Για το φαινόμενο της ψυχολογικής κακοποίησης γυναικών, και όχι μόνο, μας μιλά η Λουίζα Θεοφάνους, Συμβουλευτική Ψυχολόγος και Πρόεδρος της Ψυχολογικής Ένωσης Κύπρου, η οποία ασχολείται ερευνητικά και θεραπευτικά εδώ και πολλά χρόνια με το θέμα της βίας, εντός και εκτός οικογένειας.
Ως ειδικός σε θέματα βίας και κακοποίησης, μπορείτε να μας πείτε τι είναι η ψυχολογική κακοποίηση, πώς διαφέρει και πώς συνδέεται με άλλες μορφές βίας;
Αρχίζω λέγοντας ότι θεωρώ σημαντικό τον διαχωρισμό των όρων «βία» και «κακοποίηση», διότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις πρακτικές, νομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές σε σχέση με αυτές τις δύο έννοιες. Με τον όρο βία αναφέρομαι σε μεμονωμένα επεισόδια, όπως ξυλοδαρμός, εξύβριση, βιασμός κλπ. Ως κακοποίηση ορίζω ένα επαναλαμβανόμενο σχήμα τέτοιας συμπεριφοράς.
Βία λοιπόν είναι κάθε συμπεριφορά μέσω της οποίας ο πιο δυνατός (από άποψη σωματικής ή λεκτικής δύναμης, κοινωνικής ή οικονομικής θέσης) χρησιμοποιεί επιβολή – σωματική, λεκτική, συναισθηματική, κοινωνική, οικονομική ή σεξουαλική – πάνω στον πιο αδύνατο ή τον παραμελεί ή τον καταπιέζει (σκόπιμα ή μη) και κακοποίηση η επαναλαμβανόμενη τέτοια συμπεριφορά.
Υπάρχουν 4 μορφές βίας και κακοποίησης: σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική και παραμέληση (παθητική βία). Η βία μπορεί να παρουσιαστεί σε διάφορα πλαίσια, όπως την οικογένεια, το σχολείο, τον χώρο εργασίας, τις φιλικές και τις συντροφικές σχέσεις.
Από τις 4 μορφές, η ψυχολογική βία είναι η πιο δυσδιάκριτη, τυγχάνει δηλαδή της λιγότερης αναγνώρισης τόσο σε νομικό, όσο και σε κοινωνικό πλαίσιο. Αυτό έχει ως συχνή συνέπεια να μην καταγγέλλεται, να μην τιμωρείται και τα θύματά της να υποφέρουν συχνά περισσότερο από τα θύματα άλλων μορφών βίας, αφού δυσκολεύονται περισσότερο να κατανοήσουν τι συμβαίνει, να αντιδράσουν και να βρουν υποστήριξη. Είναι επίσης η πιο συχνή μορφή βίας και συνοδεύει συνήθως τις υπόλοιπες, αν και υπάρχει και ανεξάρτητα.
Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης του φαινομένου, διαχωρίζω την ψυχολογική βία σε 5 είδη:
1. Λεκτική – ψυχολογική βία, άμεση ή έμμεση: εξύβριση, χαρακτηρισμοί, κριτική, προσβολές και απειλές.
2. Συναισθηματική – ψυχολογική βία: χωρίς λόγια, αλλά τα μη λεκτικά στοιχεία επικοινωνίας (βλέμμα, στάση σώματος, ύφος, τόνος φωνής, χειρονομίες) μεταδίδουν τα ίδια μηνύματα με τη λεκτική βία. Συμπεριλαμβάνονται επίσης ο εκφοβισμός, η έκθεση σε βία μεταξύ τρίτων, η σιωπηλή μεταχείριση (παθητική επιθετικότητα) και το gaslighting (αμφισβήτηση και μηδενισμός της εμπειρίας και των συναισθημάτων του άλλου).
