Είναι μέρες τώρα που αυτή η φωτογραφία, μαζί και με τις «ιστορίες» που τη συνοδεύουν, μου φέρνει εφιάλτες. Είχε πολλή ζέστη την περασμένη εβδομάδα στην Αγγλία, στους 33 βαθμούς είχε φτάσει η θερμοκρασία. Υπολογίζεται ότι περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι ξεχύθηκαν προς τις παραλίες του Ντόρσετ και του Χάμσαϊρ. Τόσος ήταν ο συνωστισμός σε περιοχές του Μπόρνμουθ και του Μπράιτον που οι Αρχές, έχοντας ήδη πληροφορίες για μερικά έκτακτα περιστατικά κορωνοϊού, έκαναν έκκληση στον κόσμο να σταματήσει να κατεβαίνει προς τις παραλίες. 
   
Μιλάμε για μια χώρα η οποία είναι ακόμα βαθιά χωμένη μέσα στην κρίση της πανδημίας. Μόλις προχθές μάθαμε ότι στην πόλη του Λέστερ επιβλήθηκε αυστηρό lockdown, καθώς μέσα σε δύο μόλις εβδομάδες (μέχρι και τις 23 Ιουνίου) εντοπίστηκαν 944 θετικά κρούσματα. 
   
Επιστρέφοντας όμως στη φωτογραφία, ακόμα δυσκολεύομαι να πιστέψω αυτά που γράφτηκαν στον αγγλικό Τύπο, σχετικά με ακραία περιστατικά αντικοινωνικής συμπεριφοράς, που μερικοί ντόπιοι έφτασαν να χαρακτηρίσουν ακόμα και ως «ζωώδη». Συγκεκριμένα, διαβάσαμε για «ανθρώπους που περιφέρονταν μεθυσμένοι, που περιφέρονταν γυμνοί, που ουρούσαν οπουδήποτε στον δρόμο, που είχαν παρατήσει το αυτοκίνητο όπου να ‘ναι, που φεύγοντας άφησαν βουνά από σκουπίδια», και άλλα πολλά.
   
Μια φίλη στην Αθήνα, κοσμογυρισμένη και με ανοικτό μυαλό, σημειώνει ότι ανάλογες συμπεριφορές έχουν γευτεί κατά καιρούς ντόπιοι στην Ελλάδα και στην Ισπανία από τέτοιας κοπής τουρίστες που έρχονται για διακοπές. Ασφαλώς και είναι λάθος να γενικεύει κάποιος, από την άλλη όμως δεν μπορείς να μένεις απαθής και να μη στιγματίζεις τέτοια φαινόμενα παρακμής του ανθρώπινου είδους. 
   
Σκέφτομαι από την άλλη: Γίνεται κάτι εάν τα αναδεικνύεις και τα σχολιάζεις; Έχω διαβάσεις άπειρες φορές στα σοβαρά βρετανικά μέσα ενημέρωσης άρθρα επικριτικά για αυτά τα φαινόμενα κοινωνικού χουλιγκανισμού. Τα αίτιά του είναι πολλά. Η σπίθα, όμως, που προκαλεί την έκρηξη της βίαιης και χυδαίας συμπεριφοράς είναι πρωτίστως το αλκοόλ. 
   
Αυτό στο οποίο πάρα πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν, όχι για να απολαύσουν ένα ωραίο ποτό, αλλά για να ξεφύγουν από κάτι. Ίσως και από τον ίδιό τους τον εαυτό. Κάτι με το οποίο επίσης έχουν ασχοληθεί άπειροι επιστήμονες, αλλά ελάχιστοι πολιτικοί έχουν μπει στον κόπο να εντρυφήσουν σε αυτά και να κάνουν κάτι …
   
Θέλω να πω: Εύκολο είναι αυτό που κάνω εγώ τώρα, και που ίσως κάνετε και εσείς που τα διαβάζετε. Να θυμώσω, να καταδικάσω, να απαξιώσω και ίσως να στιγματίσω και έναν ολόκληρο λαό ή ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού του. Δύσκολο είναι να γυρεύουμε τις αιτίες και να βοηθήσουμε, ο καθένας όπως μπορεί, να βρεθούν τρόποι να απαλειφθούν. Κι ίσως έτσι οδηγηθούμε σε μια καλύτερη κοινωνία.
   
Καλό μας μήνα. Και, αν είναι να κρατήσουμε μερικά πράγματα από την περίπου 4μηνη καραντίνα μας, ας είναι το πιο συχνό οικογενειακό μας τραπέζι, με όλα τα κινητά εκτός θέας και απενεργοποιημένα.
 
Η Γελοιογραφία της Ημέρας
Από τον Len στο αγγλικό Spectator. Παραπέμπει σε παλιά εποχή, αλλά ειρωνικά. Σε ένα προφανώς αστικό σπίτι, οι γονείς κάθονται να γευματίσουν με τα δύο τους παιδιά. Η οικονόμος φέρνει το φαγητό. Κι ο πατέρας παρατηρεί «Παιδιά. Όχι τηλέφωνα στο τραπέζι». Παλιά, αυτό ήταν αδιανόητο, και αυτήν την αντίφαση επισημαίνει η γελοιογραφία. Ό,τι το σημερινό σκηνικό, όπου το κινητό είναι στα χέρια παιδιών (κάποτε και μεγάλων) περισσότερο από το μαχαιροπίρουνο, αν κάνεις ένα φλας-μπακ στον χρόνο, θα δεις αυτήν την εξαιρετικά γελοία εικόνα!