Η κυβέρνηση παραχώρησε το λιμάνι Λεμεσού για διαχείριση σε ιδιώτες και τώρα αυτοί απαιτούν ενοίκιο για το χώρο στάθμευσης του προσωπικού και των επισκεπτών της Αρχής Λιμένων, γεγονός το οποίο δείχνει ότι κάτι πήγε λάθος με τη συμφωνία που υπεγράφη.

Αναφορά στην πιο πάνω διαφωνία κάνει η Ελεγκτική Υπηρεσία στην ετήσια έκθεση που δόθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Στο κεφάλαιο υπό την επικεφαλίδα «Συμφωνία Παραχώρησης για τον Τερματικό Σταθμό Γενικού Εμπορίου και Τερματικό Επιβατών στο Λιμάνι Λεμεσού», αναφέρεται πως κατά την εφαρμογή της Συμφωνίας Παραχώρησης προέκυψαν διαφωνίες και οι νομικοί σύμβουλοι του διαχειριστή κοινοποίησαν στο υπουργείο Μεταφορών, την προσφυγή τους για διαιτησία στο International Chamber of Commerce (ICC).

Η συγκεκριμένη συμφωνία δεν είναι η μοναδική που παρουσιάζει κενά, αν αναλογιστεί κανείς ότι τέσσερις από τις έξι εταιρείες λεωφορείων που εκτελούσαν αστικές διαδρομές μέχρι τις 5.7.2020, διεκδικούν επιπρόσθετες αποζημιώσεις οι οποίες υπολογίζονται σε περίπου €43 εκατ. πλέον έξοδα, τόκους και ΦΠΑ.

Πάντως στην έκθεση αναφέρεται, πως η Αναθέτουσα Αρχή (Τμήμα Οδικών Μεταφορών) προχώρησε σε καταβολή ποσών στις έξι εταιρείες (ως κυβερνητική συνεισφορά) στη βάση προκαταρκτικών υπολογισμών και για τα επόμενα έτη, είτε γιατί δεν είχαν υποβληθεί οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις, είτε επειδή δεν είχαν ελεγχθεί από την ίδια την Αρχή, κάτι το οποίο ελλοχεύει κινδύνους απώλειας χρημάτων, λόγω ενδεχόμενων υπερπληρωμών.

Στην ίδια έκθεση, ο Γενικός Ελεγκτής καρφώνει τον Γενικό Εισαγγελέα για γνωμάτευση του με βάση την οποία η εκτελεστική εξουσία δικαιούται να μην επιτρέψει στην Ελεγκτική Υπηρεσία ανεμπόδιστη πρόσβαση στην πληροφόρηση. Ως παράδειγμα ο Γενικός Ελεγκτής φέρνει τη γνωμάτευση για μη παραχώρηση του Τοπικού Σχεδίου Ακάμα, με την αιτιολογία πως δεν ήταν τελικό.

Στην έκθεση αναφέρονται και τα ακόλουθα για τον Γενικό Εισαγγελέα: Ως δημόσιος κατήγορος αποφασίζει, ασκώντας τις ανέλεγκτες συνταγματικές του εξουσίες, να μην κινήσει διαδικασία ποινικής διερεύνησης έναντι αυτών που προέβαλαν τέτοια εμπόδια (όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του διευθυντή Τμήματος, ο οποίος δημιούργησε κωλύματα στον εύρυθμο και έγκαιρο έλεγχο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας).

Στην έκθεση αναφέρεται επίσης, πως μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τη νέα Κυβέρνηση, προέκυψαν οι ακόλουθα προβλήματα στην παραχώρηση στοιχείων:

Άρνηση παραχώρησης στοιχείων για τους οπλίτες που υπηρετούν υπό ευνοϊκές και προνομιακές συνθήκες στη διοίκηση του Υπουργείου Άμυνας και του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς. (Τελικά, με απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας μας δόθηκαν τα στοιχεία, ο έλεγχος διενεργήθηκε κανονικά και ανέδειξε σπατάλη δημόσιων πόρων και παραβίαση κανονισμών).

Άρνηση της Αστυνομίας για πρόσβασή μας σε στοιχεία σχετικά με παραχωρήσεις, προς ιδιώτες, πιστολιών και πυρομαχικών που ανήκουν στη Δημοκρατία (και άρα αποτελούν αναντίλεκτα περιουσία της Δημοκρατίας)

Άρνηση της Αστυνομίας να παραχωρήσει στοιχεία αναφορικά με εξώδικα πρόστιμα (που αποτελούν έσοδα της Δημοκρατίας) για τα οποία, λόγω μη είσπραξής τους εντός της καθορισμένης προθεσμίας, δημιουργήθηκε ποινικός φάκελος, αλλά στη συνέχεια η υπόθεση αποσύρθηκε μετά από απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα, χωρίς να εισπραχθεί οποιοδήποτε ποσό.