Η ανθρώπινη φύση, ευτυχώς όχι στο σύνολό της, καταγράφει διαχρονικά την ανάγκη ανάδειξης της εγωκεντρικής της διάστασης, σαν μέσο ψευδαισθήνουσας επιβεβαίωσης ή και επιβολής, της «αποτελεσματικότητας» της διάστασης του ατομικισμού.

Στη σύγχρονη εποχή, η χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και η επιφανειακή προσέγγιση της επικοινωνιακής θεώρησης, καθιστά αυτή την ανεπαρκώς προσκαιρούσα πρακτική αφενός πιο εύκολη, αφετέρου όμως την κάνει και πιο ευδιακρίτως προσεγγίζουσα. Η αξιακή αρχή του αρχέγονου «μέτρου», δεν αναιρεί τη δημιουργική διάσταση ακόμα και του παρορμητικού ενθουσιασμού, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή δεν προκαλεί  μονοδιάστατες και ψευδεπίγραφες παραπομπές και ότι δεν δημιουργεί εικόνες που ξεπερνούν τα όρια της αποτύπωσης της αλήθειας. Στην αρχαιότητα, αυτή η υπερβολικά εγωκεντρική διάσταση, αναφερόταν ως ύβρις, προς τους Θεούς αρχικά, με την μετέπειτα έννοια της όμως, να διευρύνεται και σε πιο ανθρώπινες και γήινες «παραστρατικές» προσεγγίσεις.

Σε πιο απλά ελληνικά, η περιγραφή του μονοδιάστατου εγωκεντρισμού, λαμβάνει την έννοια της αλαζονείας, η οποία εκφράζεται με πολλούς τρόπους, είτε μέσα από την μετατροπή της συλλογικής δράσης, σε μονόπλευρη «επιτυχία», είτε ως ισοπεδωτική θεώρηση των πραγμάτων, μέσα από την αδυναμία της αποδοχής δεδομένων που, είτε δεν μπορούν να τύχουν διαχείρισης, είτε και που δεν συντάσσονται με την λογική του λαϊκισμού, της πλάνης και της δογματικής δημαγωγίας.

Σε ένα καλά δομημένο σύστημα εργασιακών σχέσεων, τριμερούς συνεργασίας και κοινωνικού διαλόγου, υπενθυμίζεται πως, οι κοινωνικοί εταίροι δεν «υιοθετούν» αλλά συνδιαμορφώνουν πολιτικές, δράσεις και μέτρα. Η λογική πως, «η κυβέρνηση ενισχύει την επάρκεια των μισθών με τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και την ενεργό μεσολάβηση για τη συνομολόγηση συμφωνιών που αυξάνουν τους μισθούς για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα», από μόνη της, είναι στρεβλή, μονοδιάστατη και επικίνδυνα ανυπόστατη.

Η επιλογή των μοναχικών αποτελεσμάτων παραπέμπει σε άλλες πρακτικές και θα πρέπει να προσεχθεί, κυρίως ως διαδικασία η οποία όταν γίνεται επαναλαμβανόμενα, μπορεί να είναι και επιβλαβής. Δυστυχώς διαφαίνονται συνεχώς, τάσεις αποδόμησης ενός συστήματος που έχει μπορέσει να διαχειριστεί και να επιλύσει προβλήματα, που έθεσαν σε περιόδους κρίσης έντονα σε κίνδυνο το κράτος πρόνοιας, την κοινωνικοοικονομική σταθερότητα, την υγιή ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, ως απότοκο της συνεργασίας και της αλληλεγγύης ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους. Και επειδή ο χρόνος περνά πολύ πιο γρήγορα από ότι ενδεχομένως να θεωρείται, σημείο αναφοράς για όλους τους φορείς πολιτικής παρέμβασης, δεν αποτελεί μόνο η κληρονομιά, αλλά κυρίως το κληροδότημα.

Οι αρχές και οι αξίες, είτε αφορούν τη διαδικασία είτε την ουσία, δεν πρέπει να κλονίζονται, διαφορετικά είτε δεν μπορούν να αξιολογούνται ως τέτοιες, είτε οι διαχειριστές τους αποτυπώνουν επικίνδυνη αμέλεια ή και συνειδητή ανεπάρκεια.

Οι λέξεις πολλές φορές, όσο και εάν προσομοιάζουν, είτε ακόμα και εάν η ρίζα είναι κοινή, αποτυπώνουν διαφορετικές έννοιες, όπως αυτή του «νέμω» και του «νέμομαι». Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί πως, εκεί όπου υπάρχουν και εφαρμόζονται οι διαδικασίες, μπορούν να προωθηθούν διορθωτικές επιλογές, αποτρέποντας την ανάγκη παρέμβασης της Νέμεσης για την επιβολή της κάθαρσης.

Τέλος, η λεκτική προσομοίωση με τον Νέμο, δεν παραπέμπει στο συμπαθητικό κινούμενο σχέδιο ψάρι-κλόουν, αλλά στη λατινική λέξη που σημαίνει «κανείς», η ομηρική χρήση της οποίας εγκλωβίζει τον Κύκλωπα και αναδεικνύει το πολυμήχανο του Οδυσσέα. Ελπίζω όμως πως, θα παραμείνουμε σε πιο απλές έννοιες και σε επαναφορά της τάξης, αποφεύγοντας την πορεία προς την Ιθάκη και την αναφορά σε Λαιστρυγόνες  και μνηστήρες, ψάχνοντας εναγωνιωδώς τον Άργο και τον Ευμαίο.  

*Γενικός Γραμματέας ΣΕΚ.