Γονείς ζητούν βοήθεια για τα παιδιά τους που χρειάζονται νοσηλευτική φροντίδα για να μπορούν να πηγαίνουν στο σχολείο τους, ηλικιωμένοι χρειάζονται φροντίδα στο σπίτι γιατί δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν από την τσέπη τους, οι ίδιοι οι νοσηλευτές κοινοτικής νοσηλευτικής ζητούν ενίσχυση του τμήματος τους για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες κάνοντας λόγο για πρακτικές που αποδυναμώνουν την υπηρεσία τους, ασθενείς που χρειάζονται υπηρεσίες αποκατάστασης δεν μπορούν να τις λάβουν αφού οι συγκεκριμένες υπηρεσίες δεν έχουν ακόμα ενταχθεί πλήρως στο ΓεΣΥ. 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση στην τελευταία έκθεση της για τα συστήματα υγείας των κρατών-μελών, σχολιάζει: «Παρ’ ότι η δέσμη παροχών (μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ) θεωρείται σχεδόν πλήρης, για ορισμένες υπηρεσίες η έλλειψη διαθεσιμότητας παρόχων ή υποδομών οδηγεί σε περιορισμένη πρόσβαση φαλκιδεύοντας έτσι το δικαίωμα της πλήρους κάλυψης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας, ανακουφιστικής φροντίδας και αποκατάστασης οι οποίες καλύπτονται μερικώς από το ΓεΣΥ, καθώς και για τη φυσιοθεραπεία, τη λογοθεραπεία και την κατ’ οίκον περίθαλψη, ειδικότερα για ασθενείς με χρόνιες παθήσεις».

«Πρέπει επιτέλους να λύσουμε αυτά τα προβλήματα», τόνισε, μιλώντας στον «Φ», ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου, Χαράλαμπος Παπαδόπουλος. Οι περιπτώσεις πολιτών αλλά και επαγγελματιών που απευθύνθηκαν στο Παρατηρητήριο Ασθενών τον μήνα Φεβρουάριο αποκαλύπτουν το μέγεθος του προβλήματος και «το τεράστιο κενό που υπάρχει στην Κύπρο», ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι «ήρθε η ώρα να κατανοήσει και η Πολιτεία ότι η φροντίδα των ασθενών δεν σταματά στην παροχή υπηρεσιών υγείας, φαρμάκων ή/και αναλωσίμων ειδών».

Ο τρόπος με τον οποίο οι ίδιοι οι νοσηλευτές, του τμήματος κοινοτικής νοσηλευτικής του ΟΚΥπΥ (με παρότρυνση της συνδικαλιστικής οργάνωσης στην οποία ανήκουν) περιγράφουν την κατάσταση σε επιστολή τους προς την ΟΣΑΚ, είπε ο κ. Παπαδόπουλος «μας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε ως κράτος τα θέματα αυτά αφού παρατηρούμε ότι ακόμα και οι δομές που λειτουργούν αυτή τη στιγμή, σιγά-σιγά ξηλώνονται. Παράλληλα, παρατηρούμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις, όπως είναι τα παιδιά που χρειάζονται συνεχή νοσηλευτική φροντίδα, που το πρόβλημα δεν επιλύεται, εάν οι γονείς δεν ζητήσουν βοήθεια από την ΟΣΑΚ ή δεν χρησιμοποιήσουν τα ΜΜΕ για να γίνει η περίπτωση τους γνωστή».

Τον περασμένο μήνα, είπε ο κ. Παπαδόπουλος «λάβαμε δύο επιστολές από γονείς παιδιών με χρόνια νοσήματα τα οποία χρειάζονται νοσηλευτική φροντίδα για να μπορούν να πηγαίνουν στο σχολείο τους και να έχουν και οι γονείς τους τη δυνατότητα να εργάζονται για να εξασφαλίζουν το εισόδημα της οικογένειας τους». Πέραν των παιδιών, «έχουμε τις περιπτώσεις ηλικιωμένων αλλά και άλλων χρόνιων ασθενών οι οποίοι είναι κλινήρεις στα σπίτια τους ή χρειάζονται υπηρεσίες αποκατάστασης ή ανακουφιστικής φροντίδας και δυστυχώς, το λέμε άλλη μια φορά, ο τρόπος με τον οποίο τους παρέχονται οι υπηρεσίες αυτές μέσω του ΓεΣΥ δεν είναι τέτοιος που να καλύπτει τις πραγματικές τους ανάγκες».

  • Ηλικιωμένος 76 ετών με άνοια, έχει κάνει εγχείρηση και πρέπει να πάει σε ίδρυμα αποκατάστασης. Η οικογένεια του χρειάζεται βοήθεια για να του παρέχονται σωστές υπηρεσίες, αλλά δεν μπορεί να αναλάβει το κόστος γιατί είναι ψηλό.
  • Γυναίκα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας. Ζήτησε αρχικά βοήθεια από σύνδεσμο ασθενών για να της παρασχεθούν υπηρεσίες κατ’ οίκον φυσιοθεραπείας. Χρειάζεται όμως και υπηρεσίες αποκατάστασης, αλλά η εξειδικευμένη ομάδα υπηρεσιών αποκατάστασης που χρειάζεται δεν προσφέρεται ακόμα από το Γενικό Σύστημα Υγείας. «Λόγω των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει δεν μπορεί να επωμιστεί το μεγάλο κόστος της ιδρυματικής αποκατάστασης. Ζητάμε από εσάς να παρέμβετε άμεσα, έτσι ώστε να μεταφερθεί σε ένα κέντρο ιδρυματικής αποκατάστασης στο οποίο θα υπάρχει ασφάλεια και ολιστική αντιμετώπιση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει».
  • Ηλικιωμένος 83 ετών παρουσιάζει σοβαρές κατακλίσεις και χρειάζεται φυσιοθεραπεία, ανακουφιστική φροντίδα και υπηρεσίες αποκατάστασης. Δεν είναι σε θέση να πληρώσει από την τσέπη της η οικογένεια για να του εξασφαλίσει την απαραίτητη φροντίδα.

