Ένσταση στην Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας για τον νόμο με τον οποίο θα ελέγχονται μετά τη συνταξιοδότησή τους οι δικαστές και ο Γενικός και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, καταχώρησε η Βουλή.

Με την ένσταση, που καταχωρήθηκε από τον δικηγόρο της Βουλής Ανδρέα Σ. Αγγελίδη, θεωρείται ότι ο νόμος είναι καθ’ όλα σύμφωνος με τις Συνταγματικές διατάξεις, σέβεται και τηρεί την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, όπως επίσης και το Ευρωπαϊκό δίκαιο. Με τον επίδικο νόμο εντάσσονται οι αφυπηρετήσαντες δικαστές και ο Γενικός και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, στους αξιωματούχους που θα ελέγχονται για την ανάληψη εργασίας στον ιδιωτικό τομέα μετά τη συνταξιοδότησή τους. Ο συγκεκριμένος νόμος ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων στις 3 Νοεμβρίου 2022 και στους λόγους αναπομπής του ο πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρει τη συμπερίληψη των δικαστών και του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα στο πεδίο εφαρμογής του νόμου, καθώς όπως επισημαίνεται, προσκρούει σε πρόνοιες του Συντάγματος, αφού είναι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι.

Σύμφωνα με την ένσταση της Βουλής, προκύπτουν προδικαστικά θέματα ως ακολούθως: Ο Πρόεδρος ζήτησε για την αναπομπή τη συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Όμως, αναφέρεται, ο Γενικός Εισαγγελέας έχει προσωπικό ενδιαφέρον το οποίο επέβαλλε να αυτοεξαιρεθεί από το να συμβουλεύσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Μπορούσε, αναφέρεται, ο Γενικός Εισαγγελέας να έθετε την άποψή του και παράλληλα να εισηγηθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αναζητήσει τελική γνώμη περί του θέματος, από άλλο δικηγόρο, ακόμη και ιδιώτη, ως τούτο είναι επιτρεπτό και νόμιμο κατά τη Νομολογία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Επ. Θεσμών: «Όχι» στην αναπομπή νόμου για έλεγχο αξιωματούχων μετά την αφυπηρέτηση

Παράλληλα, προστίθεται στην ένσταση, η Αναφορά του Γενικού Εισαγγελέα δυνατό να θεωρηθεί κατά το κοινό περί δικαίου αίσθημα ότι αποτελεί και/ή ομοιάζει με εκπροσώπηση πέραν από τη δική του επιθυμία ή θεώρηση και της έμμεσης ή εξυπακουόμενης επιθυμίας των Δικαστών και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, στην έκταση που η νομοθετική αυτή πρόβλεψη τους αφορά. Ας μη διαφύγει της προσοχής ότι, η αναφορά αυτή αποβλέπει ή δυνατό να θεωρηθεί κατά το περί δίκαιο συναίσθημα ότι αποβλέπει στο να κριθεί ένα ατομικό συμφέρον, τώρα, που η συγκεκριμένη Δικαστική εξουσία και οι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι (Γενικός και Βοηθός Εισαγγελέας) έχουν εξουσία να ενεργούν υπό την ιδιότητα που έχουν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Χωρίς έλεγχο οι διορισμοί δικαστών

Ο έγκριτος νομικός της Βουλής σημειώνει περαιτέρω ότι θα πρέπει να κριθεί ότι, η Αναφορά πάσχει από τη ρίζα της αφού έτυχε συμβουλής ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος όμως είχε ίδιο προσωπικό ενδιαφέρον και τίθεται προς κρίση ενώπιον Δικαστών με ίδιο ενδιαφέρον. Υποστηρίζεται επίσης ότι η Βουλή ενήργησε στη βάση των Συνταγματικών εξουσιών που έχει, σύμφωνα με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, που δεν θα έπρεπε να εξαρτηθεί από Δικαστική κρίση.

Αναμένεται τώρα ότι η ένσταση θα εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο και θ’ αποφανθεί για την τύχη της.