Τα πιο κάτω αποτελούν καλόπιστη περισυλλογή με επίκεντρο τις πρόσφατες πυρκαγιές και την πολιτική διαχείριση στο πλαίσιο της ΕΕ, τις δυνατότητες της Κύπρου, συμπεριφορές πολιτικής παρακμής εντός κι εκτός Κύπρου  και προπαντός την έλλειψη διορατικότητας.
 
Πάντως, η απουσία έγκαιρης και έμπρακτης συνδρομής του αρμόδιου Μηχανισμού από την ΕΕ προς την Κύπρο, είναι γεγονός κρίνοντας εκ του αποτελέσματος και τίθεται ζήτημα ισότιμης και δίκαιης παροχής συνδρομής. Προς τούτο, σε επικοινωνία μου με την Πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου παρέθεσα τα γεγονότα καθώς και με παρέμβασή μου προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Και στις δύο περιπτώσεις, έθεσα επιπλέον επιτακτικά, την εισήγησή μου από το 2021, ως Προέδρου της Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο, για μόνιμη εγκατάσταση στην Κύπρο, επιτελείου και δύναμης του Μηχανισμού της ΕΕ, που θα ήταν επωφελής για τα κράτη της ΕΕ στην Μεσόγειο και σε συνεργασία με χώρες εκτός ΕΕ, στο πλαίσιο της στρατηγικής για καλή γειτονία ευρύτερα. Μάλιστα, είχα ζητήσει ενίσχυση σε θεσμικό, οικονομικό και επιχειρησιακό επίπεδο μαζί με άλλα, πράγμα που η ολομέλεια της «Ένωσης για την Μεσόγειο» στήριξε. Η εκτίμηση μου ήταν από τότε (2021) ότι ένας τέτοιος Μηχανισμός με μόνιμη εγκατάσταση στην Κύπρο κι ευρύτερα ως Μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων, θα μπορούσε στην συνέχεια να ενταχθεί στο πλαίσιο μιας Ευρωμεσογειακής Άμυνας και Ασφάλειας με ιδρυτικά μέλη Γαλλία, Ελλάδα, Κύπρο και ενδεχομένως σε συνεργασία με τρίτες χώρες, όπως Αίγυπτος, Ισραήλ, Ιορδανία και άλλα μέλη του «Φόρουμ Φυσικού Αερίου Ανατ. Μεσογείου» (EMGF). Αυτή η εισήγηση τέθηκε πριν καν τον πόλεμο στην Ουκρανία και με ξεκάθαρη στρατηγική αξία ειδικά για την Κύπρο. Το απογοητευτικό είναι να αντιλαμβάνονται την διορατικότητα της πρότασης οι ξένοι και να απογοητεύουν οι δικοί μας αξιωματούχοι στην ΕΕ, Κύπρο ή Ελλάδα, για λόγους ανεξήγητους, αλλότριους ή γιατί δεν εξυπηρετούσε τις ατομικές τους φιλοδοξίες για ανέλιξη αφού η εισήγηση δεν ετύγχανε της εύνοιας της επικρατούσας πολιτικής ελίτ στις Βρυξέλλες.
 
Επανερχόμενοι όμως στα όσα διαδραματίστηκαν στην Κύπρο τις προάλλες και αναγνωρίζοντας τις πρωτοφανείς συνθήκες, εύλογα διερωτάται κάποιος τι θα συνέβαινε σε περίπτωση τουρκικής επιδρομής, είτε κάποιας υβριδικής επίθεσης. Εκείνο όμως που προκάλεσε δυσφορία, είναι που πολιτικοί χωρίς αρμοδιότητα για το θέμα, να εμφανίζονται στον χώρο συντονισμού της κρίσης για … ενημέρωση. Αυτός ο διαγωνισμός να προστρέξουν διάφοροι, έως και … τριτοκλασάτα στελέχη κομμάτων για να ενημερωθούν για την πυρκαγιά, επιβαρύνοντας το κέντρο συντονισμού στην πιο κρίσιμη ώρα της κρίσης, είναι κυρίως μια επικοινωνιακή τακτική που θα πρέπει επιτέλους να τελειώσει με ρύθμιση. Κι επειδή υπάρχει κι η μερίδα που θα εκμεταλλευτεί οτιδήποτε για να κερδίσει πόντους στην κομματική αντιπαλότητα, αυτό αποτελεί πρόσθετο λόγο για ρύθμιση του θέματος. 

Καταλήγοντας, επαναφέρω εκείνο που παρέθεσα και στην ΕΕ: «Οι αναρτήσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης από επικεφαλής θεσμικών οργάνων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Προέδρου της Επιτροπής κ. φον ντερ Λάιεν, που αναφέρονται σε αλληλεγγύη και συμπαράσταση, δεν υποκαθιστούν την έμπρακτη παροχή συνδρομής για την οποία συστάθηκε ο Ευρωπ. Μηχανισμός.»

Όλα τα πιο πάνω παρατίθενται χωρίς πρόθεση μετάθεσης ευθυνών για αδυναμίες στον εσωτερικό συντονισμό και στην αντιμετώπιση της φονικής πυρκαγιάς, αναγνωρίζοντας πλήρως τις αξιοθαύμαστες προσπάθειες όλων των δυνάμεων πυρόσβεσης, ένστολων και μη, συμπεριλαμβανομένων των εθελοντών.

*Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ – S&D