«Τα αμέσως επόμενα χρόνια θα πρέπει ίσως να μας απασχολήσει σοβαρά η προοπτική της κατάργησης της στασιμότητας και η εισαγωγή της αυτόματης προαγωγής στα σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης της Κύπρου» ανέφερε στον «Φ» ο πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ Θέμης Πολυβίου, απαντώντας σε ερωτήσεις μας με αφορμή τη λήξη της φετινής σχολικής χρονιάς. Από την πλευρά του ο εκπαιδευτικός ψυχολόγος Μιχάλης Παπαδόπουλος συμφωνεί και επαυξάνει παρατηρώντας ότι «οι επιδόσεις των μαθητών στο σχολείο αποτελούν προϊόν της προσπάθειας όχι μόνο των μαθητών, αλλά και των καθηγητών… και σε κάθε περίπτωση η επιστημονική έρευνα επιβεβαιώνει συνεχώς ότι η στασιμότητα μπορεί να οδηγήσει έναν έφηβο στην καταστροφή».

Σε ερώτησή μας κατά πόσο θεωρεί θετική παιδαγωγική πρακτική την κατάργηση της στασιμότητας και την εισαγωγή της αυτόματης προαγωγής στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου, όπως συμβαίνει π.χ. σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Φινλανδία και η Σουηδία, ο Θέμης Πολυβίου ανέφερε ότι «θα ήταν «ιδανική» η κατάργηση της στασιμότητας και η διαμόρφωση μιας νέας εκπαιδευτικής πραγματικότητας όπου ο μαθητής θα φεύγει έχοντας στο απολυτήριό του τον βαθμό που παίρνει, όσο χαμηλός κι αν είναι αυτός. «Προχωρώ και παρακάτω –πρόσθεσε- και λέω ότι θα ήταν καλό να καταργηθούν και οι εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο για να πάψει να είναι εξετασιοκεντρικό το Λύκειο. Έτσι θα κάνει το «ξεκαθάρισμα» την πρώτη χρονιά το ίδιο το Πανεπιστήμιο για το ποιους φοιτητές θα δεχτεί. Όμως στην Κύπρο λόγω… κουλτούρας δεν είναι απλά τα πράγματα. Σας αναφέρω π.χ. ότι όταν τα παιδιά πληροφορήθηκαν πριν δύο μήνες ότι λόγω πανδημίας θα περάσουν έτσι κι αλλιώς τη χρονιά ανεξαρτήτως απουσιών, πολλοί μαθητές δεν προσέρχονταν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα, παρά τις προσπάθειές μας να τους πείσουμε να έρχονται στην τάξη. Μετρούνταν στα δάκτυλα του ενός χεριού τα παιδιά που έρχονταν το πρωί στο σχολείο, έκαναν το μάθημα και συμμετείχαν»…

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ενισχυτικά μέτρα για εκπαιδευτικά κενά λόγω πανδημίας

Ο πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ επεσήμανε ότι «βεβαίως τα πράγματα στο θέμα της στασιμότητας έχουν διαφοροποιηθεί τα τελευταία δύο σχολικά χρόνια λόγω της πανδημίας και των περιορισμών που αυτή επέβαλε -και αναφέρομαι στο Γυμνάσιο γιατί στο Λύκειο ισχύουν οι κανονισμοί των τετραμήνων. Σε ό,τι αφορά το Γυμνάσιο, είναι γνωστό ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους τα παιδιά έχουν περάσει. Σημειώνω ότι ελάχιστα παιδιά δεν έχουν απολυτήριο Γυμνασίου αφού η εκπαίδευση στο Γυμνάσιο είναι υποχρεωτική -και μάλιστα υπήρξαν περιπτώσεις που κάποια παιδιά υποχρεώθηκαν να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο μετά από… επέμβαση της Αστυνομίας! Όμως φέτος έμειναν στάσιμα ελάχιστος αριθμός παιδιών που είχαν πέραν των 135 φυσικών απουσιών, σύμφωνα με τον σχετικό κανονισμό. Υπήρξαν περιπτώσεις που κάποια παιδιά είχαν 170, 200, μέχρι και 250 απουσίες, αφού ουσιαστικά δεν έμπαιναν στην τάξη. Όμως τα παιδιά που είχαν 120-130 απουσίες, ενώ θα έμεναν ανεξεταστέοι, πέρασαν μετά από επέμβαση της ΟΕΛΜΕΚ, γιατί θεωρήσαμε ότι είναι άδικο να μη γίνονται εξετάσεις, αλλά να γίνουν ανεξετάσεις για τα παιδιά αυτά που είχαν 120-130 απουσίες. Τη σχετική απόφαση να προαχθούν στην επόμενη τάξη πήρε ο καθηγητικός σύλλογος σε κάθε σχολείο». 

