Με αφορμή πρόσφατο του άρθρο, που έχει τον τίτλο «Εντροπία», και όπως εξηγεί παραπέμπει στην αποσύνθεση, ως έλλειψη ενέργειας, ως ψυχική κούραση και τέλος, φθορά έως το θάνατο, ο ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής και λογοτέχνης Κωνσταντίνος Μακρής μιλά στο philenews για το σημείο που έχουν φτάσει στις μέρες μας οι διαπροσωπικές σχέσεις. Εντοπίζει τη ρίζα του προβλήματος εντός της σύγχρονής μας ηλεκτρονικής – εικονικής ζωής, αλλά και εντός του μόνιμα προστατευτικού κουκουλιού της κυπριακής οικογένειας. Παράλληλα συμβαδίζει με τις σκέψεις του μεγάλου ψυχαναλυτή Otto Rank, για να μιλήσει με τη σειρά του για ανθρώπους οι οποίοι «προτιμούν για χάρη μιας κολοβής αίσθησης ασφάλειας να απονεκρώσουν τη ζωή τους από εμπειρίες οι οποίες θα τους ολοκλήρωναν ψυχικά». Για τον Κωνσταντίνο Μακρή «εν ζωή θάνατος» θα πει η αποστράγγιση ολοκληρωμένων βιωμάτων (η άρνηση του έρωτα, η διαπροσωπική και η κοινωνική απομόνωση), ως απότοκο μίας αυξανόμενης θεοποίησης του ατομικιστικού τρόπου ζωής. Υπάρχει όμως τρόπος να σταματήσει αυτή η πορεία «εντροπίας», όπως διαβεβαιώνει στο τέλος αυτής της συνέντευξης, εξηγώντας με σαφήνεια το πώς.    

Ως ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής, αλλά και ως λογοτέχνης που απλώνει καθημερινά το μάτι του στην κοινωνία, πώς διαβάζεις το σημερινό τοπίο των διαπροσωπικών σχέσεων;

Η αλήθεια είναι πως το τοπίο στις μέρες μας είναι ζοφερό. Από τη μια η τεχνολογία, η οποία κάνει τον άνθρωπο να νιώθει ένας μικρός, αυτάρκης θεός, ο οποίος δεν έχει ανάγκη τον άλλον για να ζήσει, κι έτσι βιώνει ατομικιστικά την καθημερινότητά του, σχετιζόμενος με τους άλλους όχι με τον τρόπο του «Εγώ-Εσύ», αλλά με τον τρόπο του «Εγώ- Αυτό». Δηλαδή ο άλλος βιώνεται ως χρηστικό αντικείμενο, το οποίο είναι αναλώσιμο, περιορισμένης χρονικής διάρκειας. Η αυθεντική συσχέτιση σπανίζει στις μέρες μας, όσο η προσομοιωτική διαδικασία της επικοινωνίας κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος, εν σχέση με την πρόσωπο με πρόσωπο (ενσώματη) επικοινωνία.  

Επιπλέον, η δόμηση της κοινωνίας μας (ειδικά στον τόπο μας), στην οποία ο δημόσιος χώρος δείχνει να συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο από τον ιδιωτικό και μαθαίνουμε να διαντιδρούμε στον περιορισμένο κύκλο της οικογένειας, ο οποίος είναι μεν προστατευτικός σαν το κουκούλι που προστατεύει την πεταλούδα, αλλά μπορεί να είναι κι εν δυνάμει φορέας σήψης, αν δεν αναπτύσσουμε παράλληλα την ικανότητα αλλά και τη διάθεση για ανάπτυξη στενών σχέσεων πέρα από το στενό οικογενειακό πλαίσιο (είτε μιλάμε για πυρηνική, είτε για εκτεταμένη οικογένεια).

 

Με ψυχαναλυτικούς όρους, ο άνθρωπος για να φτάσει στην ωρίμανση και στην ολοκλήρωση, θα πρέπει να λύσει το οιδιπόδειό του και να κάνει σαφέστατα τη συμβολική πατροκτονία ή μητροκτονία. Στον αντίποδα, αυτό που παρατηρείται στην κοινωνία μας σε μεγάλο βαθμό, είναι η άρνηση του γονέα από τη μία να βοηθήσει το παιδί να κόψει τον ομφάλιο λώρο με την γελοία πεποίθηση πως θα πάψει να είναι καλός γονέας αν δεν συμπεριφέρεται στο τριαντάχρονο+ παιδί του ως να ήτο ηλικιακά στην προεφηβεία, κι από την άλλη, την απροθυμία του νεαρού ενήλικα (άρρεν ή θήλυ) να απαγκιστρωθεί από τη βολή του και να πορευθεί ψυχικώς, οικονομικώς και αλλιώς, προς την ανεξαρτησία του και τη δημιουργία της δικής του οικογένειας. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που τα διαζύγια στις μέρες μας αφθονούν, κι ο πιο πάνω είναι ένας από τους σοβαρούς λόγους.

Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στην ηλεκτρονική ζωή, την οποία ως χρήστες, όλοι μας, λίγο ή πολύ, ζούμε στην καθημερινότητά μας. Αυτή η εικονική ζωή, λειτουργεί ως υποκατάστατο ή προσομοίωση της πραγματικής ζωής, στερούμενη όμως βασικών αισθήσεων όπως η αφή, η όσφρηση, η γεύση από τη μία, κι από την άλλη, λειτουργώντας σε ένα ουτοπικό πλαίσιο (με την έννοια της κατάργησης του τόπου), δημιουργεί από τη μία ψευδαισθησιακά βιώματα ή πλαστά, αν προτιμάς, με αποτέλεσμα, να εγκλωβιζόμαστε από τη μία ολοένα σε συμπτώματα ιδιωτείας, αποφεύγοντας την πλήρη, ενσώματη βίωση στον τομέα των ανθρώπινων σχέσεων, κι από την άλλη, φέρνοντας αναπόδραστα την εντροπία. Δηλαδή φτάνοντας σε έναν κορεσμό «φίλων» ή «επαφών» (οι λέξεις στα εισαγωγικά για να δείξουν το γελοίο και το κίβδηλο των όρων όπως χρησιμοποιούνται στην καθημερινή μας πρακτική ως χρήστες), με αποτέλεσμα την εξ αυτού αναπόδραστη αποξένωση από τη μία, κι από την άλλη, τον ολοένα και βαθύτερο εθισμό στην ντοπαμίνη του like.

 

Στο άρθρο σου αναφέρεσαι στο νευρωτικό άτομο, παραθέτοντας τα λόγια του μεγάλου ψυχαναλυτή Otto Rank, που είπε ότι «το νευρωτικό άτομο αρνείται το δάνειο της ζωής, φοβούμενο το χρέος του θανάτου».

Όταν ο Otto Rank έλεγε αυτό το ρητό, εννοούσε σαφώς πως υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι προτιμούν για χάρη μιας κολοβής αίσθησης ασφάλειας να απονεκρώσουν την ζωή τους από εμπειρίες οι οποίες θα τους ολοκλήρωναν ψυχικά. Το νευρωτικό άτομο είναι εκείνο το οποίο περιχαρακώνεται μέσα στους ψυχαναγκασμούς του και δεν είναι ανοιχτό σε εμπειρίες οι οποίες μπορούν να του προσφέρουν ευκαιρίες για ψυχική ωρίμανση κι ολοκλήρωση του δυναμικού του, ακριβώς γιατί περιέχουν τον παράγοντα του ρίσκου. Όμως χωρίς ρίσκο, δεν μπαίνεις στη ροή της ζωής. Αρνούμενος κανείς λοιπόν το δάνειο της ζωής, ακυρώνει φαντασιωτικά τον θάνατο, αφού προτιμά τον μικρό θάνατο του κενού βίου, από το χρέος του απέναντι στον θάνατο. Δηλαδή από το χρέος τού να ζήσει τη ζωή, απομυζώντας τους πλούσιους χυμούς της. Αν πάρουμε το παράδειγμα του καρπού, αυτός θα ανθίσει, θα ωριμάσει και θα πέσει. Ο άνθρωπος λοιπόν που αρνείται να μεγαλώσει ψυχικώς, αρνείται το δάνειο της ζωής, με την ψευδαίσθηση πως αν μείνει παιδί, θα διαφύγει του θανάτου, γινόμενος εν τέλει ένας ενήλικας νήπιο, ένας άνθρωπος με επιθυμίες, αλλά χωρίς βούληση —ένα ρομπότ.

 

Τι σημαίνει για εσένα «εν ζωή θάνατος»;

Εν ζωή θάνατος θα πει η αποστράγγιση των βιωμάτων, των ολοκληρωμένων βιωμάτων. Η άρνηση του έρωτα, η διαπροσωπική και η κοινωνική απομόνωση. Η ψευδαίσθηση της προσωπικής παντοδυναμίας, η οποία καταλήγει σε ακοινωνικές δομές προσωπικότητας, σε ιδιώτες με την αρχαία έννοια του όρου. Δυστυχώς, με την ολοένα αυξανόμενη θεοποίηση του ατομικιστικού τρόπου ζωής, αυτού του είδους ο θάνατος, είναι πολύ πιο συνήθης απ’ ό,τι ήταν σε παλαιότερες εποχές.  