3. Κοινωνική – ψυχολογική βία: περιλαμβάνει συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή καταλήγουν στην κοινωνική απομόνωση του θύματος, αποτρέποντας το από το να αναπτύξει και να διατηρεί στενές σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Περιλαμβάνονται επίσης συμπεριφορές που μεταδίδουν παρόμοια μηνύματα και καλλιεργούν εξάρτηση από το θύτη και φόβο να εμπιστευτεί το θύμα άλλους ανθρώπους, αλλά και συμπεριφορές δημόσιας δυσφήμισης και εξευτελισμού.
4. Οικονομική – ψυχολογική βία: αποτελείται από συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή προκαλούν την πλήρη οικονομική εξάρτηση του θύματος από το θύτη. Περιλαμβάνει επίσης το να χρησιμοποιεί κάποιος τον οικονομικό παράγοντα ως ένα τρόπο να ελέγξει τη συμπεριφορά του θύματος και να του προκαλέσει ενοχές.
5. Υπερ-προστασία και / ή καταπίεση: αναφέρεται σε υπερβολική και αχρείαστη προστασία ή έλεγχο του παιδιού ή συντρόφου ή σε ανάθεση ευθυνών στον άλλο που δεν του αναλογούν ή στις οποίες δε μπορεί να αντεπεξέλθει, όπως πρακτικές ή ψυχοσυναισθηματικές, π.χ. ένα παιδί να καθίσταται υπεύθυνο για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ των γονιών του και άλλων προβλημάτων.
Γνωρίζουμε ότι η βία εναντίον γυναικών είναι συχνότερη παγκοσμίως από τη βία εναντίον ανδρών. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για την ψυχολογική ιδιαίτερα βία εναντίον των γυναικών και ειδικά στην Κύπρο;
Υπάρχουν διάφοροι φορείς στην Κύπρο και στην υπόλοιπη Ευρώπη που καταγράφουν αριθμητικά στοιχεία για το φαινόμενο της βίας, όπως η Αστυνομία, ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια, ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλοι. Οι αριθμοί δεν είναι παντού οι ίδιοι, καθώς ο ρόλος και οι πρακτικές κάθε οργανισμού ή θεσμού διαφέρουν, όπως και το πλαίσιο (π.χ. αλλού καταγράφεται μόνο η ενδοοικογενειακή βία, ενώ αλλού συμπεριλαμβάνεται και η βία σε άλλα πλαίσια).
Εντούτοις, μας παρέχονται διάφορες ενδεικτικές στατιστικές. Αναφέρεται ότι το 82-89% των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας είναι γυναίκες και κορίτσια, 1 στις 5 γυναίκες έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία και 39% των Κυπρίων γυναικών έχουν υποστεί ψυχολογική βία από τον σύντροφό τους. 85% των θυτών είναι άντρες, 14% γυναίκες και 1% παιδιά.
Οι αριθμοί αν και ανησυχητικοί από μόνοι τους, είναι όπως όλοι όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά με το θέμα γνωρίζουμε, μόνο ενδεικτικοί. Γνωρίζουμε ότι η πλειοψηφία των περιπτώσεων διαχρονικά και παγκοσμίως δεν καταγγέλλεται, αλλά όσο πιο υποστηρικτική είναι η νομοθεσία, η κοινωνία και η εφαρμογή του νόμου, τόσο αυξάνονται οι καταγγελίες και τα αιτήματα για βοήθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί νομίζουν ότι η βία έχει αυξηθεί στην Κύπρο, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που έχει αυξηθεί είναι ο αριθμός των καταγγελιών και των αιτημάτων για βοήθεια.
Ο κύριος λόγος που τα περισσότερα θύματα είναι γένους θηλυκού, έχει να κάνει με τη διαφορά σωματικής δύναμης κυρίως, όπου ένας άντρας μπορεί ευκολότερα να επιβληθεί σωματικά και σεξουαλικά εναντίον μιας γυναίκας. Όσον αφορά την ψυχολογική βία, είναι γεγονός ότι ασκείται και από γυναίκες, όμως οι αριθμοί των αντρών θυτών παραμένουν και πάλι ψηλότεροι, ειδικά στην Κύπρο όπου η οικονομική, κοινωνική, συναισθηματική και άλλη υποταγή της γυναίκας αναμένεται ακόμα, υποστηρίζεται, προωθείται και γίνεται ευκολότερα ανεκτή, τόσο από την κοινωνία, όσο και από την πολιτεία.
