Σχεδόν ένας στους δύο ενήλικες της Κύπρου έχει περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες. Τα εν λόγω δεδομένα τοποθετούν την Κύπρο στην τέταρτη χειρότερη θέση εντός των χωρών της Ευρώπης για τις ψηφιακές-τεχνολογικές της δεξιότητες, την ίδια στιγμή που η χώρα καταλαμβάνει την τρίτη θέση με τους περισσότερους ενήλικες που διέκοψαν την εκπαίδευσή τους πριν το γυμνάσιο. Καταγράφει, ταυτόχρονα, χαμηλή συμμετοχή στη διά βίου μάθηση για ενήλικες με λίγα προσόντα εκπαίδευσης/κατάρτισης.

Τα εν λόγω ευρήματα προκύπτουν από πρόσφατη έκθεση του Δικτύου ΕΥΡΥΔΙΚΗ της ΕΕ, με τίτλο «Εκπαίδευση και κατάρτιση ενηλίκων στην Ευρώπη: Οικοδόμηση συμπεριληπτικών διαδρομών ως προς τις δεξιότητες και τα προσόντα». Σε αυτήν συμμετέχουν τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς και οι Αλβανία, Βοσνία/Ερζεγοβίνη, Ισλανδία, Βόρεια Μακεδονία, Λιχτενστάιν, Μαυροβούνιο, Σερβία, Νορβηγία, Ελβετία και Τουρκία.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ψηφιακό μετασχηματισμό ως το 2030 από Κομισιόν

Ειδικότερα, στην Κύπρο το 45% των ενηλίκων (25 έως 64 ετών) έχει περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες, το 1% δεν έχει ψηφιακές δεξιότητες, ενώ το 10% δεν χρησιμοποίησε το διαδίκτυο κατά τους τελευταίους τρεις μήνες στη διάρκεια της έρευνας. Τους περισσότερους ενήλικες με περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες έχει η Βόρεια Μακεδονία με ποσοστό 56%. Ακολουθούν η Βοσνία/Ερζεγοβίνη με ποσοστό 52%, η Ρουμανία με ποσοστό 47%, η Κύπρος και η Λετονία με ποσοστό 45%, η Βουλγαρία με ποσοστό 44% και η Τουρκία με ποσοστό 41%.

Τους περισσότερους ενήλικες χωρίς ψηφιακές δεξιότητες έχει η Ιταλία με ποσοστό 3% και η Ισπανία με ποσοστό 2%. Ακολουθούν 15 χώρες, εκ των οποίων και η Κύπρος, με ποσοστό 1%. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο Βέλγιο, τη Δανία, τη Γαλλία, τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Κροατία, την Ουγγαρία, τη Μάλτα, την Ολλανδία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία, τη Φινλανδία, τη Βοσνία/Ερζεγοβίνη, την Ισλανδία, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Νορβηγία και τη Σερβία αναφέρεται ότι δεν υπάρχουν πολίτες χωρίς ψηφιακές δεξιότητες.

Στην αντίπερα όχθη, τους λιγότερους ενήλικες με περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες έχει η Ισλανδία με ποσοστό 11%. Ακολουθεί η Νορβηγία με ποσοστό 13%, η Φινλανδία με 15%, η Ολλανδία με 16%, η Ελβετία με 19%, το Ηνωμένο Βασίλειο με 20% και οι Σουηδία, Γερμανία και Αυστρία με 22%.

Σύμφωνα με την έκθεση, περίπου το 40% των ενηλίκων στην ΕΕ κινδυνεύει με ψηφιακό αποκλεισμό. Πρόκειται για ενήλικες που είτε έχουν χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες είτε δεν έχουν καθόλου δεξιότητες. Μάλιστα το 2019, κατά μέσο όρο, στην ΕΕ το 30% των ενηλίκων (ηλικίας 25-64 ετών) είχαν περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες. Διευκρινίζεται ότι δεν στάθηκε δυνατό να αξιολογηθούν οι δεξιότητες μιας μερίδας 10% των ενηλίκων της ΕΕ, καθώς δεν είχαν χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο για τρεις μήνες πριν από την έρευνα. Αυτή η ομάδα είναι πιθανό να περιλαμβάνει άτομα με περιορισμένες ψηφιακές δεξιότητες.

Προώθηση της διά βίου μάθησης

Υπάρχουν διάφορα μέτρα οικονομικής στήριξης σε ολόκληρη την Ευρώπη που μπορούν να βοηθήσουν στην κάλυψη του κόστους της εκπαίδευσης και της κατάρτισης ενηλίκων. Ωστόσο μόνο λίγες χώρες έχουν οικονομικά κίνητρα που στοχεύουν ρητά σε ενήλικες χαμηλής ειδίκευσης ή τους προσφέρουν προνομιακή μεταχείριση σε σύγκριση με άλλες ομάδες. Όταν υπάρχει τέτοιο κίνητρο, η υποστήριξη απευθύνεται είτε σε ενήλικες χαμηλής ειδίκευσης είτε σε εργοδότες που επενδύουν στην εκπαίδευση και κατάρτιση αυτών των ενηλίκων.