 

Πού οφείλεται η απροθυμία δημιουργίας στενών διαπροσωπικών σχέσεων;

Η απροθυμία σύναψης στενών διαπροσωπικών σχέσεων, είναι σημείο των καιρών και δηλοί μια ψευδαισθησιακή αυτάρκεια η οποία είναι κατ’ ουσίαν μιζέρια. Στον ύστερο καπιταλισμό τα πάντα ανάγονται σε αναλώσιμα, ακόμα και οι ανθρώπινες σχέσεις. Ο σημερινός άνθρωπος δυσκολεύεται να επενδύσει σε στενές διαπροσωπικές σχέσεις διότι οι επιλογές αποκλείουν και οι αποφάσεις παγιώνουν καταστάσεις. Επιλέγει λοιπόν να μένει στάσιμος ή να ξεφεύγει διαρκώς, μέχρι να φτάσει στο «ιδανικό» που ποτέ δεν βρίσκει.

 

 

Τι θα βοηθούσε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που θίξαμε;

Εκείνο που πρωτίστως θα βοηθούσε στο να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα αυτά, είναι η στροφή από την κοινωνία της «θωράκισης του εγώ», στην κοινωνία των σχέσεων. Δηλαδή, ξεκινώντας από το σχολείο και φτάνοντας στην ύψιστη βαθμίδα της εκπαίδευσης, να μην είναι πρώτιστος στόχος η βαθμοθηρία και η απόκτηση εφοδίων για να γίνει το άτομο ένα γρανάζι στον μηχανισμό της εργασίας και της παραγωγής (υλικής ή πνευματικής, αδιάφορο), αλλά να θέσουμε ως κοινωνία, πρώτιστο στόχο την επένδυση στις ανθρώπινες σχέσεις, στην απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων, στην εμπέδωση της έννοιας της συλλογικότητας και στην βαθύτατα βιωματική αντίληψη, ότι ο δικός μου βίος είναι αλληλένδετος με το βίο του αλλουνού, στο βαθμό που αλληλοεξαρτιόμαστε, για να μπορέσουμε να συμβιώσουμε σε μια κοινωνία με πιο ανθρώπινους όρους κι όχι με όρους ζούγκλας και σπηλαίων.

 

Εκτός αυτού, σήμερα όλο ακούμε από παντού συνταγές επιτυχίας. Ακούσαμε ποτέ να αρθρώνεται δημόσιος λόγος για το πώς θα γίνουμε πιο ευτυχείς ως άνθρωποι; Μήπως είναι τα υλικά αγαθά που θα μας κάνουν ευτυχέστερους, εφόσον ο βίος είναι βραχύς; Μήπως η ολοένα αυξανόμενη ραγδαία κούρσα της επίτευξης μάς κάνει ταυτοχρόνως αφέντες και δούλους του εαυτού μας; Ακούμε συνεχώς να μας λένε «και εις ανώτερα» μόλις πετύχουμε κάτι. Άραγε να ’ναι κατάρα ή ευχή αυτή η πρόταση; Γιατί να μην  μπορούμε να απολαύσουμε την ευτυχία μας, παρά πρέπει να τρέχουμε συνεχώς να φτάσουμε υψηλότερους στόχους; Πού είναι το τέρμα αυτής της κούρσας; Έτσι κι αλλιώς, τα νεκροταφεία είναι γεμάτα μ’ ανθρώπους π’  άφησαν δουλειές στη μέση… Ο νοών, νοείτω.

 

Ακολουθεί αυτούσιο το άρθρο του ψυχολόγου – ψυχοθεραπευτή και λογοτέχνη Κωνσταντίνου Μακρή “Εντροπία”, το οποίο αποτέλεσε αφορμή για τη συνέντευξη:

*Εντροπία

Η υποκατάσταση της κοινωνικότητας μέσω εικονικών αναπαραστάσεων οι οποίες προσφέρουν την ψευδαισθησιακή εντύπωση της επικοινωνίας, δημιουργεί έναν αυτόνομο κόσμο ου τόπου. Παράλληλο σύμπαν που δημιουργεί τον υβριδικό τύπο ανθρώπου ο οποίος ειν’ πρόγονος του homo electronicus, του ανθρώπου ρομπότ, ο οποίος γινόμενος άβουλος να πράξει στον πραγματικό κόσμο, να σχετισθεί με έναν τρόπο λυσιτελή και δυναμικό, κρυμμένος πίσω από το κέλυφος της «ασφάλειας», μετατρέπεται στον άνθρωπο μηχανή, ο οποίος έχει μόνο επιθυμία και όχι βούληση (βλ.Rollo May), όντας ένα καθοδηγούμενο, ανελεύθερο νήπιο, το οποίο, όντας ενήλικος που παραμένει παιδί, καταλήγει άνθρωπος ρομπότ.

