Πριν από λίγες εβδομάδες, οι ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας, Εμανουέλ Μακρόν και Φρίντριχ Μερτς, δημοσίευσαν άρθρο στον διεθνή τύπο με τον εύγλωττο τίτλο: «Η Ευρώπη πρέπει να εξοπλιστεί για να επιβιώσει στον ασταθή κόσμο της εποχής μας». Στο άρθρο αυτό διατυπώνεται με σαφήνεια η κοινή βούληση του γαλλογερμανικού άξονα να θωρακίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στις προκλήσεις της εποχής, με κυρίαρχη την ρωσική απειλή.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η απειλή για τις χώρες της Βαλτικής, την Πολωνία και τη Ρουμανία, προβάλλονται –δικαίως– ως άμεσοι κίνδυνοι για την ενωσιακή ασφάλεια. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Ευρώπη ενισχύει πρακτικά την αλληλεγγύη της, με τη σταθερή ανάπτυξη γαλλικών και γερμανικών στρατευμάτων στη Λιθουανία, τη Ρουμανία και την Πολωνία, ενισχύοντας τα εξωτερικά ανατολικά σύνορα της Ένωσης.
Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη ανάπτυξη της 45ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας στη Λιθουανία, κατ’ απόφαση του Γερμανού καγκελάριου, ως απάντηση στην επιθετικότητα της Ρωσίας. Όμως, η γεωπολιτική απειλή δεν περιορίζεται στον ρωσικό αναθεωρητισμό.
Η Ευρώπη καλείται να διακρίνει και να αντιμετωπίσει μια άλλη, εξίσου επικίνδυνη μορφή αναθεωρητισμού: τον νεοοθωμανικό επεκτατισμό της Τουρκίας. Η Κύπρος, η Κρήτη και το Αιγαίο δεν απειλούνται λιγότερο από ό,τι η Βαλτική. Αντίθετα, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή μιας στρατηγικής αμφισβήτησης της Εδαφικής Ακεραιότητας της Ε.Ε. από ένα καθεστώς που εκφράζει με σαφήνεια το όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», ενός γεωπολιτικού αφηγήματος που εκτείνεται από τα Βαλκάνια μέχρι τον Καύκασο και από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι την Αφρική.
Η Τουρκία αμφισβητεί έμπρακτα την κυριαρχία δύο κρατών-μελών της Ε.Ε.: της Κύπρου, μέσω της παράνομης κατοχής του βόρειου τμήματος της νήσου, και της Ελλάδας, μέσω του τουρκολιβυκού μνημονίου και της αμφισβήτησης της κυριαρχίας στο Αιγαίο. Αν όλα αυτά δεν συνιστούν απειλή για την Ευρωπαϊκή Επικράτεια, τότε τι;
Η Ε.Ε. δεν μπορεί να εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά στην αμυντική της στρατηγική. Αν η ανάπτυξη γερμανικών και γαλλικών δυνάμεων στην Πολωνία και στη Λιθουανία αποτελεί πράξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, τότε η απουσία αντίστοιχων μέτρων στην Ανατολική Μεσόγειο είναι αδικαιολόγητη. Η Κύπρος, η Κρήτη και το Αιγαίο είναι επίσης τμήματα της Ευρωπαϊκής Επικράτειας και απειλούνται άμεσα.
Επιπλέον, η Τουρκία όχι μόνο δεν ευθυγραμμίζεται με τις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά τις υπονομεύει συστηματικά, ενισχύοντας την ρωσική οικονομία και κατ’ επέκταση τη ρωσική πολεμική μηχανή. Την ίδια στιγμή, επιδιώκει να συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα – μια κραυγαλέα αντίφαση που υπονομεύει τη στρατηγική συνοχή της Ένωσης.
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί οφείλουν να επανεξετάσουν τη στάση τους. Η προστασία της Ενωσιακής Επικράτειας πρέπει να είναι καθολική και όχι επιλεκτική. Όπως υπερασπίζονται την ελευθερία και την ασφάλεια στο Βίλνιους, στο Βουκουρέστι και στη Βαρσοβία, έτσι οφείλουν να το πράξουν και στη Λευκωσία, στο Ηράκλειο και στη Μυτιλήνη.
Η Γαλλία, ειδικά, με τη διαχρονική της πίστη στην ιδέα της «ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας», έχει την ιστορική ευκαιρία να ηγηθεί μιας νέας στρατηγικής που δεν θα αγνοεί την Ανατολική Μεσόγειο. Η Κύπρος, ως προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε. το πρώτο εξάμηνο του 2026, οφείλει να θέσει ψηλά στην ατζέντα την έννοια της Εδαφικής Ακεραιότητας της Ευρωπαϊκής Επικράτειας – όχι ως αφηρημένη αρχή, αλλά ως πρακτική ανάγκη για την επιβίωση της ίδιας της Ένωσης.
Η απουσία ισόρροπης αντιμετώπισης των απειλών θα συνιστά όχι μόνο στρατηγικό αλλά και ηθικό λάθος. Και θα έχει βαρύ τίμημα.
*Πρώην Υπουργός Κυπριακής Δημοκρατίας