Αυτά, είπε ο κ. Παπαδόπουλος, «είναι κάποια από τα παράπονα που λαμβάνει το Παρατηρητήριο Ασθενών. Θεωρώ ότι ήρθε η ώρα να δούμε πολύ σοβαρά τα ζητήματα αυτά και να προχωρήσουμε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε οι δικαιούχοι του ΓεΣΥ να λαμβάνουν πραγματικά όσα χρειάζονται. Αν κάποιες από αυτές τις υπηρεσίες πρέπει να τις αναλάβει το υπουργείο Υγείας ή άλλα αρμόδια υπουργεία, να το κάνουμε. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια για καθυστερήσεις».

Κραυγή αγωνίας από τους ίδιους τους επαγγελματίες

Σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες κοινοτικής νοσηλευτικής, η επιστολή που απέστειλαν οι κοινοτικοί νοσηλευτές στην ΟΣΑΚ «θεωρούμε ότι είναι αρκετή για να περιγράψει την κατάσταση», είπε ο κ. Παπαδόπουλος.

«Μετά λύπης μας όμως αναφέρουμε ότι, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μείωση του προσωπικού χωρίς αντικατάσταση, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην παροχή φροντίδας των ασθενών.
Συγκεκριμένα, το 2019 ο αριθμός των κοινοτικών νοσηλευτών ήταν 19. Έπειτα από διοικητικές αλλαγές από το υπουργείο Υγείας  και οδηγίες για εσωτερικές μετακινήσεις ο αριθμός των κοινοτικών νοσηλευτών άρχισε να μειώνεται. Ως εκ τούτου, μια κοινοτική νοσηλεύτρια ανέλαβε διοικητικά καθήκοντα για όλη την επαρχία Λευκωσίας, δεύτερη κοινοτική νοσηλεύτρια μετακινήθηκε εντός του Γενικού Νοσοκομείου της επαρχίας της για να λειτουργεί το Γραφείο Διασυνδετικής/ Συμβουλευτικής Υπηρεσίας και τρίτη νοσηλεύτρια από το 2020 για λόγους υγείας σταμάτησε τις κατ’ οίκον επισκέψεις. Μέχρι και το 2023 η υπηρεσία συνέχιζε να στελεχώνεται με τον ίδιο αριθμό νοσηλευτών. Δυστυχώς, όμως, κατά το έτος 2023 δύο (2) κοινοτικές νοσηλεύτριες απουσίαζαν με μακροχρόνια άδεια ασθενείας και εντέλει, μέχρι το τέλος του 2023 και αρχές του 2024 αποχώρησαν και οι δύο από την υπηρεσία».

Σε αντίθεση με τον αριθμό των νοσηλευτών ο οποίος μειώνεται, ο αριθμός των ασθενών που χρήζουν κατ’ οίκον φροντίδας αυξάνεται.
«Οι νοσηλευτές της υπηρεσίας καλούνται να καλύψουν και ασθενείς που βρίσκονται σε απομακρυσμένα χωριά και αυτό εξ υπακούει χρόνο στους δρόμους και πολλές φορές δυσκολίες στη μετάβαση, λόγω καιρικών συνθηκών ή και λόγω προβλημάτων των ιδιωτικών οχημάτων που οι κοινοτικοί νοσηλευτές χρησιμοποιούν για υπηρεσιακούς σκοπούς. Σε περιπτώσεις αδειών ανάπαυσης ή άδειών ασθένειας γίνεται αντικατάσταση/ αναπλήρωση από άλλο κοινοτικό νοσηλευτή, έτσι ώστε να μην διακόπτεται η συνέχεια στη φροντίδα. Λόγω της μείωσης του προσωπικού αυτό γίνεται πλέον με μεγάλη δυσκολία».

«Επίσης, ο αριθμός ασθενών σε μηχανική υποστήριξη έχει αυξηθεί. Οι ασθενείς σε μηχανική υποστήριξη μέχρι στιγμής εξυπηρετούνται μόνο από την υπηρεσία του ΟΚΥπΥ και αποτελούν τη σοβαρότερη ομάδα ασθενών και χρήζουν πολύπλευρης φροντίδας. Υπάρχουν άτομα που κατοικούν και στα περίχωρα της επαρχίας Λευκωσίας».

Πριν την έναρξη του ΓεΣΥ, αναφέρουν οι νοσηλευτές, «ο τομέας της γενικής νοσηλευτικής εξυπηρετούσε άτομα μέχρι 18 χρονών. Αρκετές φορές ζητήθηκε/ προέκυψε και συζητήθηκε η ανάγκη για παροχή  φροντίδας και σε παιδιά. Το περασμένο καλοκαίρι ζητήθηκε με επιστολές, η πρόσληψη νοσηλευτή ο οποίος να πληροί τα κριτήρια για την φροντίδα των παιδιών. Δυστυχώς, ακόμη δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση».