Το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση πριν από μερικές μέρες σε σχέση με τον τερματισμό της σύνταξης ανικανότητας που λάμβανε Ελληνοκύπριος καρκινοπαθής που δεν μπορούσε να εργαστεί για τουλάχιστον μία δεκαετία.

Το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων τερμάτισε τη σύνταξη ανικανότητας του ηλικιωμένου καρκινοπαθούς, με τη δικαιολογία ότι τα εισοδήματα που λάμβανε από την περιορισμένη απασχόληση του ξεπερνούσαν το 1/3 των εισοδημάτων που εισέπραττε πριν ασθενήσει 10 χρόνια προηγουμένως. Επισημαίνεται ότι το Τμήμα γνώριζε και αποδεχόταν ότι ο αιτητής δεν μπορούσε να εργαστεί κανονικά, αλλά επέμενε ότι τα ελάχιστα χρήματα που λάμβανε μηνιαίως από μερική ελαφριά απασχόληση ξεπερνούσαν το όριο που θεωρούσαν ότι έθετε ο νόμος.

Μάλιστα, το Τμήμα προέβη σε αναδρομικό τερματισμό της σύνταξης και απαιτούσε και την επιστροφή συνολικού ποσού πέραν των €23.000 που είχε καταβληθεί ως σύνταξη ανικανότητας στον εν λόγω καρκινοπαθή συμπολίτη μας τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια. Το Τμήμα ισχυριζόταν ότι ενόψει του ότι είχαν προβεί σε αναδρομικό τερματισμό της σύνταξης ανικανότητας του αιτητή από το 2022, οποιοδήποτε ποσό του είχε καταβληθεί έκτοτε έπρεπε να επιστραφεί αφού είχε δήθεν καταβληθεί παράνομα. 

Ο παραπονούμενος προσέφυγε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσπαθώντας να ακυρώσει την απόφαση για τερματισμό της σύνταξης του.

Το Διοικητικό Δικαστήριο αποδέχτηκε πλήρως τη θέση που προέβαλαν οι δικηγόροι του Αιτητή ότι:

Α) Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο νόμος απαιτεί διερεύνηση των εισοδημάτων που θα είχε αντίστοιχο υγιές πρόσωπο με τα ίδια προσόντα με τον αιτητή τη στιγμή του τερματισμού –ήτοι το 2022– και όχι απλή σύγκριση με τα εισοδήματα του αιτητή πριν από την ασθένεια, δηλαδή το 2011. Αυτή δε η προσέγγιση του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων καταδείκνυε, σύμφωνα με το Δικαστήριο, πλάνη περί τον νόμο από πλευράς του, αλλά και πλάνη ως προς τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης,

Β) Περαιτέρω, ο νόμος, για την ηλικιακή ομάδα στην οποία ανήκε ο αιτητής κατά τη στιγμή του τερματισμού, θέτει ως βάση υπολογισμού το ½ των εισοδημάτων υγιούς προσώπου και όχι το 1/3, που εσφαλμένα χρησιμοποίησε το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων όταν αποφάσιζε να τερματίσει τη σύνταξη του αιτητή.

Πρόκειται για μία εξόφθαλμη περίπτωση κρατικής αναλγησίας, αφού χωρίς δεύτερη σκέψη τερματίστηκε παράνομα η σύνταξη ανικανότητας ενός ηλικιωμένου καρκινοπαθούς, για να διαπιστωθεί στη συνέχεια ότι η διοίκηση δρα και λαμβάνει τόσο καθοριστικές για τη ζωή των διοικούμενων αποφάσεις με πλήρη πλάνη του νόμου.

Παρ’ όλο που το Διοικητικό Δικαστήριο ενήργησε με ιδιαίτερη ταχύτητα και ευαισθησία λόγω της φύσης της υπόθεσης, ο συμπολίτης μας εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς της διοίκησης ταλαιπωρήθηκε και παρέμεινε αυτός και η οικογένεια του χωρίς βασικά μέσα βιοπορισμού για μήνες, μέχρι τελικά να δικαιωθεί από το Δικαστήριο και η παρανομία να ανατραπεί.

Παράλληλα, θα πρέπει να διερευνηθεί σε πόσους άλλους συμπολίτες μας έχουν εφαρμοστεί με τον ίδιο παράνομο τρόπο αυτές οι προσεγγίσεις του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και δεν είχαν όμως την οικονομική δυνατότητα και την υπομονή να προσφύγουν ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου.

Τον αιτητή εκπροσώπησε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου η δικηγορική εταιρεία Καραμανώλης & Καραμανώλης ΔΕΠΕ.