Με τον μανδύα του «δημοσίου συμφέροντος», αξιωματικοί αποστρατεύονται πρόωρα, οριζόντια, χωρίς ουσιαστική αιτιολογία. Οι αποφάσεις αυτές φέρουν κατά κανόνα το ίδιο, στερεότυπο αιτιολογικό – «για λόγους δημοσίου συμφέροντος» – το οποίο δεν συγκεκριμενοποιείται, δεν τεκμηριώνεται και δεν αντέχει σε κανέναν έλεγχο αναλογικότητας ή διαφάνειας.
Έτσι, το κράτος αποφασίζει αυθαίρετα να τερματίσει, με συνοπτικές διαδικασίες, τη διαδρομή ανθρώπων που υπηρέτησαν για δεκαετίες με αφοσίωση την πατρίδα. Χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση, χωρίς προσωπική ευθύνη ή αντικειμενικό κώλυμα. Με μόνη «κατηγορία» ότι, στην εσωτερική πυραμίδα ισχύος, δεν τυγχάνουν πολιτικής ή διοικητικής εύνοιας.
Απέναντι σε αυτή τη θεσμική προσβολή, οι αξιωματικοί προσφεύγουν στα δικαστήρια. Δίνουν μάχες άνισες, επίπονες, οικονομικά εξοντωτικές, προκειμένου να διεκδικήσουν το αυτονόητο: Να κριθούν δίκαια, να εργαστούν ως ισότιμα μέλη ενός θεσμού που διακήρυξε την αξιοκρατία αλλά εφαρμόζει τη μεροληψία. Και όταν, μετά από χρόνια, το Διοικητικό Δικαστήριο τους δικαιώσει, το Υπουργείο Άμυνας, αντί να σεβαστεί τη δικαστική κρίση, τους επανακρίνει και τους αποστρατεύει εκ νέου – με την ίδια φτηνή επίκληση του «δημοσίου συμφέροντος».
Αυτό δεν είναι απλώς θεσμική παθογένεια. Είναι συνταγματική εκτροπή.
Και η ζημιά δεν περιορίζεται στα αδίκως θιγόμενα πρόσωπα. Διαβρώνει το εσωτερικό της Εθνικής Φρουράς. Κλονίζει τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των στελεχών, γεννά ανασφάλεια, αίσθημα αδικίας και ηθική αποκαρδίωση. Στρέφει τα στελέχη προς τον κομματισμό, όχι ως ιδεολογική επιλογή, αλλά ως αναγκαία άμυνα απέναντι σε μια αυθαίρετη και αδιαφανή μηχανή. Μετατρέπει την πολιτική προστασία σε εργαλείο επιβίωσης. Όταν το σύστημα δεν επιβραβεύει την επαγγελματική επάρκεια αλλά την πολιτική σύνδεση, τότε ολόκληρη η δομή της Εθνικής Φρουράς γίνεται ευάλωτη – και τελικά, μη αξιόμαχη.
Το χειρότερο όμως είναι άλλο: Το ίδιο το κράτος, αυτό που θα όφειλε να αποτελεί υπόδειγμα νομιμότητας και σεβασμού στις δικαστικές αποφάσεις, δίνει το παράδειγμα της παρανομίας. Όταν η εκτελεστική εξουσία παρακάμπτει ή ευτελίζει τις κρίσεις των δικαστηρίων, τότε το πολίτευμα μετατρέπεται σε σκηνικό προσχημάτων. Το κράτος δικαίου γίνεται επιλεκτικό προνόμιο, όχι καθολική εγγύηση.
Η Πολιτεία έχει χρέος – ηθικό, νομικό και θεσμικό – να βάλει τέλος σε αυτή την πρακτική. Ο θεσμός των κρίσεων και αποστρατειών δεν μπορεί να είναι πεδίο συναλλαγής ή μηχανισμός εκκαθαρίσεων. Οφείλει να υπηρετεί την αξιοκρατία και την επιχειρησιακή ανάγκη, όχι τα κομματικά γραφεία και τις σκοπιμότητες της εκάστοτε ηγεσίας.
Καταληκτικά, ο στρατός χτίζεται πάνω στην πειθαρχία, αλλά στηρίζεται στην εμπιστοσύνη. Όταν αυτή διαρραγεί, δεν αποδυναμώνονται απλώς οι άνθρωποι αποδομείται η ίδια η έννοια της εθνικής άμυνας.
*Ταξίαρχος ε.α.