Οι αρχαιολόγοι και οι κατέχοντες την ύπαρξη τους στην Πάφο, το χαρακτηρίζουν χαριτολογώντας ως το «δίδυμο αδελφάκι» των Τάφων των Βασιλέων. Είναι της ίδιας εποχής και της ίδιας τεχνοτροπίας με το περίφημο ανά τον κόσμο μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς στην Κάτω Πάφο, με πολλούς μάλιστα να το θεωρούν το ίδιο εντυπωσιακό. Ενώ όμως οι Τάφοι των Βασιλέων αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία της Κύπρου και όχι μόνο, το περί ου ο λόγος μνημείο είναι άγνωστο ακόμη και σε πολλούς παφίτες.
Ο λόγος για τους Ελληνόσπηλιους, ένα ταφικό σύστημα στη συνοικία Αναβαργός στον Δήμο Πάφου, που μόλις πρόσφατα άρχισε να αποκτά τη σημασία που της αποδίδουν αρχαιολόγοι και άλλοι επιστήμονες, χάρη και σε αυτή την περίπτωση στα όσα καλά μας έφερε και μας άφησε ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης. Πέραν του οφέλους της «γνωριμίας» μεγάλου μέρους της τοπικής κοινωνίας με την ύπαρξη του, το συγκεκριμένο εντυπωσιακό μνημείο της πόλης αρχίζει πλέον με ενέργειες του Τμήματος Αρχαιοτήτων να βγαίνει από την λήθη, να αποκτά προβολή και να επιχειρείται η αξιοποίηση του από τον Δήμο και άλλους φορείς της Πάφου ως ένας ακόμη μοναδικός χώρος αρχαιολογικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος στην πόλη.
Σύμφωνα με τους αρμόδιους του Τμήματος Αρχαιοτήτων, οι Ελληνόσπηλιοι αποτελούν, επί της ουσίας, όπως και το μνημειακό συγκρότημα των Τάφων των Βασιλέων ή των αντίστοιχων χώρων στον Άγιο Γεώργιο Πέγειας, μια αρχαία νεκρόπολη. Ένα αρχαιολογικό χώρος μεγάλης σπουδαιότητας σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, αλλά άγνωστο για τους ξένους επισκέπτες και για πολλούς κύπριους, ακόμη και πάφιους.
Είναι δε χαρακτηριστικό της «λήθης» που τους περιβάλλει το γεγονός ότι για τους Ελληνόσπηλιους δεν υπάρχουν ακόμη καταγεγραμμένες εκτενείς μελέτες στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, αν και οι λειτουργοί του τελευταίου ασχολούνται με το μνημείο και μάλιστα τα τελευταία χρόνια ήταν σε εξέλιξη ένα ευρέως φάσματος πρόγραμμα με εργασίες καθαρισμού, στήριξης και ανάδειξης του.
Οι Ελληνόσπηλιοι βρίσκονται στη νότια πλευρά της συνοικίας Αναβαργός, στα βόρεια όρια του Δήμου Πάφου. Σύμφωνα με αρχαιολογικούς λειτουργούς και μελετητές, αποτελούν μέρος ενός εκτενούς νεκροταφείου των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων με αρκετά δείγματα λαξευτών τάφων από τους οποίους πολλοί έχουν συληθεί. Ότι απέμεινε είναι τρία συνεχόμενα και αλληλένδετα μνημειακά ταφικά σύνολα, με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά γνωρίσματα. Κηρύχθηκαν αρχαία μνημεία Α΄ Πίνακα από το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Επιστήμονες που κατά καιρούς ασχολήθηκαν με τον χώρο υποστηρίζουν ότι ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος από τους τρεις τάφους συναγωνίζεται στις λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής του κατασκευής τη μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα των Τάφων των Βασιλέων στην Κάτω Πάφο.