Ποιες είναι οι κυριότερες αιτίες άσκησης βίας και ιδιαίτερα ψυχολογικής;
Η βία και η κακοποίηση είναι πολύπλοκα φαινόμενα, που αφορούν κυρίως την ψυχοσύνθεση του δράστη. Γνωρίζουμε βεβαίως ότι σε αναχρονιστικές κοινωνίες και εποχές η βία ειδικά εναντίον των παιδιών και των γυναικών είναι ή ήταν συχνότερη, καθώς θεωρείτο θεμιτή και αποδεκτή, όμως οι αιτίες δεν είναι μόνο κοινωνικές, δεν έχουν να κάνουν μόνο με την υποτίμηση της γυναίκας και του παιδιού. Αυτό αποδεικνύεται από δύο γεγονότα: ακόμα και στις πιο οπισθοδρομικές κοινωνίες δεν ασκούν όλοι οι άντρες βία εναντίον των γυναικών, ενώ ακόμα και στις πιο προοδευτικές κοινωνίες αυτή εξακολουθεί να υπάρχει.
Σύμφωνα με εκτεταμένη βιβλιογραφική έρευνα που διενήργησα κι εγώ προσωπικά στο πλαίσιο της μεταπτυχιακής μου διατριβής, οι βασικές αιτίες άσκησης βίας αφορούν αποκλειστικά τον θύτη και είναι οι ακόλουθες, με τις πρώτες δύο να είναι οι κυριότερες:
1. Αυταρχική προσωπικότητα
2. Ροπή προς τη βία (υποστήριξη, ανοχή, αιτιολόγηση και χρήση βίας και επιθετικότητας)
3. Ιστορικό δικής τους θυματοποίησης ως παιδιά ή σε άλλες σχέσεις
4. Φτωχό κοινωνικό περιβάλλον και φτωχές κοινωνικές δεξιότητες
5. Απαιτητικότητα, μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τους άλλους, εγωκεντρισμός και συναισθηματική ανωριμότητα
6. Χαμηλή αυτοεκτίμηση
7. Σαδιστική ψυχοπαθολογία σε ελάχιστο ποσοστό
Παράγοντες επικινδυνότητας θεωρούνται επίσης το άγχος, η κατάθλιψη, η απομόνωση του ζεύγους ή της οικογένειας, αλλά και η κοινωνική αντίληψη που θεωρεί τα παιδιά, τις γυναίκες ή τους υπαλλήλους κάποιου ιδιοκτησία του.
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την ψυχολογική βία;
Η βία γενικά οποιασδήποτε μορφής και σε οποιοδήποτε πλαίσιο κι αν συμβαίνει, είναι ένα πολύπλοκο φαινόμενο που απαιτεί πολύπλευρη αντιμετώπιση. Χρειαζόμαστε ειδικά στην Κύπρο όχι μόνο την κατάλληλη νομοθεσία (που έχουμε αρκετά καλή τα τελευταία χρόνια), αλλά και τη σωστή εφαρμογή της. Για το σκοπό αυτό χρειάζονται πολλαπλές δράσεις πρόληψης και παρέμβασης. Υπάρχουν δράσεις στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια, αλλά πιστεύω ότι πρέπει και να αυξηθούν και να βελτιωθούν. Γονείς, παιδιά, εκπαιδευτικοί, αστυνομικοί, κοινωνικοί λειτουργοί, νοσηλευτές και ιατρικό προσωπικό, νομικοί και δικαστική εξουσία χρειάζονται περισσότερη ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση, ιδιαίτερα για το φαινόμενο της ψυχολογικής βίας, ώστε να εντοπίζουν και να χειρίζονται κατάλληλα τέτοια περιστατικά.
Παράλληλα, χρειαζόμαστε σωστές υποδομές για υποστήριξη των θυμάτων και θεραπεία, τόσο αυτών όσο και των δραστών. Είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψην ότι 1/3 περίπου των θυμάτων βίας γίνονται κάποια στιγμή τα ίδια θύτες, ενώ άλλοι οδηγούνται σε χρόνια προβλήματα αυτοεκτίμησης, σχέσεων, κατάθλιψη, αυτοκαταστροφικότητα, χρήση ουσιών, διατροφικές διαταραχές, ψυχοσωματικές ή ψυχιατρικές διαταραχές, ανεργία, παραβατικότητα και πολλά άλλα που κοστίζουν κοινωνικά και οικονομικά. Αυτά βεβαίως δεν είναι απόλυτες συνέπειες για όλα τα θύματα, αλλά παρουσιάζονται συχνότερα στα θύματα βίας από ότι στα μη θύματα. Επίσης, αν δε θεραπεύσουμε τους θύτες, οι οποίοι σπανίως θα φυλακιστούν ισόβια – για ψυχολογική βία συνήθως καθόλου – με μαθηματική ακρίβεια θα επαναθυματοποιήσουν νέα άτομα, αυξάνοντας τον αριθμό των θυμάτων.
Ως ειδικός στην ψυχοθεραπεία θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, ποια θεωρείτε ότι πρέπει να είναι η θεραπεία για τους δράστες και ποια για τα θύματα;
Με βάση την εμπειρία μου ως ψυχολόγος στην Κύπρο τα τελευταία σχεδόν 20 χρόνια, οι θύτες σπανίως ζητούν βοήθεια για να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Μπορεί να παρουσιαστούν όμως στον ψυχολόγο για άλλα προβλήματα που τους ταλαιπωρούν προσωπικά, ή για συμβουλευτική ζεύγους, όπου αποκαλύπτεται η ύπαρξη της βίας. Από την άλλη, σε σύγκριση με την σεξουαλική βία, τη σωματική ή την παραμέληση, ευκολότερα κάποιος που ασκεί μόνο ψυχολογική βία θα την παραδεχθεί και θα δεχθεί βοήθεια από ειδικό, αν υπάρχουν το κίνητρο, η ετοιμότητα και μια καλή σχέση εμπιστοσύνης με τον θεραπευτή.
Συνήθως βέβαια αυτοί που παρουσιάζονται στο γραφείο μας είναι τα θύματα βίας, τα οποία ιδιαίτερα όταν μιλούμε για ψυχολογική βία συνήθως δεν την αναγνωρίζουν. Καταφεύγουν συχνά σε μας με άλλη συμπτωματολογία, όπως άγχος, κατάθλιψη ή δυσκολίες στον ύπνο και στην πορεία ξετυλίγεται το κουβάρι της ψυχολογικής βίας. Κάποιες φορές αυτό συμβαίνει ενώ βιώνουν ακόμα τη βία, ενώ άλλες φορές ζητούν βοήθεια χρόνια μετά, αφού αυτή έχει μειωθεί ή διακοπεί, π.χ. μετά από διαζύγιο, θάνατο, ή ενηλικίωση και φυγή από το σπίτι (όταν η βία προερχόταν από γονείς ή αδέλφια).
Η σταθερή και μακροπρόθεσμη υποστηρικτική ψυχοθεραπεία θεωρώ πως είναι η καταλληλότερη προσέγγιση στα θέματα βίας και κακοποίησης για το θύμα, το οποίο βοηθείται να λεκτικοποιήσει τις εμπειρίες και τα συναισθήματα του, σε ένα υποστηρικτικό και σταθερό πλαίσιο, όπου δε θα βιώσει την κριτική, την απόρριψη ή τη γελοιοποίηση που πιθανότατα να είχε βιώσει στο παρελθόν, ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη ψυχολογική κακοποίηση. Το θύμα βοηθείται να κατανοήσει τι ακριβώς του συνέβηκε, γιατί, πώς το επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει τη ζωή του και πώς θα σπάσει αυτά τα δεσμά, ώστε να ανακτήσει την αυτοεκτίμηση, τον αυτοέλεγχο και την προσωπική του ηρεμία και ευτυχία. Οι ψυχοδυναμικές και ανθρωποκεντρικές επίσης προσεγγίσεις βοηθούν σημαντικά στην κατανόηση και διαχείριση της βίας. Οι σημαντικότεροι όμως παράγοντες μιας επιτυχούς ψυχοθεραπείας είναι (ερευνητικώς κατοχυρωμένα) οι εξής, με σειρά προτεραιότητας:
1. Η ετοιμότητα του θεραπευόμενου να ζητήσει και να δεχθεί βοήθεια.
