Οι πρόσφατες ειδήσεις από τη Νότια Ευρώπη είναι ανησυχητικές. Στην Ισπανία μετρήθηκαν τον Απρίλιο θερμοκρασίες έως και πάνω από 38 βαθμούς Κελσίου. Η ξηρασία στη νότια Γαλλία είναι η χειρότερη από τότε που υπάρχουν μετρήσεις. Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ιταλίας πλήττονται από σοβαρή λειψυδρία. Και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας του ΟΗΕ προειδοποιεί για πιθανές πολύ υψηλές παγκόσμιες θερμοκρασίες αυτό το καλοκαίρι.

Στην Κύπρο δεν παρατηρήθηκαν φέτος τέτοια ακραία φαινόμενα – μέχρι τώρα. Όμως ας μη μας παρασύρουν οι εφήμερες εντυπώσεις: Τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι συνάδελφοί μου κλιματικοί επιστήμονες του Ινστιτούτου Κύπρου και του Γερμανικού Ινστιτούτου Χημείας Max Planck δημοσίευσαν μελέτη που επιβεβαιώνει ότι η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής θερμαίνεται δύο φορές γρηγορότερα από τον μέσο όρο του πλανήτη. Με βάση την παρούσα κατάσταση, προβλέπονται καύσωνες μεγάλης έντασης και διάρκειας, παρατεταμένες περίοδοι ανομβρίας, καταιγίδες σκόνης, καθώς και καταρρακτώδεις βροχές που μπορεί να προκαλέσουν ξαφνικές πλημμύρες – όχι μόνο στο τέλος του 21ου αιώνα, που φαντάζει μακρινό, αλλά και μέσα στα επόμενα 30 χρόνια.

Αυτά τα έχουμε ξανακούσει, θα πείτε. Τι συνέπειες όμως έχουν στην καθημερινότητα και στις οικονομικές μας προοπτικές; Σημαντικές, και δυστυχώς μόνο αρνητικές. Οι επιστημονικές αναλύσεις του Ινστιτούτου Κύπρου και των συνεργατών του δείχνουν ότι:

  • Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας θέτει σε κίνδυνο όλες τις παράκτιες υποδομές μας (αεροδρόμια, λιμάνια, εργοστάσια ηλεκτρισμού και αφαλάτωσης, ξενοδοχεία) και αυξάνει την υφαλμύρινση των υπόγειων υδάτων, που είναι πολύτιμα στις παράκτιες αγροτικές περιοχές.
  • Η κατανάλωση ηλεκτρισμού θα έχει αυξητικές τάσεις, τόσο για να ικανοποιηθούν οι παρατεταμένες ανάγκες για κλιματισμό, όσο και για παραγωγή νερού από τις ενεργοβόρες μονάδες αφαλάτωσης. Όση προσπάθεια κάνουμε (και πολύ σωστά) για εξοικονόμηση ενέργειας, μπορεί να αντισταθμιστεί από τις αυξημένες ενεργειακές ανάγκες λόγω κλιματικής αλλαγής.
  • Σήμερα, μεγάλο μέρος των δασών του Τροόδους υπόκειται σε πολύ υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς. Σταδιακά, τις επόμενες δεκαετίες, όλες σχεδόν οι δασικές εκτάσεις της Κύπρου θα βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.
  • Υπάρχει κίνδυνος για πολλές από τις σημερινές εγχώριες γεωργικές καλλιέργειες, ειδικά αυτές που εξαρτώνται από το νερό της βροχής, να είναι ζημιογόνες σε μερικά χρόνια.
  • Οι εντονότερες συνθήκες ζέστης θα επιδεινώσουν την υγεία των κατοίκων, ειδικά στις πόλεις. Η δημόσια υγεία θα κινδυνεύσει επίσης από μεταδοτικές ασθένειες, που μέχρι πρόσφατα παρατηρούνταν σε πιο θερμά κλίματα. Επίσης, η αλληλεπίδραση καυσώνων και επεισοδίων σκόνης θα επιβαρύνουν την υγεία ευάλωτων συμπολιτών μας.
  • Εξαιτίας των παραπάνω καταστάσεων, η Κύπρος θα γίνει λιγότερο ελκυστική και στους τουρίστες. Τα έσοδα του τουρισμού κινδυνεύουν να μειωθούν σοβαρά κατά τα επόμενα 30 χρόνια.

Από τις πιο πάνω διαπιστώσεις, πρέπει να μεταβούμε σε ποσοτικές εκτιμήσεις και κοστολογημένα μέτρα αντιμετώπισης των επιπτώσεων αυτών. Εύκολο να το πούμε, δύσκολο να το πραγματοποιήσουμε: Πολλά από τα φαινόμενα αυτά δεν είχαν παρατηρηθεί παλαιότερα στην περιοχή μας. Επομένως, η ένταση και διάρκεια των φαινομένων αυτών δεν μας είναι γνωστές. Κάποιες επιπτώσεις μπορεί να εξελιχθούν με δραματικούς ρυθμούς, που οι επιστήμονες δεν μπορούν να τους υποπτευθούν. Αναγκαστικά, ο σχεδιασμός θα πρέπει να παίρνει υπόψη του την αβεβαιότητα.

Από τις φυσικές στις οικονομικές επιπτώσεις

Για μερικές από τις επιπτώσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω υπάρχουν ήδη ποσοτικές εκτιμήσεις που έγιναν παλαιότερα, από διαφορετικές μελέτες, με διαφορετικούς χρονικούς ορίζοντες και ποικίλες παραδοχές. Στους προσεχείς μήνες, θα διενεργήσουμε μια επισκόπηση αυτών των διάσπαρτων μελετών, για να παρουσιάσουμε στις κυβερνητικές υπηρεσίες μια ομοιόμορφη εικόνα των πιθανών επιπτώσεων.

