Πενήντα χρόνια από την τραγωδία του 1974, το πραξικόπημα, την τουρκική εισβολή και την κατοχή του 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, αδιαμφισβήτητα το Κυπριακό βρίσκεται στην χειρότερη του φάση. Καθ’ όσον μας αφορά θα μπορούσαμε να μιλούμε για κατάντημα αφού η Κυπριακή Δημοκρατία και η ελληνική κυπριακή πλευρά, το θύμα της τουρκικής επιδρομής, έχουμε διολισθήσει σε ρόλο παράκλητου προς την τουρκική πλευρά για πραγματοποίηση συνομιλιών. Με έγερση θρασύτατων αξιώσεων για να συναινέσουμε σε απ’ ευθείας εμπόριο των κατεχομένων, απ’ ευθείας πτήσεις, άρση του εμπάργκο και ισότιμο διεθνές καθεστώς. Για να οδηγηθούμε, προτού καν ξεκινήσουν συνομιλίες σε αναγνώριση χωριστής κυριαρχίας δύο ισότιμων διεθνών οντοτήτων και σε τελική λύση δύο κρατών.

Με την κ. Ολγκίν να εκφράζει μεν την έκπληξη της για την άρνηση του κ. Τατάρ να προσέλθει σε συνομιλίες αλλά και με μήνυμα προς τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη «ότι γνωρίζει τι πρέπει να κάνει για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις». Προφανώς την ικανοποίηση των αξιώσεων του Ερσίν Τατάρ.

Το ότι φτάσαμε σε αυτό το κάκιστο σημείο να μας αντιμετωπίζει με πρωτοφανή αλαζονεία, έπαρση και θρασύτητα αξιώσεων η τουρκική πλευρά, θα πρέπει βέβαια να το αναζητήσουμε στα πλαίσια μιας γενναιόψυχης αυτοκριτικής. Με παραδοχή ολέθριων χειρισμών που οδήγησαν την διεθνή κοινότητα να παραγράψει και να διαγράψει τον διεθνή χαρακτήρα του κυπριακού και να το αντιμετωπίζει, του ΟΗΕ συμπεριλαμβανομένου, ως διακοινοτική διαμάχη. Γιατί, αντί εξ’ αρχής να καθορίσουμε ως αντίπαλη πλευρά την Τουρκία, ζητώντας μαζί της συνομιλίες για επίλυση της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού, συρθήκαμε σε μακροχρόνιες, ατελέσφορες και άκαρπες συνομιλίες με την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Αλλά και χωρίς εκπόνηση εναλλακτικών σχεδίων διαχείρισης του Κυπριακού. Όπως έγινε το 2004 στη Νέα Υόρκη, όταν ενώ το Εθνικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι δεν θα έπρεπε να αποδεχθούμε επιδιαιτησία επί του Σχεδίου Ανάν, ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και δημοψήφισμα χωρίς συμφωνία, αναγκαστήκαμε να τα αποδεχθούμε όλα, ακριβώς εξ’ αιτίας απουσίας εναλλακτικής στρατηγικής και τακτικής (Plan B).

Προφανώς όμως δεν είναι η ώρα της παρελθοντολογίας. Ενώπιον μας εγκυμονούνται σοβαροί κίνδυνοι να οδηγηθεί το Κυπριακό σε μια εκφυλιστική χρονιότητα παγίωσης των τετελεσμένων με σφραγίδα του ΟΗΕ. Ο οποίος θα κηρύξει αδιέξοδο μετά από την έκθεση της κ. Ολγκιν προς τον κ. Γκουτέρες. Με αβέβαιη, οποιαδήποτε νέα μεσολαβητική προσπάθεια αλλά και με συνέχιση περαιτέρω τουρκικών ενεργειών για αμετάκλητη παγίωση των τετελεσμένων. Όπως η επέκταση του οικοδομικού οργασμού επί των Ελληνοκυπριακών περιουσιών, ο εποικισμός της Αμμοχώστου και η υλοποίηση στρατιωτικών υποδομών από την Τουρκία – Ναυτική βάση στο Μπογάζι, στρατιωτικό αεροδρόμιο στο Λευκόνοικο.

Χωρίς καθυστέρηση θα πρέπει να διαμορφώσουμε την αναγκαία τακτική αντιμετώπισης των ορθαλμοφανών αυτών κινδύνων.

1.Ενημέρωση της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας για τις τουρκικές μεθοδεύσεις. Κατάδειξη της αδιαλλαξίας της τουρκικής πλευράς, ώστε να γίνει σαφές ότι είναι αυτή που δεν επιτρέπει την επίτευξη προόδου. Προειδοποίηση ότι αν δεν υπάρξουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις και πιέσεις προς την Τουρκία ούτε συνομιλίες θα υπάρξουν αλλά και αν πραγματοποιηθούν με διατήρηση των τουρκικών αξιώσεων, θα οδηγηθούν σε αποτυχία.

2.Άμεση διαμόρφωση, σε συνεργασία με την Ελλάδα, μιας στρατηγικής σε σχέση με την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών της Τουρκίας.