Πιο έντονη παρουσία ψυχολόγων και συμβούλων

Ρωτήσαμε τον Θέμη Πολυβίου κατά πόσο «χάνονται» αυτά τα παιδιά που γνώρισαν τη στασιμότητα στο σχολείο. «Κάποια από αυτά τα παιδιά βρίσκουν τον δρόμο τους στη συνέχεια», μας είπε, «όμως κάποια άλλα, λόγω και προβλημάτων στις οικογένειές τους και στην προσωπική τους ζωή, αντέχουν μέχρι την τρίτη τάξη Γυμνασίου και μπορεί να βρουν διέξοδο σε κάποια τεχνική σχολή και να μάθουν ένα επάγγελμα. Κάποια άλλα παιδιά εγκαταλείπουν το σχολείο και ίσως επιστρέψουν σε 3-4 χρόνια στα εσπερινά σχολεία μετά που… «κατεβαίνει ο νους τους», για να πάρουν απολυτήριο Λυκείου, αφού στο μεταξύ μπορεί να εργάζονται ή και να έχουν κάνει οικογένεια. Είναι όμως δύσκολα τα πράγματα κι εδώ χρειάζεται η ενίσχυση και η ενδυνάμωση των σχολείων από την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας και την Υπηρεσία Συμβουλευτικής και Επαγγελματικής Αγωγής. Όπως είναι σήμερα τα δεδομένα, εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχουν καθημερινά στα σχολεία μας συνάδελφοι από την Υπηρεσία Συμβουλευτικής –ένας τουλάχιστον στο Γυμνάσιο και δύο στο Λύκειο. Πιστεύω ότι σε πολλές περιπτώσεις τα «αδύνατα» παιδιά «μεταφέρουν» στο σχολείο προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην οικογένειά τους κι αυτό αντανακλάται σε ένα βαθμό στο γεγονός ότι οι γονείς τους συνήθως δεν ανταποκρίνονται στην πρόσκληση των εκπαιδευτικών για μια προσωπική συνάντηση μαζί τους στο σχολείο σε σχέση με τη σχολική παρουσία και επίδοση του παιδιού τους. Συνήθως προσέρχονται σε αυτές τις συναντήσεις οι γονείς των παιδιών που έχουν καλούς βαθμούς και χωρίς ζητήματα απουσιών ή συμπεριφοράς…».

«Να προσφέρεται ουσία για να μην υπάρχει απουσία»…

Ζητήσαμε την άποψη του δρα Μιχάλη Παπαδόπουλου, σχολικού ψυχολόγου για σχεδόν σαράντα χρόνια, αφυπηρετήσαντα προϊστάμενου της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας, για το ποια πρέπει να είναι τα κριτήρια στην απόφαση των καθηγητών να αφήσουν ή όχι στάσιμα, παιδιά του Λυκείου και του Γυμνασίου, λόγω των χαμηλών βαθμών και των απουσιών τους από το σχολείο. «Θα έλεγα στους καθηγητές ότι κριτήριο για την απόφασή τους δεν πρέπει να είναι η νομοθεσία, αλλά η παιδαγωγική εκτίμηση για τον κάθε μαθητή», μας είπε. «Μήπως ο μαθητής θα γίνει καλύτερος, αν τον κατεδαφίσω με τη στασιμότητα; Μήπως η κοινωνία θα ωφεληθεί; Αν ο καθηγητικός σύλλογος στοχαστεί ως ένας τυφλός δικαστής και απονείμει τυφλή δικαιοσύνη, αυτοκαταργείται ως παιδαγωγός. Από το 1976 μέχρι το 2013 που δούλεψα ως ψυχολόγος στα σχολεία, έζησα καθηγητές που μου έλεγαν, «μα πρέπει να είμαστε δίκαιοι και να τους αφήνουμε στάσιμους». Όμως αυτό που πραγματικά χρειάζεται, είναι να κινηθούμε προς παιδαγωγικές πρακτικές που να γοητεύουν τα σύγχρονα παιδιά, βάζοντας τη φαντασία στην παιδεία και όχι να αρκούμαστε να κάνουμε τα παιδιά μας καλούς παπαγάλους. Ειδικά για το θέμα των απουσιών κάποιων παιδιών, είμαι σίγουρος, από την πολύχρονη πείρα μου στα σχολεία και από τις έρευνες που διάβασα, ότι δεν διορθώνεται το πρόβλημα της απουσίας, με την αποβολή και τη στασιμότητα. Το θέμα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι ότι το σχολείο πρέπει να προσφέρει ουσία, ώστε να μην υπάρχει απουσία».