Στη συνέχεια, με βάση την εμπειρογνωμοσύνη του επιστημονικού δυναμικού του Ινστιτούτου Κύπρου, θα επεκτείνουμε τις εκτιμήσεις των φυσικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε όλους τους πιο πάνω τομείς και θα τις εκφράζουμε με οικονομικούς όρους, όπου αυτό είναι εφικτό. Και σε συνεργασία με το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου, που αναπτύσσει περαιτέρω μοντέλα της κυπριακής οικονομίας, θα παραδίδουμε στο Υπουργείο Οικονομικών εκτιμήσεις των οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή την αναμενόμενη επίδραση στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και στα δημόσια οικονομικά. Το υπουργείο θα μπορεί να αξιοποιεί αυτές τις εκτιμήσεις για τον προγραμματισμό των δημόσιων επενδύσεων, την ανάλυση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και ευρύτερα τον σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής.

Αυτό το σημείο είναι κρίσιμο για κάθε χώρα όπως η Κύπρος που, όπως είπαμε, βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής αλλαγής. Πλέον, ο μεσοπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος οικονομικός προγραμματισμός μιας χώρας δεν μπορεί να αγνοεί τους κλιματικούς κινδύνους. Οι κρατικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη πιθανές αυξημένες ανάγκες για:

  • αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές,
  • δημόσιες επενδύσεις για έργα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή,
  • επενδύσεις και δαπάνες για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής,
  • δαπάνες (κοινωνικές μεταβιβάσεις) για ελάφρυνση του κόστους σε ευάλωτα νοικοκυριά.

Βραχυπρόθεσμο κόστος

Δεν είναι όμως μόνο το φυσικό ρίσκο εξαιτίας των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής καθαυτής που επενεργεί στις οικονομικές προοπτικές της χώρας. Υπάρχει και το ρίσκο εξαιτίας του κόστους των μέτρων για αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή του κόστους της πράσινης μετάβασης. Η πανευρωπαϊκή στρατηγική, που ονομάστηκε Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, έχει πολύ φιλόδοξους περιβαλλοντικούς στόχους, που δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς μέτρα που θα έχουν κόστος.

Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αλλαγή του κλίματος που συντελέστηκε ήδη δεν μπορεί να αντιστραφεί, μπορεί όμως να μετριαστεί η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης. Με δραστική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τα επόμενα χρόνια η υπερθέρμανση του πλανήτη μπορεί να διατηρηθεί σε «αποδεκτά» επίπεδα, δηλαδή σε επίπεδα που θα επιφέρουν μεν αρνητικές συνέπειες, αλλά στο σύνολο του πλανήτη οι επιπτώσεις θα μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς δραματικές μετακινήσεις πληθυσμών και τεράστιες απώλειες ζωής και περιουσιών.

Είναι διεθνώς αποδεκτό ότι ο μετριασμός της αλλαγής του κλίματος θα έχει βραχυπρόθεσμα κόστος. Όμως, το όφελος από τα μέτρα που απαιτούνται είναι πολύ μεγαλύτερο: Αν δεν ληφθούν σοβαρά μέτρα τώρα, το κόστος της ανεξέλεγκτης κλιματικής αλλαγής θα είναι πολλαπλάσιο και θα επιβαρύνει δυσανάλογα τα φτωχότερα νοικοκυριά. Έτσι, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας θα πρέπει και η Κύπρος να αλλάξει πολλά στον τρόπο παραγωγής και χρήσης ενέργειας, στις μεταφορές, στη βιομηχανία, στη διαχείριση αποβλήτων και στον αγρο-διατροφικό τομέα.

Καθοριστικός ο ρόλος του κράτους

Ως ακαδημαϊκός σύμβουλος των κυβερνητικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο ενός μακροχρόνιου Μνημονίου Συνεργασίας με τη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομικών, το Ινστιτούτο Κύπρου προβαίνει σε αναλυτικές εκτιμήσεις του κόστους και του οφέλους των μέτρων της πράσινης μετάβασης. Το συμπέρασμα των έως τώρα αναλύσεών μας συνοψίστηκε εύστοχα από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό Forbes, στις 30 Απριλίου 2023: «Η πράσινη μετάβαση αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την Κύπρο και απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και μετασχηματισμό ολόκληρης  της οικονομίας… Η αποτροπή της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να αποφέρει μεγάλα οφέλη στην κοινωνία και την οικονομία μακροπρόθεσμα, όμως αρχικά μπορεί να έχει κόστος. Προσπάθειά μας είναι η πράσινη μετάβαση να γίνει με δίκαιο τρόπο».

Επομένως, η αντιμετώπιση των φυσικών και οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής απαιτεί διεπιστημονική γνώση αλλά και κεντρικό οικονομικό σχεδιασμό, ώστε τόσο οι δημόσιες επενδύσεις όσο και το φορολογικό σύστημα να ευθυγραμμιστούν με την ανάγκη της πράσινης μετάβασης. Ο ρόλος του κράτους, όπως και στην περίπτωση της πανδημίας, θα είναι καθοριστικός.

* Καθηγητής, Προσωρινός Διευθυντής, Ερευνητικό Κέντρο Τεχνολογικής Πολιτικής και Καινοτομίας (STeDI), Ινστιτούτο Κύπρου