Οι Ελληνόσπηλιοι αποτελούν ένα μεγάλο και ενιαίο ταφικό συγκρότημα, ολότελα λαξευμένο στο σκληρό ασβεστολιθικό βράχωμα που πλαισιώνεται από μια τετράγωνη υπαίθρια αυλή, βάθους τριών περίπου μέτρων από την επιφάνεια του εδάφους.
Στη νότια και ανατολική πλευρά της αυλής σχηματίζονται δυο ομοιόμορφες στοές πλάτους 1,45 μέτρων, που η κάθε μια υποβαστάζεται από οκτώ τετράγωνους μονολιθικούς πεσσούς σε ευθύγραμμη διάταξη. Στους κάθετους λαξευτούς τοίχους των δυο στοών επινοήθηκαν σε ίσες αποστάσεις διάφορα ανισομεγέθη ορθογώνια ανοίγματα-δρόμοι που οδηγούν σε μεγάλους νεκρικούς θαλάμους, ορθογώνιου ή τετράγωνου σχήματος με επίπεδες στέγες. Ο μεγαλύτερος νεκρικός θάλαμος βρίσκεται στο μέσο του τοίχου της νότιας στοάς και είναι προσιτός από μια μεγάλη είσοδο με επιμελημένη, εγχάρακτη γραμμική διακόσμηση.
Το σύνολο των αρχιτεκτονικών δεδομένων του τάφου εντάσσεται χρονολογικά στο τέλος των Ελληνιστικών και τις αρχές των Ρωμαϊκών χρόνων και θυμίζει τη γενική αρχιτεκτονική μορφή των τάφων των Βασιλέων στην Κάτω Πάφο. Όλοι οι νεκρικοί θάλαμοι φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν για πολλές διαδοχικές ταφές κυρίως στη Ρωμαϊκή εποχή τις οποίες συνόδευαν πλούσια ταφικά κτερίσματα τα οποία καρπώθηκαν οι άγνωστοι μέχρι σήμερα τυμβωρύχοι.
Οι Ελληνόσπηλιοι χρησιμοποιήθηκαν και στους χριστιανικούς χρόνους ως «ασκηταριά», σύμφωνα με τις μελέτες από το Ίδρυμα της Μονής Κύκκου, αλλά και από τις έρευνες των αρχαιολόγων. Αρκετοί ασκητές χρησιμοποιούσαν τους χώρους για την ασκητική τους, όπως συνέβαινε και σε άλλους παρόμοιους χώρους.
Χρησιμοποιήθηκαν και παρεκκλήσι χριστιανικό
Από τα λίγα γραπτά κείμενα που υπάρχουν σήμερα ως προς το σχετικά άγνωστο μνημείο στα βόρεια όρια της Πάφου, είναι και το ακόλουθο, αγνώστου συγγραφέα, που είναι αναρτημένο σε ιστότοπο του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Τράπεζας Κύπρου:
«Τα νότια σύνορα του χωριού Αναβαργός ενώνονται με εκτενέστατο νεκροταφείο των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων με αρκετά δείγματα λαξευτών τάφων, από τους οποίους οι πιο πολλοί συλήθηκαν στο μακρινό παρελθόν. Τρεις από τους συλημένους τάφους με την επωνυμία Ελληνόσπηλιοι, ακριβώς στους πρόποδες του χωριού, που παρουσιάζουν ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά γνωρίσματα και που αποτελούν τρία συνεχόμενα και αλληλένδετα μνημειακά ταφικά σύνολα, κηρύχθηκαν αρχαία μνημεία Α’ πίνακα από το Τμήμα Αρχαιοτήτων και προστατεύτηκαν με μεταλλικό περίφραγμα, γιατί για πολλά χρόνια στο παρελθόν εχρησιμοποιούντο σαν μάντρες αιγοπροβάτων. Μερικά δείγματα τοιχογραφιών με ολοκάθαρα σχήματα σταυρών μαρτυρούν ότι ο τάφος χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερες περιόδους ως παρεκκλήσι από τους Χριστιανούς».