα, οι επιλογές μας συνειδητά είναι κακές. Από τη στιγμή που έχουμε πλήρη επίγνωση της κακής επιλογής, κατ’ επέκταση έχουμε επίγνωση και για τις συνέπειές της, τις οποίες όμως εκ των υστέρων αφού βγάζουμε την ουρά μας απέξω, τις κατακρίνουμε. Και με τη λογική αυτή του «χείρον» κάθε φορά και όσο πάει οδηγούμαστε στο χείριστον με την κατάσταση να διαιωνίζεται και για αυτο-ικανοποίηση (για να νιώθουμε «καλύτερα») καταλήγουμε στο «και μη χειρότερα…» με το «This is Cyprus».

Η απόσταση λοιπόν που απέχει το βέλτιστον από το «μη χείρον, βέλτιστον» είναι τεράστια, για όσους δεν μπορούν να διακρίνουν τη διαφορά και έχουν κάνει παντιέρα τη φράση μαθαίνοντας να ζουν παγιδευμένοι σε αυτή.

Έχουμε μάθει να συμβιβαζόμαστε με «κακούς» πολιτικούς και μάλιστα να το θεωρούμε ως ορθό, απλά και μόνο επειδή δεν είναι χειρότεροι από όσο η εναλλακτική επιλογή.

Το εκλογικό κριτήριο σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι θετικό. Δεν ψηφίζω π.χ. τον τάδε επειδή το(ν) πιστεύω, αλλά γιατί το(ν) θεωρώ λιγότερο κακό για την Κύπρο. Αυτή η επιλογή από μόνη της έχει εκπτωτικό χαρακτήρα. Έκπτωση στα θέλω μας, έκπτωση στις ανάγκες μας, έκπτωση στα χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει ο ηγέτης, έκπτωση στις λειτουργίες του πολιτικού κόμματος απ’ όπου προέρχεται, με αποτέλεσμα το κομματικό κατεστημένο να εδραιώνεται όλο και περισσότερο.

Μήπως ήρθε η ώρα για θετική ψήφο του προσώπου που εμπνέει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη; Μήπως η λογική του «μη χείρον βέλτιστον» δεν εξυπηρετεί πλέον τα συμφέροντα της χώρας;

Για να υπάρχουν περισσότερες και καλύτερες επιλογές για τους ψηφοφόρους θα ήταν θεμιτό περισσότεροι άξιοι και ικανοί άνθρωποι να σηκωθούν από τον καναπέ τους και να αναμιχθούν περισσότερο με τα κοινά!

«Το μη χείρον βέλτιστον» για μια τόσο σημαντική απόφαση που έχει να κάνει με τη διακυβέρνηση της χώρας, θα ήταν επιθυμητό να εκλείψει ως συλλογιστική.