Ο κόσμος των αρχαϊκών είναι ένας κόσμος διαυγής. Ένας τόπος καθαρότητος και  φωτός. Γιατί επήλθε η τάξις. Όλα τα δαιμονικά στοιχεία, τα τερατώδη και  τα εφιαλτικά, έχουν κατανικηθεί  και  συντριβεί, έγκλειστα πλέον στα Τάρταρα, με το τέλος της Θεομαχίας και  Θεογονίας και με την επικράτηση του Ολυμπίου δωδεκαθέου.

Παράλληλα, οι τερατώδεις δυνάμεις της φύσεως εν τω κόσμω κατενικήθησαν με τους άθλους του Ηρακλέους, του υιού του Διός. Και  ο Θησεύς, υιός του Αιγέος ή του Ποσειδώνος, επέβαλε την κοινωνική τάξη. Έτσι, όποιος ανατρέπει αυτή τη φυσική και  ηθική τάξη, διαπράττει ύβριν, γι’ αυτό και  τιμωρείται, για να αποκατασταθεί  η διασαλευθείσα φυσική και  ηθική τάξις του κόσμου. Αυτό μας διδάσκει η αρχαία τραγωδία, που είναι μέρος ή έκφρασις της θεολογίας των Ἑλλήνων.

Την κάθαρση μας διαμηνύει και διδάσκει  η αρχαία τραγωδία. Η κάθαρσις σημαίνει και  ολοκληρώνει την έξοδο του αρχαίου δράματος. Αυτό πρέπει να το θυμόμαστε, προσεγγίζοντας τον κόσμο των αρχαϊκών και τα χρόνια της αρχαίας τραγωδίας που ακολούθησαν.

Στην εποχή που ζούμε, αυτήν της ύβρεως και  της μέθης, επανέρχεται ο παλαιός νόμος που θέλει τις σκοτεινές Εριννύες να τιμωρούν εκείνον που διαπράττει ύβριν. Και ο σύγχρονος πολιτισμός της Δύσεως, εντός του οποίου τελούμε ως οἰκουμένη, διέπραξε προ πολλού ύβριν, για να μιλήσουμε με τους λησμονημένους όρους της Ελληνικής τραγωδίας. Μόνο που η φύσις δεν λησμονεί. Κι η τάξις του κόσμου διεκδικεί τη δική της δικαιοσύνη. Γι’ αυτό βιώνουμε όλα αυτά τα εφιαλτικά στις μέρες μας, εν φόβω και  τρόμω, αμήχανοι και  ενδεεί ς. Αδαείς και  αμήχανοι.

Αυτά μας τα θύμησε με ένα «προφητικὸ» λόγο ο Σεφέρης στην «Ομιλία στη Σοκχόλμη», στην οποία ανέσυρε και υπέμνησε το λόγο του Ηράκλειτου ενώπιον των ανυποψίαστων Δυτικών:

«Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί  από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: “Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν».

Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ἰωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ἑλληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και  του φυσικού κόσμου. Και  ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αἰώνα, γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…». (Δοκιμές Β΄, Ίκαρος, Αθήνα, σσ.  159-162). Η τάξις την οποία διεκήρυττε η Δύση, με την παντοκρατορία και  τους νόμους της, δεν είναι μόνον ηθική. Είναι και  φυσική.

Κανείς δεν μπορεί  να αγνοεί  ή να περιφρονεί  τους νόμους της φύσεως. Τους τρόπους του ιερού. Που επανέρχεται συντριπτικό, επιβάλλοντας τους δικούς του νόμους στους ανυποψίαστους και  νήπιους της εποχής μας.

Μας το υποδεικνύει και ο λόγος του Προφήτου της Ιουδαίας την ίδια εποχή, που μας λέει πως «Ο ήλιος έγνω την Δύσιν αυτού». Αυτά, περιγράφοντας τη μεγαλοσύνη και το μεγαλείο της Φύσεως και  του Θεού, ως δημιουργού των Πάντων, στον «Προοιμιακό Ψαλμό», που τον δίνω εδώ αποσπασματικώς, υπογραμμίζοντας συγχρόνως και  το «όριον έθου». (Ψαλμός 103).

«Ευλόγει η ψυχή μου, τον Κύριον, Κύριε ο Θεός μου εμεγαλύνθης σφόδρα. εξομολόγησιν και  μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω, αναβαλλόμενος φως ως ιμάτιον. Εκτείνων τον ουρανὸν ωσεί δέρριν, ο στεγάζων εν ύδασιν τα υπερώα αυτού. Ο τιθεὶς νέφη την επίβασιν αυτού, ο περιπατών επὶ πτερύγων ανέμων. Ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα, και  τους λειτουργοὺς αυτού πυρός φλόγα. Ο θεμελιών την γην επὶ την ασφάλειαν αυτής, ου κλιθήσεται εις τον αἰώνα του αἰώνος. Άβυσσος ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού, επὶ των ορέων στήσονται ύδατα. Από επιτιμήσεώς σου φεύξονται, από φωνής βροντής σου δειλιάσουσιν. Αναβαίνουσιν όρη, και  καταβαίνουσι πεδία εἰς τόπον, ον εθεμελίωσας αυτά. Όριον έθου, ο ου παρελεύσονται, ουδὲ επιστρέψουσι καλύψαι την γην…»

Γυρίζω στις σκοτεινὲς εριννύες που είναι κόρες της Νυχτός και  του Σκότους κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία. Δεν είναι τυχαίο πού, παρόλο που κατενικήθησαν τα σκοτεινά στοιχεία του μύθου, οι Εριννύες παραμένουν ενεδρεύουσες πίσω από τα τοπία ή τον κόσμο του φωτός, τον οποίο καλούνται να διαφυλάξουν και  να διασώσουν, όταν και  εάν τεθεί  εν κινδύνω. Νά, η σοφία της ελληνικής παράδοσης.

Η Φύσις, τελούσα πάντοτε στα δώματα του ιερού, έχει εντός της δυνάμεις που αδυνατούμε να υποψιαστούμε ή να κατανοήσουμε. Συντριπτικές. Ακατανίκητες. Γι’ αυτό η φύσις προβάλλει και  στις μέρες μας ως τιμωρός. Προκειμένου να διαφυλάξει τον μυστικό της πυρήνα. Αυτόν που μας πάει στο ιερό. Σε μιαν άλλη δικαιοσύνη.