2. Η θεραπευτική σχέση (αίσθημα εμπιστοσύνης, άνεσης και ασφάλειας).
3. Η θεραπευτική προσέγγιση και η ικανότητα του θεραπευτή.
Ως ειδικός σε θέματα βίας και κακοποίησης, μπορείτε να μας πείτε τι είναι η ψυχολογική κακοποίηση, πώς διαφέρει και πώς συνδέεται με άλλες μορφές βίας;
Αρχίζω λέγοντας ότι θεωρώ σημαντικό τον διαχωρισμό των όρων «βία» και «κακοποίηση», διότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις πρακτικές, νομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές σε σχέση με αυτές τις δύο έννοιες. Με τον όρο βία αναφέρομαι σε μεμονωμένα επεισόδια, όπως ξυλοδαρμός, εξύβριση, βιασμός κλπ. Ως κακοποίηση ορίζω ένα επαναλαμβανόμενο σχήμα τέτοιας συμπεριφοράς.
Βία λοιπόν είναι κάθε συμπεριφορά μέσω της οποίας ο πιο δυνατός (από άποψη σωματικής ή λεκτικής δύναμης, κοινωνικής ή οικονομικής θέσης) χρησιμοποιεί επιβολή – σωματική, λεκτική, συναισθηματική, κοινωνική, οικονομική ή σεξουαλική – πάνω στον πιο αδύνατο ή τον παραμελεί ή τον καταπιέζει (σκόπιμα ή μη) και κακοποίηση η επαναλαμβανόμενη τέτοια συμπεριφορά.
Υπάρχουν 4 μορφές βίας και κακοποίησης: σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική και παραμέληση (παθητική βία). Η βία μπορεί να παρουσιαστεί σε διάφορα πλαίσια, όπως την οικογένεια, το σχολείο, τον χώρο εργασίας, τις φιλικές και τις συντροφικές σχέσεις.
Από τις 4 μορφές, η ψυχολογική βία είναι η πιο δυσδιάκριτη, τυγχάνει δηλαδή της λιγότερης αναγνώρισης τόσο σε νομικό, όσο και σε κοινωνικό πλαίσιο. Αυτό έχει ως συχνή συνέπεια να μην καταγγέλλεται, να μην τιμωρείται και τα θύματά της να υποφέρουν συχνά περισσότερο από τα θύματα άλλων μορφών βίας, αφού δυσκολεύονται περισσότερο να κατανοήσουν τι συμβαίνει, να αντιδράσουν και να βρουν υποστήριξη. Είναι επίσης η πιο συχνή μορφή βίας και συνοδεύει συνήθως τις υπόλοιπες, αν και υπάρχει και ανεξάρτητα.
Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης του φαινομένου, διαχωρίζω την ψυχολογική βία σε 5 είδη:
1. Λεκτική – ψυχολογική βία, άμεση ή έμμεση: εξύβριση, χαρακτηρισμοί, κριτική, προσβολές και απειλές.
2. Συναισθηματική – ψυχολογική βία: χωρίς λόγια, αλλά τα μη λεκτικά στοιχεία επικοινωνίας (βλέμμα, στάση σώματος, ύφος, τόνος φωνής, χειρονομίες) μεταδίδουν τα ίδια μηνύματα με τη λεκτική βία. Συμπεριλαμβάνονται επίσης ο εκφοβισμός, η έκθεση σε βία μεταξύ τρίτων, η σιωπηλή μεταχείριση (παθητική επιθετικότητα) και το gaslighting (αμφισβήτηση και μηδενισμός της εμπειρίας και των συναισθημάτων του άλλου).
3. Κοινωνική – ψυχολογική βία: περιλαμβάνει συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή καταλήγουν στην κοινωνική απομόνωση του θύματος, αποτρέποντας το από το να αναπτύξει και να διατηρεί στενές σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Περιλαμβάνονται επίσης συμπεριφορές που μεταδίδουν παρόμοια μηνύματα και καλλιεργούν εξάρτηση από το θύτη και φόβο να εμπιστευτεί το θύμα άλλους ανθρώπους, αλλά και συμπεριφορές δημόσιας δυσφήμισης και εξευτελισμού.
4. Οικονομική – ψυχολογική βία: αποτελείται από συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή προκαλούν την πλήρη οικονομική εξάρτηση του θύματος από το θύτη. Περιλαμβάνει επίσης το να χρησιμοποιεί κάποιος τον οικονομικό παράγοντα ως ένα τρόπο να ελέγξει τη συμπεριφορά του θύματος και να του προκαλέσει ενοχές.
5. Υπερ-προστασία και / ή καταπίεση: αναφέρεται σε υπερβολική και αχρείαστη προστασία ή έλεγχο του παιδιού ή συντρόφου ή σε ανάθεση ευθυνών στον άλλο που δεν του αναλογούν ή στις οποίες δε μπορεί να αντεπεξέλθει, όπως πρακτικές ή ψυχοσυναισθηματικές, π.χ. ένα παιδί να καθίσταται υπεύθυνο για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ των γονιών του και άλλων προβλημάτων.
Γνωρίζουμε ότι η βία εναντίον γυναικών είναι συχνότερη παγκοσμίως από τη βία εναντίον ανδρών. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για την ψυχολογική ιδιαίτερα βία εναντίον των γυναικών και ειδικά στην Κύπρο;
Υπάρχουν διάφοροι φορείς στην Κύπρο και στην υπόλοιπη Ευρώπη που καταγράφουν αριθμητικά στοιχεία για το φαινόμενο της βίας, όπως η Αστυνομία, ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια, ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλοι. Οι αριθμοί δεν είναι παντού οι ίδιοι, καθώς ο ρόλος και οι πρακτικές κάθε οργανισμού ή θεσμού διαφέρουν, όπως και το πλαίσιο (π.χ. αλλού καταγράφεται μόνο η ενδοοικογενειακή βία, ενώ αλλού συμπεριλαμβάνεται και η βία σε άλλα πλαίσια).
Εντούτοις, μας παρέχονται διάφορες ενδεικτικές στατιστικές. Αναφέρεται ότι το 82-89% των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας είναι γυναίκες και κορίτσια, 1 στις 5 γυναίκες έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία και 39% των Κυπρίων γυναικών έχουν υποστεί ψυχολογική βία από τον σύντροφό τους. 85% των θυτών είναι άντρες, 14% γυναίκες και 1% παιδιά.
Οι αριθμοί αν και ανησυχητικοί από μόνοι τους, είναι όπως όλοι όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά με το θέμα γνωρίζουμε, μόνο ενδεικτικοί. Γνωρίζουμε ότι η πλειοψηφία των περιπτώσεων διαχρονικά και παγκοσμίως δεν καταγγέλλεται, αλλά όσο πιο υποστηρικτική είναι η νομοθεσία, η κοινωνία και η εφαρμογή του νόμου, τόσο αυξάνονται οι καταγγελίες και τα αιτήματα για βοήθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί νομίζουν ότι η βία έχει αυξηθεί στην Κύπρο, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που έχει αυξηθεί είναι ο αριθμός των καταγγελιών και των αιτημάτων για βοήθεια.
Ο κύριος λόγος που τα περισσότερα θύματα είναι γένους θηλυκού, έχει να κάνει με τη διαφορά σωματικής δύναμης κυρίως, όπου ένας άντρας μπορεί ευκολότερα να επιβληθεί σωματικά και σεξουαλικά εναντίον μιας γυναίκας. Όσον αφορά την ψυχολογική βία, είναι γεγονός ότι ασκείται και από γυναίκες, όμως οι αριθμοί των αντρών θυτών παραμένουν και πάλι ψηλότεροι, ειδικά στην Κύπρο όπου η οικονομική, κοινωνική, συναισθηματική και άλλη υποταγή της γυναίκας αναμένεται ακόμα, υποστηρίζεται, προωθείται και γίνεται ευκολότερα ανεκτή, τόσο από την κοινωνία, όσο και από την πολιτεία.
