Ζήτημα χρόνου φαίνεται πως είναι η έναρξη της χερσαίας εισβολής στην Τουρκία. Οι εξελίξεις μετά τη «βολικότατη» όπως αποδεικνύεται επίθεση στην Κωνσταντινούπολη στις 13 Νοεμβρίου είναι καταιγιστικές. Με αφορμή την επίθεση την οποία οι τουρκικές αρχές με μια ύποπτη σπουδή έσπευσαν να αποδώσουν στους Κούρδους, παρόλο που οι ίδιοι το αρνούνται, πραγματοποιούν επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ. Η επιχείρηση «Γαμψό ξίφος», όπως ονομάστηκε έχει στοιχήσει μέχρι στιγμής τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους. Και όπως όλα δείχνουν ίσως να είναι μόνο η αρχή.

Οι αεροπορικές επιδρομές εναντίον κουρδικών στόχων αποτέλεσαν κομμάτι μιας προαναγγελθείσας επίθεσης. Το θα «έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ» που κατά κόρο εκστομίζει το τελευταίο διάστημα ο Τούρκος πρόεδρος, δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά το εφαρμόζει και σε άλλες περιπτώσεις, κάτι που φυσικά αφορά τόσο τη Συρία όσο και το Ιράκ. «Αν θέλει ο Θεός θα τους ξεριζώσουμε όλους», εννοώντας τους τρομοκράτες ήταν το σαφές μήνυμα της τουρκικής ηγεσίας, που δείχνει ξεκάθαρα τις προθέσεις της.

Μια στρατιωτική επιχείρηση εναντίον αυτών των χωρών, στις οποίες υπάρχει έντονο το κουρδικό στοιχείο, πάντα ήταν μέσα στα σχέδια της Άγκυρας. Τον περασμένο Ιούνιο, ο Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι σχεδιάζεται μια νέα τουρκική στρατιωτική επιχείρηση, η οποία θα είχε ως στόχο περιοχές των συροτουρκικών συνόρων, όπως το Κομπάνι, το Ταλ Ριφάατ και το Μανμπίτζ, που ελέγχονται από τις υπό κουρδική ηγεσία Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), τις οποίες η Τουρκία θεωρεί παρακλάδι του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK). Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η επιχείρηση φαινόταν τότε επικείμενη, δεν πραγματοποιήθηκε, με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, το Ιράν να αντιδρούν στα τουρκικά σχέδια. 

Αυτό που έχει καταστεί σαφές είναι πως για την τουρκική κυβέρνηση παραμένει ένα υπαρξιακό ζήτημα να υπάρχει στην άλλη πλευρά των συνόρων με τη Συρία μια κουρδική οιονεί κρατική οντότητα. Κάτι τέτοιο στα μάτια της τουρκικής πλευράς σημαίνει ότι υπάρχει ένα σημείο αναφοράς και ένα παράδειγμα για αυτό που θα ήθελαν να κάνουν και οι Κούρδοι στην Τουρκία στις περιοχές που έχουν πλειοψηφία.

Αυτό εξηγεί γιατί η Τουρκία έχει έτοιμα σχέδια για μεγάλης κλίμακας εισβολή στη Συρία ώστε να τσακίσει τις ημιαυτόνομες κρατικές δομές των Κούρδων, να εξαλείψει την απειλή των ενόπλων κουρδικών οργανώσεων και, ει δυνατόν, να εγκαταστήσει σε αυτές τις περιοχές που θα πάρει υπό τον έλεγχό της ένα μεγάλο μέρος από τους Σύριους πρόσφυγες που σήμερα βρίσκονται σε τουρκικό έδαφος, σε μια προσπάθεια ταυτόχρονα να κατευνάσει το σχετικά πρόσφατο κύμα δυσαρέσκειας απέναντι στους πρόσφυγες αλλά και να αλλοιώσει την εθνολογική σύνθεση σε αυτές τις περιοχές.

Οι εξελίξεις το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμες. Η Τουρκία δεν κρύβει την αποφασιστικότητά της να εισβάλει εκ νέου στη Συρία, ωστόσο, προς τος παρόν δεν έχει πάρει πράσινο φως ούτε από τις ΗΠΑ ούτε από τη Ρωσία. Και οι δύο χώρες στέκονται με σκεπτικισμό απέναντι στις τουρκικές βλέψεις, η κάθε μια για τους δικούς της λόγους. 

Οι ΗΠΑ αντιτίθενται σε μια μεγάλη εισβολή της Τουρκίας στη βόρεια Συρία επειδή κάτι τέτοιο θα αποσταθεροποιήσει την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Σε μια κρίσιμη χρονικά συγκυρία η Ουάσιγκτον, το τελευταίο πράγμα που επιθυμεί είναι εντάσεις σε μια περιοχή, που είναι ήδη τόσο προβληματική. Επιπλέον, για τις ΗΠΑ οι κουρδικές πολιτοφυλακές στο Κομπάνι είναι ένας βασικός σύμμαχος στην πάλη κατά του Ισλαμικού Κράτους, ενώ ακόμη και τώρα οι Κούρδοι είναι υπεύθυνοι για την κράτηση ενός σημαντικού αριθμού κρατουμένων μελών του Ισλαμικού Κράτους.

Από την άλλη, η Ρωσία έχοντας ανοικτό το μέτωπο στην Ουκρανία, θέλει να αποτρέψει ανάφλεξη του μετώπου στη Συρία, ειδικά σε μια περίοδο που ο πόλεμος που μαίνεται στη χώρα από το 2011, φαίνεται να εισέρχεται σε μια νέα φάση. Για αυτό και οι δύο χώρες ζητούν αυτοσυγκράτηση από την Άγκυρα και απαιτούν την αποφυγή ενεργειών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ένταση. 

Αξίζει, πάντως να σημειωθεί πως τυχόν επίθεση της Τουρκίας στη Συρία θα δυναμιτίσει τις προσπάθειες που λαμβάνονται το τελευταίο διάστημα για επαναπροσέγγιση της Δαμασκού με την Άγκυρα. Το περασμένο καλοκαίρι ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε το στίγμα της αλλαγής της τουρκικής στάσης, λέγοντας ότι ο πολιτικός διάλογος ή η διπλωματία δεν μπορούν να διακοπούν ανάμεσα στις χώρες. Αλλά και η Μόσχα φαίνεται πως τότε μεσολάβησε καλώντας τις δύο πλευρές να βρουν τρόπους να συνεργαστούν και να λύσουν τις διαφορές τους. 

Αν τελικά η τουρκική, χερσαία, στρατιωτική επίθεση πραγματοποιηθεί οι προσπάθειες προσέγγισης θα τορπιλιστούν. Επιπλέον, για την Άγκυρα ελλοχεύει ο κίνδυνος το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ να ανοίξει δίαυλους συνεργασίας με τους Κούρδους, γεγονός που ίσως προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ανάφλεξη στην περιοχή. Αν και την θεωρούν εχθρό, οι Κούρδοι δεν θα διστάσουν να στραφούν προς τη μεριά της Δαμασκού, εάν τελικά η Τουρκία κάνει πράξη τις απειλές της και εισβάλει εκ νέου στη βόρεια Συρία. Ας μην ξεχνάμε ότι, μόλις πρόσφατα οι υπό κουρδική ηγεσία Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) επαναβεβαίωσαν την ετοιμότητά τους να συντονιστούν με τον Μπασάρ αλ Άσαντ για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε πιθανής τουρκικής εισβολής και την προστασία των συριακών εδαφών ενάντια στην κατοχή. Καθώς βρίσκονται ωστόσο πια αντιμέτωποι με την απειλή μιας νέας τουρκικής εισβολής, οι Κούρδοι της Συρίας ενδεχομένως να επιχειρήσουν να αναθερμάνουν τους δεσμούς τους με τη Δαμασκό. Πάντως, είναι νωρίς να διευκρινιστεί ποιες ακριβώς μορφές θα μπορούσε να πάρει αυτός ο συντονισμός μεταξύ Κούρδων και Σύρου προέδρου.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν το «Γαμψό ξίφος» είναι απλώς μια επίδειξη μέγιστης δύναμης, με όρους όμως που δεν έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τους σχεδιασμούς και υπολογισμούς των ΗΠΑ και της Ρωσίας, ή εάν η Τουρκία είναι έτοιμη να δοκιμάσει να προχωρήσει και σε χερσαία επιχείρηση κατά των Κούρδων ακόμη και χωρίς έγκριση. Μια τέτοια κίνηση είναι σαφές ότι θα έχει πολύ ευρύτερες επιπτώσεις και θα διαμορφώνει μια νέα κατάσταση. Αν ισχύσει το δεύτερο, είναι πολύ πιθανόν πως θα ανοίξει ένας νέος, πολύ πιο ισχυρός, κύκλος ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή.

Με το βλέμμα στις κάλπες του 2023

Η ταχύτητα της σύλληψης των υπόπτων και της γυναίκας που σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές ήταν ο εκτελεστής της επίθεσης της 13ης Νοεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη αλλά και οι έντονες δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας φανερώνουν πως η Άγκυρα κινείται για να εργαλιοποιήσει πολιτικά τις εξελίξεις. Καταλύτης αποδεικνύονται οι προεδρικές εκλογές, οι οποίες είναι προγραμματισμένες για το 2023. Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει εδώ και πολύ καιρό εγκαταλείψει εντελώς οποιαδήποτε σκέψη για επαναπροσέγγιση με τους Κούρδους στις εκλογές αυτές. Το πραγματικό σχέδιό του είναι να αποτρέψει οποιαδήποτε ανοιχτή ή ακόμη και υπόγεια συμμαχία τής αντιπολίτευσης με το κουρδικό στοιχείο, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στοχοποιώντας τους Κούρδους, επιδιώκει να τους απομονώσει, αποτρέποντας οποιεσδήποτε συμμαχίες μαζί τους. 

Επιπλέον, η έκρηξη στην Κωνσταντινούπολη τάραξε τους Τούρκους μετά από αρκετά χρόνια σχετικής ηρεμίας στις μεγάλες πόλεις της χώρας. Οι φόβοι για μια ακόμα τρομοκρατική επίθεση θα μπορούσαν να διατηρήσουν τα ζητήματα της εσωτερικής ασφάλειας στην κορυφή των ζητημάτων που σκέφτονται πολλοί ψηφοφόροι, κάτι που θα βοηθήσει το κυβερνών AKP και τον εταίρο του στον συνασπισμό, το υπερεθνικιστικό Κόμμα του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP). Επομένως, ο Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να χρησιμοποιήσει μια πιθανή χερσαία επιχείρηση ως τρόπο για να ενισχύσει την εκλογική του βάση και να μεγαλώσει τις πιθανότητες επανεκλογής του.

 

H YPG βρίσκεται στο στόχαστρο της Άγκυρας

 

Από την πρώτη κιόλας στιγμή η Τουρκία έριξε την ευθύνη για την επίθεση στην Κωνσταντινούπολη στο Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) και τη συριακή κουρδική πολιτοφυλακή YPG. Και οι δύο οργανώσεις αρνήθηκαν κάθε ανάμιξη. Ποια είναι όμως αυτή η ομάδα και γιατί η Τουρκία κατηγορεί τις ΗΠΑ για την δράση της;

Το YPG ή οι Μονάδες Προστασίας του Λαού, εμφανίστηκαν ως μια ισχυρή ένοπλη ομάδα κατά τη διάρκεια του συριακού εμφυλίου πολέμου. Έδρασε στο βορρά καθώς οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις αποσύρθηκαν για να καταπνίξουν την εξέγερση κατά του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ αλλού. Είναι συνδεδεμένο με την κύρια κουρδική φατρία της Συρίας, το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), και έχει και γυναικεία πτέρυγα, την YPJ.

Η επιρροή του YPG επεκτάθηκε καθώς συμμάχησε με τον υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους, και έγινε η αιχμή του δόρατος μιας ευρύτερης ομάδας, των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), η οποία έπαιξε βασικό ρόλο νικώντας τους τζιχαντιστές σε ολόκληρη τη Συρία. Καθώς το Ισλαμικό Κράτος υποχώρησε, η περιοχή ελέγχου των SDF μεγάλωσε και τώρα αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τέταρτο της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των κοιτασμάτων πετρελαίου και πολλών κυρίως αραβικών περιοχών.

Η Τουρκία θεωρεί ότι το PYD και το YPG δεν διακρίνονται από το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο ξεκίνησε μια εξέγερση στην Τουρκία για τα πολιτικά και πολιτισμικά δικαιώματα των Κούρδων το 1984. Περισσότεροι από 40.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στη σύγκρουση.

Η κουρδική μειονότητα της Τουρκίας ανέρχεται στο 15-20% του συνολικού πληθυσμού της, περίπου 85 εκατομμυρίων, που ζει κυρίως σε ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές που συνορεύουν με τη Συρία. Ανήσυχη για αποσχιστικές κινήσεις, η Τουρκία θεωρεί τη συριακή βάση του PYD ως απειλή για την εθνική ασφάλεια. Πάντως, το PKK έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όχι και το YPG. Επίσης, ούτε και άλλα κράτη, συμπεριλαμβανομένων και των συμμάχων της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, δεν θεωρούν το YPG ως τρομοκρατική ομάδα. Όμως, η υποστήριξη των ΗΠΑ προς τους SDF αποτελεί πηγή έντασης με την Τουρκία εδώ και χρόνια.

Το συριακό καθεστώς καταδίωκε συστηματικά τους Κούρδους πριν από τον πόλεμο. Στη συνέχεια το YPG και η Δαμασκός φρόντιζαν να μην μπαίνει ο ένας στα πόδια του άλλου κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, παρά τις περιστασιακές συγκρούσεις.