Πόσο βοηθάει η σύγχρονη κοινωνική μας δόμηση στο να μην καταλήξει ο σύγχρονος άνθρωπος ρομπότ; Σε ποιο βαθμό η νοηματοδότηση της ζωής ταυτίζεται με την ατελεύτητη επιδίωξη επαγγελματικών στόχων, καθιστώντας το πρόσωπο αφέντη και δούλο του εαυτού του συγχρόνως;

Όπως η πεταλούδα σαπίζει μέσα στο κέλυφός της αν δεν βγει εγκαίρως απ’ αυτό, έτσι κι ο άνθρωπος, αν δεν απελευθερωθεί – πρωτίστως συναισθηματικά- από καθηλώσεις οιδιποδιακές, δεν μπορεί παρά να σαπίσει ψυχικώς. Ο μύθος των Δαναΐδων μάς διδάσκει ότι η γυναίκα η οποία αρνείται τη θηλυκότητα και τη μητρότητά της, είναι καταδικασμένη να σέρνει στον Άδη το τρύπιο πιθάρι, ματαιοπονώντας αενάως.

Μήτε η πνευματική δημιουργία, μήτε η καριέρα, μπορούν να ολοκληρώσουν ψυχικώς τον άνθρωπο. Απεναντίας, η υπερεπένδυση σε αυτούς τους τομείς, δημιουργούν τον νευρωτικό εκείνο τύπου ανθρώπου, ο οποίος όντας εγωκεντρικός και στο έπακρο νάρκισσος αισθάνεται αυτάρκης, έχοντας αποδεχτεί υποσυνείδητα τη μιζέρια του ως κανονικότητα.

Η απροθυμία σύναψης στενών διαπροσωπικών σχέσεων είναι σημείο των καιρών και από κάτω της υφέρπει η ψευδαισθησιακή αυτάρκεια, η οποία υποβοηθούμενη από την εικονική και άρα ψεύτικη αλληλεπίδραση, οδηγεί αναπόδραστα στην εντροπία. Στην κατάσταση εκείνη δηλαδή όπου το βίωμα καθίσταται ψευδές, κι όλη η δόμηση της κοινωνικότητας ανεδαφική μα και ταυτόχρονα «ασφαλής» , αφού δε μετέχει σ’ αυτήν ο άνθρωπος ως ολότητα κι επομένως βαθαίνει την ελλειμματικότητάτου.

Το νευρωτικό άτομο, όπως ορθότατα έλεγε ο μεγάλος ψυχαναλυτής και δάσκαλος Otto Rank: αρνείται το δάνειο της ζωής, φοβούμενος το χρέος του θανάτου. Κι άρα προεξοφλεί τον εν ζωή θάνατό του.

Οι ηλεκτρονικές έξεις δεν είναι παρά προσομοιωτικέςδιαδικασίες, κι όσο περισσότερο βυθίζεται η ανθρωπότητα εντός του, τόσο βαθαίνει η διαπροσωπική απομόνωση κι αποξένωση· αφού το ατομικιστικό μοντέλο βίου κατισχύει, με αποτέλεσμα να φτάνουμε στην κοινωνία των άσχετων, όπου ο άλλος λαμβάνεται ως εν δυνάμει απειλή για το «εγώ», στο βαθμό που ζητάει την τριβή και την όσμωση.

Η ανθρώπινη κοινωνία πορεύεται προς τα πίσω, μέχρι να φτάσει στην ακοινωνική ζωή της ιδιωτείας των σπηλαίων— μόνο που αντί για δαυλό ή ξερά χόρτα αναμμένα με τσακμακόπετρες, λάμπει στο βαθύ σκοτάδι της ανθρωπότητας μια ραδιενεργή οθόνη…

 

*εντροπία: η τάση προς αταξία, αποσύνθεση και αποδιοργάνωση, η ροπή προς την εξάντληση της ενέργειας, την παύση της ζωής