Σκέψεις του Νίκου Ερρίκου Ιωάννου, καρδιολόγου και κατοίκου Αθηνών, πάνω στη λειτουργία της Ιατρικής και της Δικαιοσύνης.

Η ώσμωση μεταξύ των επιστημών είναι γνωστό φαινόμενο και η εισπήδηση των ιατρών στον χώρο της Νομικής, με παραδείγματα, όπως και των δικηγόρων στον χώρο της Ιατρικής είναι πολύ συνήθης.
Με την έλευση της τεχνητής νοημοσύνης διερωτώμαι πώς θα ελέγχονται τα όρια των αρμοδιοτήτων όπως και η ακρίβεια της προελεύσεως της πληροφορίας ή της κρίσεως…

Προς το παρόν, θα πορευθώ την πεπατημένη και θα παραθέσω μία παράλληλη διαδρομή Ιατρικής και Νομικής. Θεμελιακά, το αντικείμενο αμφοτέρων είναι ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ και η προσέγγισή του, εκατέρωθεν, έχει εντυπωσιακές ομοιότητες.

Προσέρχεται κάποιος εις τον ιατρό. Η πρώτη φάση της ιατρικής εξετάσεως είναι η λήψη του ιστορικού που χαριτολογικά αποκαλείται και ανάκριση. Ακριβώς οι ίδιες λέξεις και έννοιες χρησιμοποιούνται όταν κάποιος ερευνάται υπό δικαστικής Αρχής.

Στη συνέχεια ο ιατρός προχωρά στην αντικειμενική εξέταση του «ασθενούς» και επικουρείται από εργαστηριακές εξετάσεις. Η διερεύνηση κατηγορουμένου για αδίκημα, μετά την ανάκριση, συμπληρώνεται με εργαστηριακά τεκμήρια.

Και στις δύο περιπτώσεις καταφεύγουν, ο μεν ιατρός στη μαρτυρία συγγενών ή γνωστών του «ανακρινόμενου», ο δε Δικαστής σε μάρτυρες υπερασπίσεως ή κατηγορίας, για την καλύτερη δυνατή προσέγγιση της αληθείας. Όταν τα πράγματα είναι απλά αποφαίνονται ο ιατρός ή ο Δικαστής.

Σε πολύπλοκες καταστάσεις συγκαλούνται ιατρικά συμβούλια ή πολυμελή Δικαστήρια αντίστοιχα.

Το αποτέλεσμα της κρίσεως (διάγνωση ή ετυμηγορία) και στις δύο περιπτώσεις εκφράζεται με τη λέξη αθώος για τον μη έχοντα νόσον, όπως και με τον δικαζόμενο όταν δεν τεκμηριώνεται αδίκημα.

Οι δρόμοι, οι χειρισμοί και το πνεύμα αλλάζουν ριζικά όταν ο ιατρός βρεθεί ενώπιον ασθενούς και ο δικαστής ενώπιον ενόχου.

Και οι δύο περιπτώσεις χρήζουν και απαιτούν θεραπεία.

Ο ιατρός οφείλει να επιστρατεύσει όλες τις γνώσεις, την αγάπη, υπομονή κατανόηση και ικανότητες προκειμένου να συνδράμει τον πάσχοντα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Ο Δικαστής στη θεραπευτική του αποστολή έχει αναγκαστικά και την τιμωρία. Αυτή αποβλέπει στην προστασία της κοινωνίας, τον παραδειγματισμό των άλλων, τον συνετισμό και την αποτροπή του ενόχου σε υποτροπή στο έγκλημα.

Και οι δύο λειτουργοί καλούνται να θεραπεύσουν ανθρώπους. Για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους σωστά, υποχρεούνται να κινούνται με διαφορετική προσέγγιση. Ο ιατρός, εκτός των οφειλομένων χαρακτηριστικών δράσεως που προαναφέρθηκαν, δεν δικαιούται επ’ ουδενί να δρα ως τιμωρός.

Ο Δικαστής ανυπερθέτως πρέπει και να τιμωρεί διότι αν διαπνέεται από υπέρμετρη επιείκεια γίνεται άδικος.

Συμπερασματικά, παρά το γεγονός ότι το υποκείμενον και το ζητούμενον είναι ταυτόσημα: Ιατρός με νοοτροπία Δικαστού και Δικαστής με νοοτροπία ιατρού κινδυνεύουν να εκτραπούν της αποστολής τους.