Το 2021, το Νόμπελ Ιατρικής απονεμήθηκε στους David Julius και Ardem Patapoutian «για τις ανακαλύψεις τους στους υποδοχείς της θερμοκρασίας και της αφής», καθώς η Επιτροπή έκρινε ότι αποτελεί μέρος της αλληλεπίδρασής μας με το περιβάλλον και της προσαρμογής μας σε αυτό. Ωστόσο, η πρώτη επιστημονική διατριβή της αφής διατυπώθηκε από τον Αριστοτέλη σε ένα από τα πιο ώριμά του έργα, το Περί ψυχής, όπου ο φιλόσοφος εξετάζει τις λειτουργίες της ζωής.
Το Περί ψυχής του Αριστοτέλη είναι κατά βάση ένα βιολογικό έργο. Αν περιμένει κανείς διαβάζοντάς το να συναντήσει μια θεωρία για την ψυχή με την έννοια της συνείδησης θα διαψευστεί. Αντ’ αυτού, ειδικά στο δεύτερο βιβλίο όπου ο Σταγειρίτης αναπτύσσει την πρωτότυπη θεωρία του, ο αναγνώστης θα έρθει αντιμέτωπος με την πρώτη προσπάθεια επιστημονικής πραγμάτευσης της ψυχής. Οι προηγούμενοι φιλόσοφοι μιλούσαν για την ψυχή σαν να ήταν κάτι ξεχωριστό από το σώμα. Ο Αριστοτέλης διαφωνεί. Ψυχή και σώμα είναι ακατάλυτα συνυφασμένα: Η ψυχή είναι η ουσία του σώματος ως προς τη μορφή και ως τέτοια θα ερευνηθεί. Ο συγγραφέας του Περί ψυχής έχει κατά νου όλα τα έμψυχα όντα, τα οποία πρέπει να περιλάβει στον ορισμό του. Για πρώτη φορά κάποιος δεν ασχολείται μόνο με την ανθρώπινη ψυχή αλλά και με των ζώων και των φυτών. Ο Αριστοτέλης είναι ξεκάθαρος: όλα όσα ζουν έχουν ψυχή. Το έμψυχο διακρίνεται από το άψυχο με τη ζωή.
Για να ζει ένα ον, αρκεί να μπορεί να τρέφεται, χωρίς άλλες λειτουργίες, αυτό είναι σύμφωνα με τον Αριστοτέλη αρκετό για τα φυτά και τους κατώτερους οργανισμούς. Αλλά για ένα ζώο η αίσθηση είναι απαραίτητη. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να έχει όλες τις αισθήσεις για να ονομαστεί έτσι, μόνο την πιο βασική από αυτές που δεν είναι άλλη από την αίσθηση της αφής. Είναι η μοναδική κοινή αίσθηση σε όλα τα ζώα. Αλλά, παρά το γεγονός ότι για ευνόητους λόγους η όραση θεωρείται η σημαντικότερη από τις αισθήσεις, ο Αριστοτέλης ξεχωρίζει την αίσθηση της αφής. Στο τρίτο βιβλίο, στις τελευταίες γραμμές του Περί ψυχής, ο βιολόγος Αριστοτέλης επανέρχεται στην αφή και συνοψίζει την έρευνά του για την ψυχή και τις λειτουργίες της, που δεν είναι άλλες από αυτές του έμβιου όντος.
«Χωρίς την αφή δεν υπάρχει καμία άλλη αίσθηση. […] Είναι λοιπόν φανερό ότι είναι αναγκαία μόνο αυτή και αν την στερηθούν τα ζώα πεθαίνουν. Γιατί ούτε μπορεί να την έχει ένα ον και να μην είναι ζώο ούτε υπάρχει ανάγκη ένα ζώο να έχει άλλη αίσθηση εκτός από αυτή. […] Είναι ανάγκη να έχει μόνο αυτή. Τις άλλες αισθήσεις τις έχει το ζώο, όπως είπαμε, όχι για να υπάρχει, αλλά χάρη της ευζωίας (οὐ τοῦ εἶναι ἕνεκα ἀλλὰ τοῦ εὖ), όπως την όραση, επειδή ζει στον αέρα και στο νερό, για να βλέπει, επειδή όλα είναι στη διαφάνεια, τη γεύση για να ξεχωρίζει το ευχάριστο και το δυσάρεστο (γεῦσιν δὲ διὰ τὸ ἡδὺ καὶ λυπηρόν), για να τα αισθάνεται στην τροφή και να επιθυμεί και να κινείται, την ακοή για να του δηλώνουν κάτι και τη γλώσσα για να δηλώνει ο ίδιος σε κάποιον άλλον». Αριστοτέλης, Περί ψυχής 435b2-21
Γιατί να ερευνήσει κάποιος την αφή; Η βασικότερη αίσθηση δεν αφορά μόνο το άγγιγμα του άλλου. Με την αφή αισθανόμαστε το περιβάλλον, παίρνουμε πληροφορίες, επιλέγουμε το ωφέλιμο και απορρίπτουμε το βλαβερό. Χάρη στη λειτουργία της είναι εφικτή η ζωή. Ο κόσμος είναι θαυμαστός και μπορεί, όχι απλώς να περιγραφτεί, αλλά να ερμηνευτεί. Είναι και αυτή μια όψη της επιστήμης. Να προσπαθεί να ερμηνεύσει τον κόσμο, να ανακαλύψει τους νόμους της φύσης. Να κατανοήσει τη ζωή και τις βασικότερες λειτουργίες της.
*Η δρ Έλσα Νικολαΐδου διδάσκει Φιλοσοφία στο Med High
nicolaidou.e@medhigh.com