Τον κ. Θεοδόση Τσιόλα έδειξε ο Γενικός Ελεγκτής ως τον υπεύθυνο για τυχόν ευθύνες από την παράνομη, όπως τη θεωρεί ο ίδιος καθώς και βουλευτές τριών κομμάτων, μονιμοποίηση στο Δημόσιο της αδελφότεκνης του Προέδρου της Δημοκρατίας και άλλων τριών γραφέων, των οποίων ο μισθός, σε οκτώ χρόνια, έφτασε τον μισθό άλλων γραφέων με υπηρεσία 25 χρόνων, όπως λέχτηκε χαρακτηριστικά.

Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης απαντώντας σε ερώτηση, ως προς το ποιος ευθύνεται σε περίπτωση που προκύπτουν αδικήματα, επικαλέστηκε επιστολή του κ. Τσιόλα (ημερομηνίας 27 Μαρτίου 2018, με την οποία με την ιδιότητα του ως προϊστάμενος Διοίκησης της Προεδρίας) προς τη διευθύντρια Τμήματος Διοίκησης και Προσωπικού, στην οποίαν αναφέρει: «Κρίνω ότι δεν υφίσταται κάποιος αντικειμενικός λόγος που να εμποδίζει τα υπό αναφορά άτομα (τις τέσσερις) να μετατραπούν σε εργοδοτούμενους αορίστου χρόνου από τη 1/3/2018». 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Τα πιο πάνω αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια χθεσινής θυελλώδους συζήτησης ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου. Όπως αναφέρθηκε, οι τέσσερις εργοδοτούνταν από τον ΔΗΣΥ και προσελήφθησαν το 2013 ως σύμβουλοι του Προέδρου για περιορισμένο χρονικό διάστημα (μέχρι να ολοκληρωθεί η θητεία του) και προς το σκοπό αυτό υπέγραψαν και σχετική σύμβαση, αλλά το 2018 μετατράπηκαν σε υπαλλήλους αορίστου χρόνου, κάτι το οποίο συνεπάγεται παραμονή τους στο Δημόσιο μέχρι να συνταξιοδοτηθούν. Όχι μόνο αυτό, αλλά στη θέση τους θα μπορούν πλέον να προσληφθούν και νέοι σύμβουλοι του Προέδρου μέχρι να εξαντληθεί το κονδύλι των €130.000 το οποίο δαπανάτο για τη μισθοδοσία των τεσσάρων.

Η χθεσινή συνεδρία σημαδεύτηκε από επίθεση της βουλευτού του ΔΗΣΥ, Σάβιας Ορφανίδου, στον Γενικό Ελεγκτή, κάτι το οποίο προκάλεσε την αντίδραση βουλευτών οι οποίοι υπέδειξαν πως είναι απαράδεκτο να χαρακτηρίζεται ανήθικος ένας ανεξάρτητος αξιωματούχος επειδή ενημέρωσε αρμοδίως τη Βουλή.

Η κ. Ορφανίδου υποστήριξε ότι σχολίαζε την ενέργεια του Γενικού Ελεγκτή να αναφερθεί στην αδελφότεκνη του Προέδρου της Δημοκρατίας χωρίς να λέει πως είναι ανήθικος. «Δεν θέλω να σχολιάσω  τα περί ανηθικότητας και το αφήνω στην κρίση του καθενός», ανέφερε ο Γενικός Ελεγκτής, ο οποίος διερωτήθηκε αν αποτελεί ανηθικότητα το ότι ενημέρωσε την Βουλή για την παράνομη πρόσληψη των τεσσάρων συμβούλων του Προέδρου. «Ήταν δικαίωμα του Προέδρου να επιλέξει τους συμβούλους του και αυτό που κρίναμε είναι όχι η πρόσληψη αλλά η μονιμοποίηση τους με ανορθόδοξο τρόπο, τη στιγμή που χιλιάδες άλλοι έκτακτοι υπάλληλοι μετατρέπονται σε αορίστου χρόνου με εξετάσεις ή με κριτήρια και μέσω νομοθεσίας», είπε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης. 

Η βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, υπέδειξε πως η κ. Ορφανίδου βγάζει τα απωθημένα της για όσα της καταλόγισε στον παρελθόν (όταν υπηρετούσε στο Δημόσιο) ο Γενικός Ελεγκτής και ο τέως Γενικός Εισαγγελέας, Κώστας Κληρίδης.