Το παιδί που θέλει να πετάξει

Ρωτήσαμε τον Μιχάλη Παπαδόπουλο ποιες είναι οι ψυχολογικές επιπτώσεις της στασιμότητα, στον έφηβο του Γυμνασίου και του Λυκείου; Μας είπε τα εξής: «Ένας καθηγητής που δεν γνωρίζει τις ψυχικές αναταράξεις και την ψυχοσυναισθηματική φουρτούνα της εφηβείας, την ανασφάλεια της ηλικίας αυτής όπου βιώνεται το δράμα της αυτοεικόνας, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει να αφήσει έναν έφηβο στην ίδια τάξη. Ένα παιδί θέλει να πετάξει κι εσύ το αφήνεις στάσιμο…Το αφήνεις στάσιμο για να προχωρήσει, λες. Αλλά αν έχεις τα κότσια να το αναλάβεις και να το βοηθήσεις και να αποδείξεις ότι προχώρησε, τότε να σου βγάλω το καπέλο. Αλλά, δυστυχώς, δεν θα ασχοληθείς με αυτό το παιδί και θα το ξεχάσεις»… Ο δρ Παπαδόπουλος αναφέρθηκε σε έκδοση του Εθνικού Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Ερευνών της Γαλλίας για τον αναλφαβητισμό, όπου υπογραμμίζεται ότι «η στασιμότητα είναι ένας πολύ ανεπαρκής και αμφιβόλου εγκυρότητας δείκτης της σχολικής αποτυχίας». Και ότι «δεν φαίνεται να υπάρχει κανένα θετικό αντιστάθμισμα των αρνητικών επιπτώσεων από τις οποίες είναι σίγουρο ότι ο στάσιμος μαθητής υποφέρει –επιμήκυνση της σχολικής φοίτησης, κοινωνικός στιγματισμός διαρκείας, αυξημένα συναισθηματικά προβλήματα. Η στασιμότητα αφ’ εαυτής είναι φορέας μιας αρνητικής αξιολόγησης που προσβάλλει την προσωπικότητα. Η ζημιά γίνεται ακόμα πιο σοβαρή επειδή οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι συμμαθητές του μαθητή αποδίδουν την ευθύνη για τα σχολικά προβλήματα στις διανοητικές ικανότητες του μαθητή και πιστεύουν πως η νοημοσύνη είναι έμφυτη. Με λίγα λόγια το παιδί δεν μαθαίνει να ερμηνεύει τις δυσκολίες του ως εμπόδια που πρέπει να υπερπηδηθούν, αλλά ως απόδειξη της ανικανότητάς του. Ο φαταλισμός και η παραίτηση είναι η κατάληξη αυτής της διαδικασίας».

Ένας… αναλφάβητος στη Σχ. Καλών Τεχνών

Ο δρ Παπαδόπουλος μας περίγραψε ως «προσωπική επιτυχία» του, την περίπτωση ενός μαθητή στη Λεμεσό που έφτασε στην πρώτη τάξη Γυμνασίου και ήταν αναλφάβητος… «Αν δεν ήμουν ξεροκέφαλος σαν κυπριακό γαϊδούρι, αυτό το παιδί που οι καθηγητές θεωρούσαν χαμένο, θα χανόταν για πάντα», μας είπε. «Μου έλεγαν οι καθηγητές, «μα είναι ντροπή κύριε Παπαδόπουλε να του δώσουμε απολυτήριο Γυμνασίου…και μετά να έχει το θράσος να πάει να γραφτεί σε Λύκειο»… Αλλά εγώ επέμενα…κάθε τέλος του έτους, πήγαινα στον καθηγητικό σύλλογο και τους πίεζα, ασκώντας την εξουσία μου ως ψυχολόγος του υπουργείου Παιδείας, για να το περνούν στην επόμενη τάξη. Έτσι τέλειωσε τη μέση εκπαίδευση… και τελικά, αυτό το χαμένο παιδί πέρασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και αποφοίτησε με άριστα και σήμερα είναι ένας πολύ καλός ζωγράφος!».