Η πρόσφατη ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου (ΑΔΣ), με την οποία επιβεβαιώνεται ότι η μόνη δικαστής της οποίας δεν εγκρίθηκε η μονιμοποίηση είναι η κα Ντόρια Βαρωσιώτου, δεν αμβλύνει τις εντυπώσεις. Το ΑΔΣ αρκέστηκε στην ανακοίνωση ότι επτά δικαστές μονιμοποιούνται, τρεις παραμένουν υπό δοκιμασία για ακόμη έξι μήνες και μία παύεται – η κα Βαρωσιώτου. Η κα Βαρωσιώτου είναι η μόνη δικαστής που παύεται. Είναι επίσης η μόνη που με το δικαστικό πόρισμα 10 Μαΐου 2024 (Θανατική Ανάκριση: 104/05) αναγνώρισε εγκληματική ενέργεια στον θάνατο Θανάση Νικολάου, ανατρέποντας τη γραμμή του κράτους περί αυτοχειρίας.

Το εν λόγω πόρισμα ήταν νομικά τεκμηριωμένο, εντός των ορίων του Περί Θανατικών Ανακρίσεων Νόμου (Κεφ. 153). Δεν υπέδειξε ενόχους, δεν προσέβαλε το τεκμήριο αθωότητας, δεν εξετράπη της δικαιοδοσίας της, αλλά περιορίστηκε στη διαπίστωση της αιτίας θανάτου, αξιοποιώντας ανεξάρτητες ιατροδικαστικές γνωματεύσεις, επιστημονική βιβλιογραφία αντικειμενικά ιατροδικαστικά ευρήματα. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (ΑΔ), παρά την επισήμανση ερμηνευτικών σφαλμάτων, δεν ανακάλεσε το πόρισμα.

Λίγες εβδομάδες μετά την έκδοση αυτού του πορίσματος, η κα Βαρωσιώτου μετακινήθηκε από το Ποινικό στο Αστικό Τμήμα. Και σήμερα, είναι η μόνη που αποπέμπεται από το δικαστικό σώμα, χωρίς δημόσια αιτιολόγηση, στο πλαίσιο κατά τα λοιπά τυπικής διαδικασίας αξιολόγησης.

Η χρονική αλληλουχία των γεγονότων, ακόμη κι αν εκληφθεί ως σύμπτωση, γεννά αντικειμενικά εύλογη υπόνοια εκδικητικής παρέμβασης, με αφετηρία το ρηξικέλευθο πόρισμά της στην υπόθεση του Θανάση. Διότι στη δικαιοσύνη δεν αρκεί να απονέμεται – οφείλει να φαίνεται ότι απονέμεται, αμερόληπτα και ανεπηρέαστα. Δεν απαιτείται απόδειξη σκοπιμότητας, αρκεί η εικόνα, η εντύπωση μεροληψίας ή αυθαιρεσία για να κλονίσει τη πίστη στους θεσμούς. Και εν προκειμένω, δημιουργείται ο συνειρμός ότι η παύση της είναι εργαλείο «παραδειγματισμού» ή εκκαθάρισης αμφιλεγόμενων υποθέσεων.

Από νομικής σκοπιάς:

1.Σύμφωνα με τον Περί Απονομής Δικαιοσύνης Νόμο (Ν. 33/64), το ΑΔΣ έχει την εξουσία να αποφασίζει εάν θα επικυρώσει τη μονιμοποίηση των επαρχιακών δικαστών μετά τη δοκιμαστική περίοδο, απόφαση η οποία πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς και δεόντως (Αρ. 10(5)(α) Ν.33/64).

2.Η μη μονιμοποίηση (ή αλλιώς, παύση διορισμού) δικαστή είναι σπανιότατη στην Κύπρο. Εφαρμόστηκε σε πολύ μεμονωμένες περιπτώσεις. Ακριβώς για τον λόγο αυτό, η λήψη μιας τέτοιας απόφασης από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο προϋποθέτει άρτια αιτιολογημένη κρίση, βασισμένη σε αντικειμενικά και αποδεδειγμένα δεδομένα. Δεν αρκεί η αναφορά σε αποσπασματικές παραλείψεις ή μεμονωμένα λάθη – ακόμη και αν προκύπτουν από συγκεκριμένες υποθέσεις. Η σοβαρότητα και η σπανιότητα του μέτρου επιβάλλει όπως η αξιολόγηση συνάδει με τις αρχές της αναλογικότητας, διαφάνειας και λογοδοσίας, ενώ πρέπει να διασφαλίζεται και η δικονομική προστασία του ενδιαφερόμενου προσώπου.

3.Ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το πόρισμα της κας Βαρωσιώτου παρουσίαζε νομικά σφάλματα – όπως επισημάνθηκε από το Ανώτατο – η εξίσωση ενός ερμηνευτικού σφάλματος με έλλειψη επάρκειας ή καταλληλότητας προς μονιμοποίηση της δικαστού είναι θεσμικά επικίνδυνη και νομικά έωλη.

4.Ως προς τα διαθέσιμα ένδικα μέσα: η ενδιαφερόμενη δικαστής δύναται να αιτηθεί πρόσβαση στα πρακτικά της απόφασης του ΑΔΣ και να ασκήσει ένσταση ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου εντός δέκα ημερών από την κοινοποίηση. Η διαδικασία αυτή, εφόσον ενεργοποιηθεί, οδηγεί στην αναστολή της απόφασης του ΑΔΣ ωσότου το ΑΣΔ αποφασίσει επί της ενστάσεως. Τονίζεται ότι η ένσταση τίθεται ενώπιον δικαστών άλλων από εκείνους που συγκροτούν το ΑΔΣ (δηλ. το Ανώτατο Δικαστήριο), διασφαλίζοντας έναν βαθμό θεσμικής αποσύνδεσης και αμερόληπτης κρίσης [Αρ. 10(ζ), Ν. 33/64].

5.Εάν η ένσταση απορριφθεί, η ενδιαφερόμενη δύναται να προσφύγει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, επικαλούμενη ενδεχόμενη παραβίαση των δικαιωμάτων της βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η προϋπόθεση εξάντλησης των εσωτερικών ενδίκων μέσων πληρούται, καθότι στην εν λόγω διαδικασία (Αρ.10(ζ), Ν.33/64) το ΑΣΔ λειτουργεί ως δευτεροβάθμιο δικαστικό συμβούλιο.

Καταληκτικά: Η κα Βαρωσιώτου δεν είναι υπεράνω κριτικής. Ουδείς δικαστής είναι. Το ζήτημα δεν εξαντλείται στο αν αδικήθηκε η ίδια. Το ουσιώδες είναι ότι διαμορφώνεται επικίνδυνο προηγούμενο: η δοκιμαστική περίοδος, αντί να λειτουργεί ως αξιολογικό στάδιο βάσει θεσμικά αποδεκτών κριτηρίων (νομική επάρκεια, ακεραιότητα, επαγγελματισμός, συμπεριφορά), φαίνεται να μετατρέπεται σε πειθαρχικό φίλτρο.

*Δικηγόρος