Οι ευρωτουρκικές σχέσεις είναι ο βασικός μοχλός, το ισχυρό όπλο, η δαμόκλειος σπάθη για να πειθαναγκαστεί η Τουρκία σε εκλογίκευση της συμπεριφοράς της και για συμμόρφωση της προς τους κανόνες του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.

Αυτό που επιβάλλεται είναι η διαμόρφωση στρατηγικής έτσι που να καταστήσουμε σαφές στους εταίρους μας, ότι δεν νοείται εξέλιξη των σχέσεων Τουρκίας – Ε.Ε. αν η Τουρκία αρνείται να εκπληρώσεις τις υποχρεώσεις της έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας που περιλαμβάνουν και την υποχρέωση να συνεργαστεί για λύση στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών και των Αρχών επί των οποίων εδράζεται η Ε.Ε. Να απαιτήσουμε συμμόρφωση της Τουρκίας στις λεγόμενες κυπρογενείς υποχρεώσεις της όπως αποφασίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2005 και επαναβεβαιώθηκαν από την λεγόμενη αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου 2005.

Ότι δεν μπορεί κανείς να αναμένει ότι θα συνεχιστεί απρόσκοπτα ο όποιος διάλογος Τουρκίας – Ε.Ε. ενώ η Τουρκία θα συνεχίζει την στρεψόδικο στάση της και θα συνεχίζει να περιφρονεί σκαιότατα τις υποχρεώσεις της έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Σε αυτό το σημείο να υπογραμμίσουμε ότι το Κυπριακό δεν μπορεί να μπαίνει στο περιθώριο, στο βωμό βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ασφαλώς επιθυμούμε την επίλυση των όποιων προβλημάτων με την Τουρκία. Στη βάση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Όμως να είναι σαφές. Η οριστική βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων περνά μέσα από την σωστή και δίκαιη λύση του Κυπριακού. Αυτό θα πρέπει να κατανοεί η ελληνική κυβέρνηση. Όσο συνεχίζεται η τουρκική κατοχή στην Κύπρο και όσο παραμένει άλυτο το Κυπριακό δεν νοείται οριστική βελτίωση των σχέσεων της Ελλάδας με την Τουρκία.

3.            Η διαμόρφωση περιγράμματος λύσης του Κυπριακού, με βάση το κοινό ανακοινωθέν του Εθνικού Συμβουλίου του Σεπτεμβρίου του 2009 και με επίσημη κατάθεση του, ενώπιον της διεθνούς και της Ευρωπαϊκής κοινότητας. Είναι αδιανόητο μισό σχεδόν αιώνα μετά την παράνομη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και τους δόλιους ισχυρισμούς της Τουρκίας ότι ο Κυπριακός Ελληνισμός δεν επιθυμεί λύση να αποφεύγουμε το αυτονόητο. Να καταθέσουμε είτε μια ολοκληρωμένη πρόταση λύσης, είτε ένα αδρό περίγραμμα αρχών λύσης. Με αυτό τον τρόπο θα καταρριφθεί η τουρκική προπαγάνδα και θα ισχυροποιηθεί η θέση μας σε διεθνές και Ευρωπαϊκό Επίπεδο.

4.            Με αποσύνδεση της εσωτερικής από τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού. Η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, η απομάκρυνση των εποίκων και η κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960, θα πρέπει να τεθούν ενώπιον της Τουρκίας, για να τοποθετηθεί ενώπιον των ευθυνών της. Να ζητήσουμε και να επιμείνουμε για τη συζήτηση της διεθνούς πτυχής σε διεθνή διάσκεψη, με συμμετοχή του ΟΗΕ, της Ε.Ε, των τριών εγγυητριών δυνάμεων και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

5.            Με προώθηση αιτήματος για υιοθέτηση δέσμης αρχών λύσης του Κυπριακού σε ένα προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ύστερα από σωστή προετοιμασία και επαφές με τα κράτη – μέλη.

6.            Με συνέχιση της προσπάθειας στην Ε.Ε για διορισμό πολιτικής προσωπικότητας εγνωσμένου κύρους και αδιαμφισβήτητης αντικειμενικότητας, ως ειδικού απεσταλμένου για το Κυπριακό, με όρους εντολής, να εποπτεύει ότι οι όποιές πρόνοιες της λύσης συζητούνται είναι συμβατές με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Να είναι σαφές ότι επικουρική θα είναι η συνδρομή της Ε.Ε στις βασικές προσπάθειες και πρωτοβουλίες του ΟΗΕ για επίτευξη λύσης.

7.            Με προώθηση διαβημάτων για εφαρμογή των ψηφισμάτων 550 (1984) και 789 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας και της συμφωνίας υψηλού επιπέδου του 1979 Κυπριανού – Ντεκτάς, για κατά προτεραιότητα επιστροφή της Αμμοχώστου.

Η ακινησία, οι απλές διακηρύξεις και η παθητική παρέλευση του χρόνου εμπεδώνουν τα κατοχικά δεδομένα. Είναι η ώρα για μια νέα αρχή με αξιοποίηση του διεθνούς κλίματος για προσήλωση στις αρχές του διεθνούς δικαίου ύστερα και από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

50 χρόνια μετά τη τραγωδία του 1974 δεν νοείται επανάπαυση, εφησυχασμός και συμφιλίωση με τη παθητική παρέλευση του χρόνου.

Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων.