Τα πάντα ρει. Αυτή είναι η καταλληλότερη φράση που θα περιέγραφε εύστοχα την πορεία των έμμεσων διαπραγματεύσεων Ισραήλ – Λιβάνου για την θαλάσσια οριοθέτηση των ΑΟΖ τους. 

 

Η λύση της Energean 

Ήδη από τα μέσα Ιουλίου, τα μηνύματα που διέρρεαν στα κρατικά ισραηλινά ΜΜΕ προέλεγαν ότι «η τελική συμφωνία επίκειται άμεσα». Το κοίτασμα Karish ήταν σαφές ότι θα αποδιδόταν στο Ισραήλ, ενώ το βορειότερο και μεγαλύτερο κοίτασμα Qanna θα περιερχόταν ολόκληρο στην ΑΟΖ του Λιβάνου. Παράλληλα, οι πληροφορίες έφεραν ως πραγματοποιήσιμη την πρόταση που προωθούσε τόσο ο Αμερικανός διαμεσολαβητής, Άμος Χόχσταϊν, όσο και η ισραηλινή πλευρά, σύμφωνα με την οποία η ελληνικών συμφερόντων εταιρεία Energean να αναλαμβάνει ρόλο κοινού επιχειρηματικού εταίρου και άρα «de facto εγγυητή» για Ισραηλινούς και Λιβανέζους υπό την εξής έννοια: Μιας και η πλατφόρμα της εταιρείας τοποθετήθηκε ήδη στο κοίτασμα Karish με προοπτική την έναρξη των εξορύξεων στις αρχές Σεπτεμβρίου, θα ήταν πρακτικό να αξιοποιήσει και το παρακείμενο λιβανικό κοίτασμα Qanna. Έτσι, Λίβανος και Ισραήλ θα αποκτούσαν κοινό οικονομικό συμφέρον να διατηρούν ήρεμη την κοινή τους μεθόριο, αφού θα ωφελούνταν από τον ίδιο επενδυτή. Μπορεί η επίτευξη συμφωνίας για την θαλάσσια οριοθέτηση να μην εξομάλυνε τις διμερείς τους σχέσεις, αλλά σε βάθος χρόνου τίποτα δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί. 

Η εμπλοκή της Energean σε έναν τέτοιο ισραηλινο-λιβανικό ‘ενεργειακό γάμο συμφέροντος’, με κατάλληλες μεθοδεύσεις πιθανώς να δημιουργούσε επωφελείς περιφερειακές ισορροπίες και για τον ελληνικό παράγοντα. Μία ελληνική επιχειρηματική παρουσία στη συγκεκριμένη περιοχή, με τη συναίνεση και της φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ, θα μπορούσε κάλλιστα να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με προοπτική να ανευρεθούν καινούργια κοινά σημεία αναφοράς μεταξύ Αθηνών και Τεχεράνης, οι οποίες τον περασμένο Μάιο αντήλλαξαν πικρές κουβέντες, με φόντο τα νερά του Περσικού Κόλπου. Η ελληνική ναυσιπλοΐα έχει αποδείξει κατά το παρελθόν ότι είναι σε θέση να αποτελέσει ένα ευέλικτο διπλωματικό εργαλείο της Αθήνας, προκειμένου να βρεθούν τρόποι συνεννόησης με την Χεζμπολάχ, το «μακρύ χέρι» της ιρανικής περιφερειακής πολιτικής – έναν παράγοντα που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει. Δεδομένου μάλιστα ότι Ελλάδα και Κύπρος είναι χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εμπλοκή της Energean και στα δύο κοιτάσματα θα προσέδιδε πρόσθετες δυνατότητες αξιοποιήσιμης επιρροής μελλοντικά. Τα αισιόδοξα μηνύματα που μεταδίδονταν από Ιερουσαλήμ και Ουάσιγκτον ενισχύθηκαν, όταν προ διμήνου, και προτού μεταβεί σε Λίβανο και Ισραήλ, ο Άμος Χόχσταϊν θεώρησε σκόπιμο να συναντηθεί στην Αθήνα με τον Έλληνα Υπουργό Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, παρουσία της Λίντσεϋ Μέριλ, στέλεχος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, αρμόδιας για ζητήματα Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής. Έτσι, έως και τα τέλη Αυγούστου, δινόταν η εντύπωση ότι η «επιλογή της Energean» θεωρείτο η επικρατέστερη λύση. Το τελευταίο δεκαήμερο όμως, οι συνθήκες άλλαξαν.

