Στις 30 Νοεμβρίου επιφύλαξε την απόφασή της η δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού σε σχέση με το αίτημα της Εισαγγελίας, για την κράτηση των τεσσάρων κατηγορούμενων για τη δολοφονία του Θανάση Καλογερόπουλου, μέχρι τη δίκη.

Το αίτημα βασίστηκε στον κίνδυνο μη προσέλευσης των κατηγορούμενων στη δίκη ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου όπου παραπέμφθηκαν για εκδίκαση, στις 23 Ιανουαρίου. Από την άλλη οι συνήγοροι υπεράσπισης των 3 εκ των 4 κατηγορούμενων στις αγορεύσεις τους, οι οποίες είχαν κοινή γραμμή, υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει μαρτυρία που να συνδέει τους πελάτες τους με τα επίδικα αδικήματα, τονίζοντας πρόκειται για πρόσωπα λευκού ποινικού μητρώου και έχουν δεσμούς με την Δημοκρατία. Να σημειωθεί πως ο μόνος που δεν έφερε ένσταση στην κράτηση, ήταν ο δικηγόρος του 1ου κατηγορούμενου (41χρονου).

Κατά τη διαδικασία του αιτήματος η εκπρόσωπος της Εισαγγελίας, Δάφνη Ναπολέοντος, έκανε αναφορά στο βαρύ κατηγορητήριο που αντιμετωπίζουν και οι κατηγορούμενοι στο οποίο περιλαμβάνονται 12 κατηγορίες. Η 13η κατηγορία αφορά μόνο τον 22χρονο για το αδικήματα της συνέργειας μετά τη διάπραξη.

Η κ. Ναπολέοντος αγορεύοντας ως προς τους λόγους κράτησης, τόνισε ότι το αίτημα στηρίζεται κυρίως στον κίνδυνο μη προσέλευσης στο Δικαστήριο, ενώ έκανε αναφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, την ορατή πιθανότητα καταδίκης η οποία όπως είπε προκύπτει μέσα από το μαρτυρικό υλικό αλλά και τις αυστηρές ποινές. «Αντιμετωπίζουν αδικήματα που είναι άκρως σοβαρά, όπως το αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης το οποίο είναι το σοβαρότερο στον ποινικό κώδικα και επισύρει δια βίου φυλάκιση», είπε.

Αναφερόμενη στους κατηγορούμενους, η Εισαγγελία παρέπεμψε στο μαρτυρικό υλικό το οποίο παραδόθηκε στο Δικαστήριο, αποκαλύπτοντας τον ρόλο που είχε στη δολοφονία του Θανάση Καλογερόπουλου, ο κάθε ένας κατηγορούμενος, ξεχωριστά. Παράπεμψε το Δικαστήριο σε νομολογία σε σχέση με τους λόγους του αιτήματος κράτησης και έκανε αναφορά στην κατάθεση του εξεταστή και τα όσα ανέλυσαν με λεπτομερή περιγραφή, οι αστυνομικοί από τη μελέτη των κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης.

Σε σχέση με τον 41χρονο, η εκπρόσωπος της Εισαγγελίας προχώρησε και σε μια αποκάλυψη ενώπιον του Δικαστηρίου. Όπως είπε, υπάρχει γραπτή μαρτυρία που φέρει τον 41χρονο κατηγορούμενο, ενώ βρισκόταν στην έπαυλη στη Σκαρίνου, μέσω βιντεοκλήσης να είχε δείξει σε άλλο πρόσωπο ότι κατείχε πιστόλι και καλάσνικοφ. Στη συνέχεια έκανε εκτενή αναφορά στα στοιχεία που υπάρχουν και εμπλέκουν τους κατηγορούμενους, παραπέμποντας τόσο σε γραπτές μαρτυρίες που κατέχει η Αστυνομία αλλά και μέσω των κλειστών κυκλωμάτων.

Από την πλευρά τους οι συνήγοροι υπεράσπισης και των 3 κατηγορούμενων (44, 22 και 21 ετών) στις αγορεύσεις τους υποστήριξαν από κοινού ότι δεν υπάρχει μαρτυρία που να κατονομάζει τους πελάτες και να τους συνδέει με τα επίδικα αδικήματα. Τόνισαν ότι από το μαρτυρικό υλικό που τους δόθηκε, δεν περιλαμβάνεται κανένα κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης για να επιβεβαιωθούν οι ισχυρισμοί της αστυνομίας. Αναφέρθηκαν στην περιστατική μαρτυρία τονίζοντας ότι από μόνη της μπορεί να οδηγήσει σε καταδίκη όταν όμως είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και δεν υπάρχουν κενά.

Μεταξύ άλλων υποστήριξαν ότι πρόκειται για εικασίες από μέρους της αστυνομίας, εξηγώντας ότι δεν υπάρχει κάποια άλλη μαρτυρία εκτός από τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης. Έθιξαν μάλιστα ότι κάποια από αυτά ενδεχομένως να είναι παράνομα, καθώς καταγράφουν δημόσιο χώρο. Και οι τρεις δικηγόροι επεσήμαναν ότι οι πελάτες τους είναι πρόσωπα λευκού ποινικού μητρώου, τονίζοντας ότι θα πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι με όρους. Καταληκτικά, υπέδειξαν ότι οι πελάτες τους διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με την Κυπριακή Δημοκρατία, θέλοντας να καταρρίψουν το παράγοντα της μη προσέλευσης στη δίκη.