Τους ισχυρισμούς της τουρκικής αντιπροσωπείας περί «απομόνωσης των Τ/κ στη «Βόρεια Κύπρο», αντέκρουσε ενώπιον της Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, η βουλεύτρια Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, η οποία συμμετείχε σε συζήτηση με θέμα τις πρόσφατες προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Η κα Ερωτοκρίτου τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι δεν υπάρχει Βόρεια Κύπρος, υπάρχει μόνο κατεχόμενη Κύπρος, υποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει εμπάργκο κατά των Τουρκοκυπρίων. Σημείωσε ακόμη ότι η διεθνής κοινότητα αρνείται να συναλλάσσεται με την υποτελή διοίκηση της Τουρκίας στα κατεχόμενα.

«Αυτό στο μυαλό του κ. Ερντογάν μπορεί να είναι εμπάργκο, στα μάτια του υπόλοιπου κόσμου, ωστόσο, είναι τήρηση του διεθνούς δικαίου. Ας λύσουμε το Κυπριακό με βάση τις αξίες του Συμβουλίου της Ευρώπης. Εμείς είμαστε έτοιμοι, εσείς; ρώτησε η Κύπρια βουλεύτρια. Η κα Ερωτοκρίτου επεσήμανε ότι οι συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία μεταβάλλουν σημαντικά την αρχιτεκτονική ασφάλειας, τόσο της Ευρώπης όσο και του υπόλοιπου κόσμου».

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ανέφερε η κα Ερωτοκρίτου, έχει καταδείξει ότι η ασφάλεια στην Ευρώπη ήταν επίπλαστη και εύθραυστη. Η υπερβολική σημασία που προσέδωσε η Ευρώπη όλα τα προηγούμενα χρόνια στην τήρηση της δημοσιονομικής και οικονομικής σταθερότητας αποδείχθηκε μάταιη. Όπως διαφαίνεται και στην πράξη, τόνισε η Κύπρια βουλεύτρια, δεν νοείται ευμάρεια και σταθερότητα, εάν δεν διασφαλιστούν εκ των προτέρων και ως απαραίτητη προϋπόθεση η ειρήνη, η ασφάλεια και το κράτος δικαίου. Η κα Ερωτοκρίτου προειδοποίησε, εξάλλου, ότι ορισμένες διασυνοριακές απειλές και προκλήσεις, όπως είναι οι κυβερνοεπιθέσεις και η κλιματική αλλαγή, έχουν υποτιμηθεί και εάν δεν τύχουν άμεσης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης, οι συνέπειές τους μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνες.

Η κα Ερωτοκρίτου έκανε ειδική αναφορά στην εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος, επισημαίνοντας τη σύνδεση της τακτικής αυτής με τη ριζοσπαστικοποίηση μερίδας του μεταναστευτικού πληθυσμού να συνιστά σημαντικό αποσταθεροποιητικό παράγοντα εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Οι προκλήσεις ασφάλειας, ανέφερε η κα Ερωτοκρίτου, ήταν, είναι και θα εξακολουθήσουν να είναι ίδιες, έχοντας ως κύριες αιτίες τη μη εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και σοβαρά ελλείμματα όσον αφορά στο κράτος δικαίου και στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι σημαντικό δε να λεχθεί, τόνισε η κα Ερωτοκρίτου, ότι όσα κράτη παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και εισβάλλουν σε γειτονικά κράτη, παραβιάζουν επίσης το κράτος δικαίου και υπονομεύουν τις δημοκρατικές αρχές και τα ανθρώπινα δικαιώματα των ίδιων τους των πολιτών.