 

Η λύση της Total

Όταν η Energean εγκατέστησε την πλατφόρμα της στο Karish, η λιβανική ηγεσία, εμφανώς πιεσμένη οικονομικά, έδειχνε σχεδόν «παραδομένη» σε οποιαδήποτε χείρα βοηθείας. Ωστόσο, οι δηλώσεις του Υπουργού Ενέργειας, Ουαλίντ Φαγιάντ, μετά την πρώτη συνάντησή του με τον Άμος Χόχσταϊν, έδειξαν ξεκάθαρα ότι δεν θα συναινούσε σε μία έμμεση επιχειρηματική ισραηλινο-λιβανική σύμπραξη, ακόμα και εάν θα επιτυγχανόταν μέσω μίας πολυεθνικής εταιρείας με «ελληνική ψυχή». Από νωρίς φαινόταν ότι, σύμφωνα με την λιβανική θεώρηση, η Energean θεωρείται απόλυτα συνυφασμένη με τα ισραηλινά περιφερειακά συμφέροντα με αποτέλεσμα να επικρατεί αντίστοιχη καχυποψία έναντί της. Έτσι, όσα πιθανώς δεν μπορούσαν να ειπωθούν ξεκάθαρα στον Αμερικανό διαμεσολαβητή από τον Μαρωνίτη Πρόεδρο, Μισέλ Αούν, και τον Σιίτη Πρόεδρο του Κοινοβουλίου, Ναμπίχ Μπέρι, ανέλαβαν να τα δηλώσουν με παραστατικότητα στο τοπικό τηλεοπτικό κανάλι Al-Jadeed ο Υπουργός Ενέργειας Ουαλίντ Φαγιάντ και ο, Μαρωνίτης επίσης, Υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εκτόρ Χατζάρ, την περασμένη Παρασκευή (2/9). Συγκεκριμένα, σε τηλεοπτικό ρεπορτάζ-περιοδεία στην μεθόριο Λιβάνου-Ισραήλ, αφήνοντας αμφότεροι κατά μέρους σακάκια και γραβάτες, άρχισαν μπροστά στις κάμερες να ρίχνουν πέτρες (κυριολεκτικά!) προς την πλευρά του Ισραήλ, δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι το πατριωτικό καθήκον είναι αυτό που επιβάλει την απόρριψη οποιασδήποτε λύσης ‘επιχειρηματικών εγγυήσεων’, που θα εξυπηρετεί, έστω εμμέσως, την ισραηλινή πλευρά.

Όλως συμπτωματικά, την ίδια ακριβώς ημέρα, η ισραηλινή κρατική τηλεόραση, σε ρεπορτάζ της με πλάνα από την θαλάσσια περιοχή γύρω από την πλατφόρμα της Energean, παρουσιάζοντας τις πιθανότητες επίλυσης της διαφοράς με τον Λίβανο, απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στη συγκεκριμένη εταιρεία και τον πιθανό εγγυητικό της ρόλο. Αφού ανέφερε ότι η ισραηλινή κυριαρχία επί του Karish είναι αδιαπραγμάτευτη, άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο το Ισραήλ να απαιτήσει τη συνεκμετάλλευση του λιβανικού κοιτάσματος Qanna, εισπράττοντας 20%  από τις πωλήσεις του φυσικού του αερίου εν είδει αποζημίωσης. Και αυτό επειδή το 1/5 του κοιτάσματος Qanna φέρεται να εμπίπτει στην θαλάσσια περιοχή που πρόκειται να αποδοθεί στο Ισραήλ.

