Οι αξιώσεις των διαδίκων έρχονταν σε σύγκρουση με την επιθυμία των ανήλικων τέκνων τους, τα οποία εξέφρασαν την επιθυμία να μεγαλώνουν και με τους δύο γονείς τους

Το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στα πλαίσια της δικαιοδοσίας γονικής μέριμνας, εξέδωσε στις 6/7/2023 τελική απόφαση με την οποία ανέθεσε τη φύλαξη, τη φροντίδα και την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων των διαδίκων από κοινού και στους δυο γονείς, ως επίσης καθόρισε ότι τα ανήλικα θα διαμένουν από μια βδομάδα σε έκαστο γονέα.

Αυτή είναι μόλις η δεύτερη φορά όπου έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία εκδόθηκε τέτοιου είδους τελική απόφαση σε υπόθεση όπου οι γονείς διαφωνούσαν, καθιστώντας με αυτό τον τρόπο την εν λόγω απόφαση ως ιδιαίτερα σημαντική, αφού η συνήθης μέχρι σήμερα πρακτική των δικαστηρίων ήταν, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, να αναθέτουν τη φύλαξη και φροντίδα των ανηλίκων στη μητέρα, την επιμέλεια από κοινού και στον πατέρα δικαίωμα επικοινωνίας σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες.

Όπως προκύπτει μέσα από την αιτιολογημένη απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, τόσο ο πατέρας όσο και η μητέρα των ανήλικων τέκνων προέβαλαν εκατέρωθεν ισχυρισμούς αναφορικά με την ανικανότητα του άλλου για τη φύλαξη και φροντίδα των ανήλικων τέκνων τους. Οι εν λόγω ισχυρισμοί των γονέων, ωστόσο, έρχονταν σε ευθεία σύγκρουση με την έκθεση της κοινωνικής λειτουργού, που είχε αναλάβει να συντάξει σχετική έκθεση για την υπόθεση. Η κοινωνική λειτουργός εντόπισε ότι, παρόλοπου οι γονείς δεν διατηρούν καμιά επικοινωνία μετά τη μεταξύ τους διάσταση και την έκδοση διαζυγίου,εντούτοις δεν παρουσιάστηκε κανένα πρόβλημα σχετικά με τη λήψηοποιασδήποτε από κοινού απόφασης που αφορά τα παιδιά.

Επιπρόσθετα των πιο πάνω, οι αξιώσεις των διαδίκων έρχονταν σε σύγκρουση και με την επιθυμία των ανήλικων τέκνων τους, τα οποία στο πλαίσιο συνομιλίας που είχε μαζί τους το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέφρασαν την επιθυμία τους να μεγαλώνουν και με τους δύο γονείς τους.

Έχοντας κατά νου τα πιο πάνω, η εν λόγω απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, παρά τα ιδιαίτερα περιστατικά της, εναρμονίζεται πλήρως με την αρχή η οποία επιτάσσει ότι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για γονική μέριμνα δεν έχει το στοιχείο της αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων. Αντίθετα, έχει άξονα το κοινό καθήκον των γονέων για τη φροντίδα των παιδιών τους και συνισταμένη την ευημερία των τέκνων.

Λαμβάνοντας συνεπώς ως αποφασιστικό παράγοντα τόσο την επιθυμία των ανήλικων τέκνων όσο κα την εισήγηση της Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, το Δικαστήριο κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση, ενόψει και του ευρήματος ότι ο ένας γονέας δεν προκύπτει να είναι πιο ικανός από τον άλλο γονέα στην άσκηση του γονικού ρόλου. Σημαντικός παράγοντας για την έκβαση της ως άνω υπόθεσης διαδραμάτισε και το γεγονός ότι, παρόλο που οι γονείς των ανήλικων τέκνων δεν είχαν επικοινωνία μεταξύ τους, προέκυπτε εκ των πραγμάτων πρόγραμμα, σύμφωνα με το οποίο τα ανήλικα τέκνα διέμεναν και με τους δύο γονείς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Εν κατακλείδι, λαμβάνοντας υπόψη την υφιστάμενη οξύτητα των σχέσεων των διαδίκων, το Οικογενειακό Δικαστήριο προέβηκε σε συστάσεις προς αυτούς ενόψει του ότι διαπιστώθηκε ότι συγχύζουν τη μεταξύ τους σχέση και τις διαφωνίες που είχαν κατά το χρόνο που συμβίωναν, με την ανάγκη για από κοινού άσκηση του γονικού ρόλου στα τέκνα τους. Προς τούτο, συστάθηκε να αφήσουν τα συναισθήματα θυμού και απόρριψης που έχουν ο ένας για τον άλλο και να συνεργαστούν για την άσκηση του γονικού ρόλου από κοινού για το συμφέρον των τέκνων τους.

Η πιο πάνω απόφαση επιβεβαιώνει ότι υπέρτατο καθήκον του Οικογενειακού Δικαστηρίου συνιστά η διαφύλαξη των συμφερόντων των ανήλικων τέκνων, το οποίο ενδεχομένως να μην εξυπηρετείται αποκλειστικά μέσα από τις αξιώσεις των διαδίκων της εκάστοτε υπόθεσης.

* Δικηγόρος / Senior Associate

** Δικηγόρος / Associate

Τμήμα Δικαστηρίου, Γραφείο Λευκωσίας, ΗΛΙΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