Η εικόνα που σχηματίστηκε κατά τη διάρκεια της συζήτησης αποτυπώθηκε και στις δηλώσεις μετά την ολοκλήρωση της πολύωρης συζήτησης. Ο προεδρεύσας της συνεδρίας, βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρύσης Παντελίδης, ανέφερε, πως «πρόκειται για ακόμα ένα πρωτόγνωρο σκάνδαλο με τη σφραγίδα του Προέδρου Αναστασιάδη» και πρόσθεσε:

«Τα γεγονότα είναι απλά: Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προσέλαβε με πολιτικά κριτήρια τέσσερα πρόσωπα και το έπραξε αυτό δικαιωματικά υπό τον όρο ότι τα τέσσερα αυτά πρόσωπα θα εργαστούν μόνο για τη διάρκεια της θητείας του, δηλαδή μόνο για ορισμένο χρόνο. Παραβιάζοντας λοιπόν αυτό τον όρο, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης μονιμοποίησε τα πρόσωπα αυτά και τα μετέτρεψε σε αορίστου χρόνου. Με απλά λόγια, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης πήρε στο Προεδρικό τις Γραμματείς του και φρόντισε ώστε αυτές να μείνουν στο μισθολόγιο της δημόσιας υπηρεσίας, δηλαδή να πληρώνονται από τους φορολογούμενους, και μετά τη λήξη της θητείας Αναστασιάδη, μέχρι την αφυπηρέτησή τους».

Διασπάθιση βλέπει η αντιπολίτευση

Η βουλευτής Ειρήνη Χαραλαμπίδου έκανε αναφορά σε διασπάθιση δημοσίου χρήματος και κατάχρηση εξουσίας από πλευράς προεδρίας.

Εισηγήθηκε δε, ότι πρέπει να διεξαχθεί ενδεχομένως και πειθαρχική διερεύνηση για αυτούς που έλαβαν τις αποφάσεις ή αμέλησαν να προβούν στις ενδεδειγμένες ενέργειες όταν έπρεπε για να προστατέψουν το δημόσιο συμφέρον. Περαιτέρω υπεστήριξε πως κυβέρνηση και ΔΗΣΥ, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν με την εμπλοκή στη συζήτηση για τις 4 μοναδικές περιπτώσεις, τις χιλιάδες εργαζομένων αορίστου χρόνου.

Είπε επίσης, πως σε αντίθεση με το τι ίσχυε στη Δημόσια Υπηρεσία, όπου είχαν παγιοποιηθεί για κάποια χρόνια οι μισθοί και τα ωφελήματα, οι τέσσερις λάμβαναν συνεχώς μισθολογικές αυξήσεις και σε μόλις 8 χρόνια πέτυχαν αυξήσεις που στη δημόσια υπηρεσία για τις αντίστοιχες θέσεις απαιτούνται 25 ολόκληρα χρόνια για να επέλθουν.

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας ο βουλευτής του ΑΚΕΛ, Χρίστος Χριστοφίδης, υπέδειξε, πως έξω από Βουλή πραγματοποιείται εκδήλωση ομάδας που εκπροσωπεί 5.000 εκπαιδευτικούς οι οποίοι δικαιώθηκαν με απόφαση Δικαστηρίου ότι έχουν (με το κράτος) σχέση εργοδότη με εργοδοτούμενου. Και ενώ το κράτος αρνείται να τους μετατρέψει σε μισθωτούς, την ίδια στιγμή η Προεδρία δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα τέσσερα δικά της παιδιά (πρώην έμμισθοι του κυβερνώντος κόμματος και μάλιστα ένα συγγενής πρώτου βαθμού με τον Πρόεδρο) να τους μετατρέψει εν μία νυκτί σε δημοσίους υπαλλήλους με τις γνωστές απολαβές. Αυτό ήταν οργανωμένο και αποτελεί καραμπινάτο ρουσφέτι και παραβίαση όλων των νομοθεσιών σε μια περίοδο που η κυβέρνηση κλοτσοκοπά επιστήμονες με μάστερ κ.λπ., συμπλήρωσε.

Τα στάση της κυβέρνησης επέκρινε ο βουλευτής των Οικολόγων, Σταύρος Παπαδούρης, ο οποίος χαρακτήρισε απαράδεκτους τους χειρισμούς μονιμοποίησης των τεσσάρων.

Αντίθετα οι βουλευτές του ΔΗΣΥ, Ονούφριος Κουλλάς και Σάβια Ορφανίδου στήριξαν με τις θέσεις τους την κυβέρνηση. Η δε κ. Ορφανίδου έκανε αναφορά σε σκοπιμότητες εκ μέρους του Γενικού Ελεγκτή κυρίως όσον αφορά την εμπλοκή της αδελφότεκνης του Προέδρου.

Ο υφυπουργός παρά τω Προέδρω, Βασίλης Πάλμας, υποστήριξε πως οι τέσσερις συμπληρώνοντας 30 μήνες συνεχούς εργασίας απέκτησαν το δικαίωμα μετατροπής τους σε αορίστου χρόνου και ακολουθήθηκε η διαδικασία που προνοούσε ο νόμος και την οποίαν ακολούθησαν χιλιάδες εργαζόμενοι. Τόνισε, επίσης, πως ήταν δικαίωμα του Προέδρου να προσλάβει άτομα της εμπιστοσύνης του.