Πάντως, το 2016 περίπου το 80% των ενηλίκων σε όλη την Ευρώπη που δεν συμμετείχαν στην εκπαίδευση και την κατάρτιση ανέφεραν ότι δεν το επιθυμούν. Τα ποσοστά ήταν υψηλότερα μεταξύ των ενηλίκων με χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης.

Αποτέλεσε φρένο η πανδημία

Όπως σημειώνεται στην έκθεση, υπήρξε μια αργή αλλά σταθερή αύξηση της συμμετοχής ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, με τον μέσο όρο της ΕΕ να ανέρχεται από 7,9% το 2009 σε 10,8% το 2019. Ωστόσο, το 2020, το έτος που σηματοδοτείται από την πανδημία COVID-19, η συμμετοχή ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση μειώθηκε σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Ο μέσος όρος της ΕΕ έκανε αρκετά βήματα προς τα πίσω πλησιάζοντας τα επίπεδα του 2009, καθώς έφτασε στο 9,2%.

Διευκρινίζεται, πάντως, ότι τους πρώτους μήνες μετά το ξέσπασμα της COVID-19, οι δημόσιες Αρχές σε ολόκληρη την Ευρώπη υποστήριξαν μια σειρά πρωτοβουλιών εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε όλους τους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένου του τομέα εκπαίδευσης και κατάρτισης ενηλίκων. Ορισμένες από αυτές τις πρωτοβουλίες ενδεχομένως να αποτελέσουν μόνιμα και θεσμοθετημένα στοιχεία των συστημάτων εκμάθησης ενηλίκων στο μέλλον.

Διέκοψαν την εκπαίδευση πριν από το γυμνάσιο

Στις χώρες της ΕΕ με τα υψηλότερα ποσοστά διακοπής της εκπαίδευσης πριν από το γυμνάσιο (δηλαδή, έως και το δημοτικό) συγκαταλέγεται η Κύπρος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζει η Πορτογαλία με ποσοστό 27,5%. Ακολουθεί η Ελλάδα με 13,4%, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Κύπρος μαζί με την Ισπανία με ποσοστό 9%. Ο μέσος όρος για την ΕΕ βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα, στο 5,3% των ενηλίκων της, το οποίο αντιστοιχεί σε 12,5 εκατ. πολίτες.

Παρ’ όλα αυτά η Κύπρος βρίσκεται σε καλό επίπεδο όσον αφορά στη διακοπή εκπαίδευσης πριν το λύκειο (δηλαδή, έως και το γυμνάσιο), με ποσοστό στο 17,7%, το οποίο είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ που βρίσκεται στο 21,6%. Το γεγονός αυτό τοποθετεί την Κύπρο, μαζί με τις χώρες Βέλγιο, Βουλγαρία, Τσεχία, Γερμανία, Ιρλανδία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβενία και Σερβία, στις χώρες με τα σχετικά χαμηλότερα ποσοστά ενηλίκων οι οποίοι δεν έχουν ολοκληρώσει την Ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (το λύκειο). Με βάση την έκθεση, ένας στους πέντε ενήλικες στην ΕΕ ηλικίας 25 έως 64 ετών κατά τη διάρκεια του 2019 (δηλαδή 51,5 εκατ. -το 21,6% των πολιτών) είχαν εκπαιδευτικό επίπεδο κατώτερο της Ανώτερης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (λυκείου). 

Την ίδια στιγμή, η Κύπρος παρουσιάζει μικρή συμμετοχή στη διά βίου μάθηση των ενηλίκων πολιτών της που έχουν λίγα προσόντα ως προς την εκπαίδευση και την κατάρτισή τους. Ειδικότερα σημειώνεται πως οι Βόρεια Μακεδονία, Σερβία, Πολωνία, Βουλγαρία, Ελλάδα και Κύπρος καταγράφουν τη μικρότερη συμμετοχή στη διά βίου μάθηση για ενήλικες με χαμηλά επίπεδα προσόντων εκπαίδευσης και κατάρτισης, με ποσοστά που δεν ξεπερνούν το 1%. Αντιθέτως, στη Σουηδία το 23,7% των ενηλίκων με χαμηλά προσόντα στην εκπαίδευση και κατάρτιση συμμετέχουν στη διά βίου μάθηση. Το ποσοστό είναι επίσης αρκετά υψηλό -μεταξύ 10% και 20%- στην Ολλανδία και άλλες – σκανδιναβικές- χώρες.

Ακόμη η Κύπρος καταγράφει μηδενικά ποσοστά ενηλίκων που πέτυχαν στην ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (λυκείου) μετά το 25ο τους έτος. Ειδικότερα, πρώτη από το τέλος είναι η Βόρεια Μακεδονία με ποσοστό 0,2%. Στη δεύτερη θέση από το τέλος βρίσκονται Κύπρος και Βουλγαρία με 0,3%. Προηγούνται Ελλάδα και Ιρλανδία με 0,4%. 

Κατά μέσο όρο σε ολόκληρη την ΕΕ, το 3,2% των ενηλίκων πέτυχαν ανώτατα προσόντα κατά την ενηλικίωση. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, ο αριθμός υπερβαίνει το 10% (Φινλανδία, Ολλανδία και Δανία στην ΕΕ, Νορβηγία, Ισλανδία και Ελβετία εκτός ΕΕ). Σε αυτές τις χώρες, η εκπαίδευση και η κατάρτιση ενηλίκων συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση των επιπέδων προσόντων του πληθυσμού.