Από το 2006 που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Τάσος Παπαδόπουλος τον εξαπέστειλε επειδή «είχε προσβάλει τα αισθήματα και τις ευαισθησίες των Ελλήνων Κυπρίων», ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Τζακ Στρο συνεχίζει το ίδιο βιολί, ότι κακώς γίναμε δεκτοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να λυθεί το Κυπριακό και για να διορθωθούν τα πράγματα θα πρέπει να αναγνωριστεί το κατοχικό καθεστώς.

Σε άρθρο του στο Πολίτικο, ο κ. Στρο καταγγέλλει την Κυπριακή Δημοκρατία ότι έχει «μια μακρά, περιρρέουσα και μάλλον αρρωστημένη σχέση με τη Ρωσία», θέλοντας με αυτό τον τρόπο να μας εκθέσει ότι είμαστε ξένο σώμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κι ότι βοηθούμε τον βάρβαρο εισβολέα της Ουκρανίας. Σαν επιχείρημα, δεν παραλείπει να αναφέρει τη γνωστή υπόθεση της παραχώρησης ευρωπαϊκών διαβατηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ξένους, «κυρίως Ρώσσους», όπως σημειώνει, η οποία βγήκε στο φως με τη δημοσιογραφική παγίδευση πολιτειακών αξιωματούχων.

Ξεχνά ο πολλύς κ. Στρο ότι το 2015 ο ίδιος παγιδεύτηκε από δημοσιογράφους της εφημερίδας Οψέρβερ και του Καναλιού 4 να παινεύεται ότι «λειτουργώντας κάτω από το ραντάρ», χρησιμοποιούσε την επιρροή του «για να αλλάξει ευρωπαϊκές νομοθεσίες, εκ μέρους μιας εταιρείας που τον πλήρωνε 60.000 στερλίνες τον χρόνο». Μπορεί ο Επίτροπος Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας να του την χάρισε αλλά το Ofcom, ο επίσημος Ρυθμιστής των ΜΜΕ, δικαίωσε τους δημοσιογράφους.

Πέρα από το αντικυπριακό μένος του εξαιτίας της 17χρονης κόντρας του με τον αείμνηστο Τάσο Παπαδόπουλο, δικαιολογημένα μπορεί να εικάσει κανείς ότι ο κ. Στρο εξακολουθεί να λειτουργεί κάτω από το ραντάρ, εξυπηρετώντας τις οίδε ποιούς και ποιών σκοπούς. Η πολιτική του ιστορία δείχνει μια εξακολουθητική τάση προς συνωμοτικές δραστηριότητες χωρίς ενδοιασμούς.

Ως υπουργός Εξωτερικών της εργατικής κυβέρνησης του Τόνυ Μπλερ ήταν γνώστης επικείμενου πραξικοπήματος που Βρετανοί οικονομικοί παράγοντες, ανάμεσά τους και ο Μάρκ Θάτσερ, γιος της πρώην «Σιδηράς Κυρίας» Μάργκαρετ Θάτσερ, σχεδίαζαν με ξένους μισθοφόρους εναντίον της Ισημερινής Γουινέας το 2004. Ο Στρο δεν προειδοποίησε, ως ώφειλε, την κυβέρνηση της Γουινέας κι όταν το πραξικόπημα απέτυχε, αρνήθηκε ότι γνώριζε γι’ αυτό. Αργότερα αναγκάστηκε να απολογηθεί και πάλι στον Οψέρβερ, που έκανε τις αποκαλύψεις. Ο Μάρκ Θάτσερ συνελήφθη στη Νότιο Αφρική και ομολόγησε.

Τον ίδιο χρόνο, ο Τζακ Στρο ήταν επίσης άμεσα αναμεμειγμένος στη μυστική παράδοση στον δικτάτορα της Λιβύης Καντάφι, του αντιφρονούντα Αμπντούλ Χακίμ Μπελχαντί και της εγκύου συζύγου, οι οποίοι φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν. Ο Μπελχαντί ήταν ανάμεσα σ’ εκείνους που ανέτρεψαν τον Καντάφι και αργότερα μήνυσε το Στρο υπό την επίσημη ιδιότητά του, με την αγγλική κυβέρνηση να του πληρώνει αποζημίωση το 2018.