Το παζλ των ενδείξεων συμπληρώθηκε λίγες ημέρες αργότερα, όταν η λιβανική εφημερίδα Al-Akhbar, που εκφράζει τις θέσεις της Χεζμπολάχ, αποκάλυψε στο φύλλο της περασμένης Δευτέρας (5/9) ότι η γαλλική Total ενδιαφέρεται να αξιοποιήσει το Qanna. Ανέφερε μάλιστα ότι ο Αμερικανός διαμεσολαβητής πρόκειται να μεταβεί αρχικά στο Παρίσι για να ενημερωθεί σχετικά, μετέπειτα θα μεταβεί στο Ισραήλ για να μεταφέρει τις γαλλικές προτάσεις στον Πρωθυπουργό Γιαΐρ Λαπίντ, με σκοπό να παρουσιάσει τη συνολική εικόνα στην κυβέρνηση της Βηρυτού εντός του Σαββατοκύριακου. Οι πληροφορίες που διέρρευσε η Χεζμπολάχ επιβεβαιώθηκαν. Ο Άμος Χόχσταϊν έφθασε στο Ισραήλ την Πέμπτη, αφού προηγουμένως είχε πράγματι επισκεφθεί το Παρίσι. Σύμφωνα με την ισραηλινή εφημερίδα Yediyot Akharonot, επιβεβαιώθηκε από κρατική πηγή ότι ο Χόχσταϊν μετέφερε στον Πρωθυπουργό Λαπίντ πρόταση του Προέδρου Μακρόν και της Total, ότι σε περίπτωση που η γαλλική εταιρεία αξιοποιήσει το κοίτασμα Qanna, μέρος των κερδών θα αποδοθεί στο Ισραήλ, χωρίς να αναφέρονται περαιτέρω λεπτομέρειες. Έως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, άγνωστη παραμένει η ισραηλινή αντίδραση.

Δεν προκαλεί έκπληξη η γαλλική παρέμβαση, ούτε και η ακριβής πληροφόρηση που απέκτησε η φιλοϊρανική εφημερίδα Al-Akhbar, δεδομένου του ανοικτού διαύλου επικοινωνίας Παρισιού-Τεχεράνης επ’ευκαιρία των διαπραγματεύσεων της Βιέννης για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Πέραν αυτού, οι επανειλημμένες προσπάθειες Μακρόν για προσέλκυση διεθνών επενδυτών προκειμένου να διασωθεί η λιβανική οικονομία, κάπως θα έπρεπε να κεφαλαιοποιηθούν. Τέλος, η εξοικείωση εκάστοτε λιβανικής ηγεσίας με τα κέντρα αποφάσεων στο Παρίσι θεωρείται εκατέρωθεν αναντικατάστατη.

Πάντως, το Ισραήλ δείχνει να μην βιάζεται, ποντάροντας κυρίως στην ήδη κατεστραμμένη λιβανική οικονομία. Από την άλλη, μπορεί να δηλώνει έτοιμο να αποκρούσει τα drone της Χεζμπολάχ, αλλά η εξόρυξη φυσικού αερίου υπό συνθήκες πολιορκίας δεν θα ενισχύσει την αξιοπιστία του στις ευρωπαϊκές αγορές. Αντιθέτως, θα την μειώσει σημαντικά – και ίσως ανεπανόρθωτα. 

 

Η θέση της Κύπρου

Η ενίσχυση της παρουσίας της Energean θα αποτελούσε αναμφίβολα μια θετικότατη εξέλιξη. Από την άλλη, η επέκταση του γαλλικού παράγοντα στην ΑΟΖ του Λιβάνου δεν θα πρέπει να δυσαρεστεί την Κυπριακή Δημοκρατία. Εκατέρωθεν δεσμεύσεις για την διατήρηση της περιφερειακής σταθερότητας συζήτησαν στο Παρίσι μόλις προχθές ο ΥΠΕΞ Ιωάννης Κασουλίδης και η Γαλλίδα ομόλογός του, Κατρίν Κολονά. Άλλωστε, η επιχειρηματική παρουσία της Total στο νέο κοίτασμα του οικοπέδου 6 της Κυπριακής ΑΟΖ θα μπορούσε κάλλιστα να συνδυαστεί με την αξιοποίηση του λιβανικού Qanna. Την ίδια στιγμή, και ενόσω η ανάγκη διασφάλισης της πλατφόρμας της Energean στο Karish κρίνεται επιτακτική από τις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις, η κυπριακή πλευρά δηλώνει πρόθυμη να συμβάλει με συγκεκριμένους τρόπους επιτήρησης, υποβοηθούμενη από ισραηλινές υλικοτεχνικές υποδομές. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η θέση της Κύπρου στον περιφερειακό ενεργειακό χάρτη αναβαθμίζεται – εκτός εάν τελικά, Ισραηλινοί και Λιβανέζοι επιλέξουν νοοτροπίες του παρελθόντος, εξ ου και οι αμέσως επόμενες ημέρες θεωρούνται κρίσιμες.

 

*Ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ (Πρόγραμμα Μεσογείου) και διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο ισραηλινό Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν.