Έκλεισα έξι μήνες καταναγκαστικού έργου, δίχως να μπορέσω να πάρω ανάσα αξιοπρέπειας. Απίστευτο πως μπορείς να λυτρωθείς στο δευτερόλεπτο, με μια μόνο απόφαση μέσα σου: να διαγράψεις, να μη ξανακοιτάξεις πίσω. Περπάτησα, εδώ στη γειτονιά. Κατέβηκα στο ρέμα και μάζεψα λεβάντα και αστίλβη – «ουρά της αλεπούς», κατά τους παλιούς. Κατέληξα σε θάλασσα, απάγκιο. Απενεργοποίησα το κινητό. Ενεργοποίησα δυο βιβλία, ένα μυθιστόρημα, μια ποιητική συλλογή – έτσι κάνω πάντα, δυο-δυο τα διαβάζω. 

Το μυθιστόρημα, «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν», του Juan Gabriel Vasquez, σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη, από τις εκδόσεις Ίκαρος. Μια σκληρή ιστορία για τον πόλεμο της κολομβιανής κυβέρνησης τη δεκαετία του ‘90 κατά του καρτέλ των ναρκωτικών. Τη διηγείται ένας νεαρός καθηγητής των Νομικών, ξεκινώντας από ένα δημοσίευμα που τον σόκαρε: την εξόντωση, με δυο σφαίρες στο κεφάλι, ενός ιπποπόταμου που είχε δραπετεύσει από τον ζωολογικό κήπο που είχε υπό την ιδιοκτησία του ο διαβόητος έμπορος ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ. Πραγματικά συγκλονιστική αφήγηση, και δεν έχω φτάσει ακόμα ούτε στα μισά του βιβλίου. 

Η ποιητική συλλογή είναι ενός φίλου εκ Κύπρου, του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Είναι οι «Πληγείσες περιοχές», που φέρουν τον υπότιτλο «Γυμνές ιστορίες», και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μελάνι. Με συγκλόνισαν οι «Δουλειές του ποδαριού», αλλά επιλέγω για πρόγευση εδώ, το «Η Φοινικιά»:

Τυχαία πριν από χρόνια / βρήκα μια φοινικιά πεταγμένη / στο περιβόλι του πατέρα / ήταν δεν ήταν όσο το χεράκι ενός παιδιού / μην τη φυτέψεις χαμένος κόπος / μου είχε πει / δεν τη βλέπεις; / Την πήρα και την φύτεψα. / Αν έρθει κανείς τώρα στον κήπο μου / θα δει μια θεόρατη φοινικιά  / να ρίχνει κλαδιά στην αυλή του γείτονα / και να τραγουδά / κι όταν με ρωτούν πόσα παιδιά έχω / λέω πέντε και το ένα παραλίγο να πεθάνει.

Όταν έδυσε ο Ήλιος, ήταν όλα γλυκά. Ενεργοποίησα το τηλέφωνο και το λάπτοπ, και είχε συμβεί το θαύμα: σβήστηκαν από μόνα τους όλα τα ειδοποιητήρια….

Έπειτα, η νύχτα της ωραίας, ξηρής, αθηναϊκής νύχτας, με όλη τη μικρή τρέλα της: «Ακάλυπτος. Ηλικιωμένη με νυχτικιά βγήκε και φώναξε “σκάστε” στα τζιτζίκια. Κι αυτά, φυσικά, συνέχισαν απτόητα, μπορεί και ζωηρότερα το τερέτισμά τους», η σύντομη «ανταπόκριση» στο Facebook του συγγραφέα Μισέλ Φάις.

Και αργά, η είδηση που μου ‘φερε μελαγχολία, αλλά με μια γλύκα που μου επιτρέπει να τη διαχειριστώ όπως θέλω, κι όπως αρμόζει στο πρόσωπο: «Πέθανε χθες το βράδυ, σε ηλικία 85 ετών, ο θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος Κώστας Μουρσελάς. Έσβησε ήρεμα, στο σπίτι του, στην αγκαλιά της πολυαγαπημένης του συζύγου Κικής Παπαπέτρου». Αφήνει πίσω του σπουδαίο έργο, που ευτυχώς το έχω καλά βαλμένο στα ράφια της βιβλιοθήκης μου, και στην ψυχή μου μέσα. Η τηλεοπτική σειρά «Εκείνος κι εκείνος» με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και τον Κώστα Μιχαλακόπουλο – Ο Σόλων κι ο Λουκάς, σε πνεύμα αντίστασης μέσα στη δικτατορία, όπως σημειώνει το liberal.gr,  και αργότερα, το μυθιστόρημα του «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» επίσης στην τηλεοπτική του μεταφορά.

Εικονογράφηση: Στιγμιότυπο από το εκπληκτικό «ελληνικό σκετς» Εκείνος κι Εκείνος.

Δημήτρης Συλλούρης, Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, δηλαδή εκείνων των ανθρώπων που εξελέγησαν από τους Κύπριους πολίτες, σε νόμιμες, δημοκρατικές εκλογές. Δηλαδή, δεν εκπροσωπεί τον εαυτό του όταν ομιλεί υπό την ιδιότητα που κατέχει. Είμαι σίγουρος ότι το γνωρίζει αυτό. Γι’ αυτό και ελπίζω ότι η δήλωσή του «το ναυάγιο στο Κραν Μοντάνα επήλθε από ευθύνη της Τουρκίας 100%, κάτι που δεν σηκώνει συζήτηση, εκτός αν κάποιος δεν είναι Έλληνας», διατυπώθηκε από τον ίδιο με έναν τρόπο που δεν εννοούσε αυτό που όλοι καταλάβαμε. Διαφορετικά, θα καταγραφεί ως μία από τις πιο διχαστικές δηλώσεις που έγιναν ποτέ από πολιτικό κατέχοντα τόσο υψηλή, θεσμικά, θέση. 

Επίμετρον. Σε δύο, μόνο, πράγματα είμαστε ικανοί τελικά: Στο ανάθεμα, και στο λιβανιστήρι. Και κάπου, στριμωγμένα όσο δεν πάει άλλο ανάμεσα σε μισές αλήθειες, ιδεοληψίες, συμφέροντα και άλλα, τα πραγματικά στοιχεία και η κοινή λογική.