Αυτός είναι, λοιπόν, ο κ. Στρο, που μόνο κύριος δεν φαίνεται να είναι στην πραγματικότητα. Βέβαια, πονηρά σκεπτόμενος, εισηγείται ότι τα Ηνωμένα Έθνη θα πρέπει να βάλουν τη λύση των δύο κρατών στο τραπέζι, αν μια νέα προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού θα αποτύγχανε και πάλι. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά υποκίνηση της Άγκυρας και της υποτελούς της τ/κυπριακής ηγεσίας να τορπιλίσουν οποιαδήποτε νέα κινητικότητα, για να προωθήσουν τη λύση της χωριστής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας. Και ασφαλώς το αποτέλεσμα μιας παρ’ ελπίδα τέτοιας εξέλιξης θα ήταν η δημιουργία μιας πιο ισχυρής μαριονέτας – puppet– για την Άγκυρα, όπως θα ήταν για το Κρεμλίνο η κρατική αναγνώριση των κατεχομένων ανατολικών εδαφών της Ουκρανίας.

Σήμερα, η κακοφωνία του κ. Στρο ηχεί εκκωφαντικά, όχι μόνο στα δικά μας αυτιά αλλά και σ’ εκείνων που προσπαθεί να επηρεάσει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Ηνωμένα Έθνη απορρίπτουν κατηγορηματικά τη λύση των δύο κρατών που προωθεί η Άγκυρα και η εγκάθετή της τουρκοκυπριακή ηγεσία – και ο κ. Στρο φυσικά – και υποστηρίζουν σθεναρά την επανένωση της Κύπρου με ομοσπονδιακή μορφή. Ακόμα πιο κατηγορηματική είναι η ίδια η χώρα του κ. Στρο, η Βρετανία που πάντα συντασσόταν με την Άγκυρα στο Κυπριακό. Σε επίσημες δηλώσεις του, ο Βρετανός Ύπατος Αρμοστής κ. Ιρφάν Σιτίγκ όχι μόνο απέκλεισε τη λύση δύο κρατών, αλλά και το ενδεχόμενο η βρετανική κυβέρνηση να επιτρέψει το απευθείας εμπόριο με την ούτω καλούμενη ΤΔΒΚ. Το πιο σημαντικό, που σηματοδοτεί στροφή στην αγγλική πολιτική, είναι ότι ο αρχηγός της διπλωματικής αντιπροσωπίας της Βρετανίας χαρακτήρισε απερίφραστα την τούρκικη εισβολή στην Κύπρο – έστω τη β’ φάση – ως «αρπαγή γης», land-grabbing, αναστατώνοντας τον άρπαγα Ερσίν Τατάρ.

Εύχεται κανείς ότι η Βρετανία θα έχει αναγνωρίσει επιτέλους ότι αν υπάρχει κάτι αρρωστημένο σ’ αυτή την περιοχή, αυτό δεν είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά η νεοσουλτανική Τουρκία του κ. Ερντογάν, σε ανίερη συμμαχία με τη νεοτσαρική Ρωσία του κ. Πούτιν. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η βάρβαρη εισβολή σε αδύναμα γειτονικά τους κράτη, την Κύπρο και την Ουκρανία αντίστοιχα, και η στρατιωτική κατοχή εδαφών τους. Απομένει να δούμε αν η Βρετανία, σαν εγγυήτρια δύναμη και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, θα δώσει την πλήρη και έμπρακτη υποστήριξή της στην Κυπριακή Δημοκρατία, όπως κάνει με την Ουκρανία, διαψεύδοντας μια για πάντα τον Τζακ Στρο.