Το ανεύρυσμα εγκεφάλου, μια διόγκωση σε κάποιο αγγείο του εγκεφάλου και η αιμορραγία, που προκλήθηκε μετά τη ρήξη του, οδήγησε εσπευσμένα στην πόρτα του American Medical Center την Υπουργό Εργασίας, Ζέτα Αιμιλιανίδου, η οποία παραμένει σε κρίσιμη κατάσταση.

Προκειμένου να αποκτήσουμε καλύτερη εικόνα για το τι είναι το ανεύρυσμα εγκεφάλου, πώς μπορεί να διαγνωστεί και να αποφευχθεί η ρήξη του, αλλά και για το ποιες είναι οι κατάλληλες μέθοδοι αντιμετώπισης, συνομιλήσαμε με τον νευροχειρούργο, εξειδικευμένο σε επεμβάσεις εγκεφάλου και σπονδυλικής στήλης, Δρ. Κυριάκο Παρασκευά, ο οποίος βρισκόταν στην ομάδα των γιατρών, που εξέτασαν αρχικά την Υπουργό Εργασίας. 

Μιλώντας στο philenews, o γνωστός νευροχειρούργος ανέφερε ότι η Ζέτα Αιμιλιανίδου κατά την άφιξη της στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών βρισκόταν σε σχετικά καλή γενική κατάσταση (κλίμακα Γλασκώβης 13/15). Σημείωσε ότι «διενεργήθηκε άμεσα αξονική αγγειογραφία εγκεφάλου, η οποία διαπίστωσε την ύπαρξη υπαραχνοειδούς και ενδοκοιλιακής αιμορραγίας εγκεφάλου, στο πλαίσιο ρήξης ανευρύσματος δεξιάς οπίσθιας αναστομωτικής αρτηρίας, ενώ πρόσθεσε στη συνέχεια ότι «η ασθενής μεταφέρθηκε σε νοσηλευτήριο του εξωτερικού, το οποίο παρείχε την μέθοδο του εμβολισμού».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σε κρίσιμη κατάσταση η Ζέτα – Ανακοίνωση Υπ. Υγείας

Ερωτηθείς τι είναι το ανεύρυσμα εγκεφάλου και αν μπορεί να διαγνωστεί, ο γιατρός ανέφερε ότι αποτελεί ουσιαστικά την αγγειακή διάταση των ελαστικών χιτώνων συγκεκριμένων αγγείων του εγκεφάλου και εξήγησε ότι το ανεύρυσμα διαγιγνώσκεται τυχαία, είτε μετά από κλινική εκδήλωση στο πλαίσιο ρήξης αυτού ή πιεστικού φαινομένου που προκαλεί, με τη μέθοδο της μαγνητικής είτε αξονικής αγγειογραφίας εγκεφάλου, ενώ η ανατομική του διαμόρφωση οριοθετείται λεπτομερώς με τη μέθοδο της Ψηφιακής Αφαιρετικής Αγγειογραφίας.

Όσον αφορά για το αν μπορεί να αποφευχθεί η ρήξη του ανευρύσματος, ο γιατρός ανέφερε ότι «μέσω αναγνώρισης επιβαρυντικών παραγόντων και κληρονομικής διεισδυτικότητας, όπως και μέσω πρόληψης παθήσεων και συνηθειών, που προδιαθέτουν σε αθηροσκλήρυνση – π.χ η αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και η καπνιστική συνήθεια τότε δεν θα έλεγα ότι μέσω των προαναφερόμενων μπορεί να αποφευχθεί η ρήξη του ανευρύσματος, αλλά σίγουρα δύναται να διαγνωστεί εγκαίρως ένα ανεύρυσμα εγκεφάλου, προτού υποστεί ρήξη και να υπολογιστεί επίσης η πιθανότητα ρήξης του ανευρύσματος εντός πενταετίας».

Κληθείς να σχολιάσει πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η ρήξη ανευρύσματος και ποιοι παράγοντες λαμβάνονται υπόψη για επιλογή της κατάλληλης μεθόδου αντιμετώπισης, ο Δρ Παρασκευά επεσήμανε ότι «το ανεύρυσμα, που υπόκειται σε ρήξη ή δεν έχει υποστεί ρήξη, αλλά ως συνήθως είναι μεγέθους άνω των 6-7 χιλιοστών, τότε δύναται να αντιμετωπιστεί με τη μέθοδο του χειρουργικού αποκλεισμού (surgical clipping-αυτό που προσφέρουμε στο Κέντρο μας με την ομάδα μου) ή με την μέθοδο του εμβολισμού, το οποίο δεν αποτελεί χειρουργείο.

Σημείωσε ακόμη ότι «τα γιγαντιαία ανευρύσματα και τα ανευρύσματα μεγέθους μικρότερα από 1,5-2 χιλιοστά, τα οποία υπέστησαν ρήξη, ανευρύσματα τα οποία προκαλούν πιεστικό φαινόμενο και ανευρύσματα μέσης κυκλοφορίας σε σχετικά νέους ασθενείς με ευρύ αυχένα και πολλαπλούς αρτηριακούς κλάδους, όπου εξορμώνται από αυτό και ανευρύσματα στα οποία απέτυχε προηγηθείς εμβολισμός, τότε είθισται να αντιμετωπίζονται χειρουργικά».

Υποστήριξε επίσης ότι για ανευρύσματα κυρίως οπισθίας κυκλοφορίας ή σε ανευρύσματα, των οποίων η προσπέλαση είναι δύσκολη, σε ασθενείς κατά βάση ηλικιωμένους υπό αντιπηκτικά και πολλαπλές συννοσηρότητες, όπως και σε ασθενείς με ανευρύσματα με στενό αυχένα και με σχέση θόλου-αυχένα >2 και τέλος σε ασθενείς στους οποίους απέτυχε προηγηθείσα κρανιοτομή για αποκλεισμό ανευρύσματος, τότε ενδείκνυται ο εμβολισμός.

«Προσωπική μου εκτίμηση», ανέφερε καταληκτικά ο γιατρός, «είναι ότι ο άρτια εκπαιδευμένος χειρουργός ανευρυσμάτων μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε είδος ανευρύσματος, ενώ η μέθοδος του εμβολισμού δεν δύναται να αντιμετωπίσει κάθε είδος ανευρύσματος» και τόνισε ότι «το χειρουργείο υπερτερεί έναντι του εμβολισμού, σε θέμα πλήρους αποκλεισμού του ανευρύσματος και μείωσης πιθανότητας επαναιμορραγίας και επανασηραγγοποίησης».