Ποιες είναι οι κυριότερες αιτίες άσκησης βίας και ιδιαίτερα ψυχολογικής;
Η βία και η κακοποίηση είναι πολύπλοκα φαινόμενα, που αφορούν κυρίως την ψυχοσύνθεση του δράστη. Γνωρίζουμε βεβαίως ότι σε αναχρονιστικές κοινωνίες και εποχές η βία ειδικά εναντίον των παιδιών και των γυναικών είναι ή ήταν συχνότερη, καθώς θεωρείτο θεμιτή και αποδεκτή, όμως οι αιτίες δεν είναι μόνο κοινωνικές, δεν έχουν να κάνουν μόνο με την υποτίμηση της γυναίκας και του παιδιού. Αυτό αποδεικνύεται από δύο γεγονότα: ακόμα και στις πιο οπισθοδρομικές κοινωνίες δεν ασκούν όλοι οι άντρες βία εναντίον των γυναικών, ενώ ακόμα και στις πιο προοδευτικές κοινωνίες αυτή εξακολουθεί να υπάρχει.
Σύμφωνα με εκτεταμένη βιβλιογραφική έρευνα που διενήργησα κι εγώ προσωπικά στο πλαίσιο της μεταπτυχιακής μου διατριβής, οι βασικές αιτίες άσκησης βίας αφορούν αποκλειστικά τον θύτη και είναι οι ακόλουθες, με τις πρώτες δύο να είναι οι κυριότερες:
1. Αυταρχική προσωπικότητα
2. Ροπή προς τη βία (υποστήριξη, ανοχή, αιτιολόγηση και χρήση βίας και επιθετικότητας)
3. Ιστορικό δικής τους θυματοποίησης ως παιδιά ή σε άλλες σχέσεις
4. Φτωχό κοινωνικό περιβάλλον και φτωχές κοινωνικές δεξιότητες
5. Απαιτητικότητα, μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τους άλλους, εγωκεντρισμός και συναισθηματική ανωριμότητα
6. Χαμηλή αυτοεκτίμηση
7. Σαδιστική ψυχοπαθολογία σε ελάχιστο ποσοστό
Παράγοντες επικινδυνότητας θεωρούνται επίσης το άγχος, η κατάθλιψη, η απομόνωση του ζεύγους ή της οικογένειας, αλλά και η κοινωνική αντίληψη που θεωρεί τα παιδιά, τις γυναίκες ή τους υπαλλήλους κάποιου ιδιοκτησία του.
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την ψυχολογική βία;
Η βία γενικά οποιασδήποτε μορφής και σε οποιοδήποτε πλαίσιο κι αν συμβαίνει, είναι ένα πολύπλοκο φαινόμενο που απαιτεί πολύπλευρη αντιμετώπιση. Χρειαζόμαστε ειδικά στην Κύπρο όχι μόνο την κατάλληλη νομοθεσία (που έχουμε αρκετά καλή τα τελευταία χρόνια), αλλά και τη σωστή εφαρμογή της. Για το σκοπό αυτό χρειάζονται πολλαπλές δράσεις πρόληψης και παρέμβασης. Υπάρχουν δράσεις στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια, αλλά πιστεύω ότι πρέπει και να αυξηθούν και να βελτιωθούν. Γονείς, παιδιά, εκπαιδευτικοί, αστυνομικοί, κοινωνικοί λειτουργοί, νοσηλευτές και ιατρικό προσωπικό, νομικοί και δικαστική εξουσία χρειάζονται περισσότερη ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση, ιδιαίτερα για το φαινόμενο της ψυχολογικής βίας, ώστε να εντοπίζουν και να χειρίζονται κατάλληλα τέτοια περιστατικά.
Παράλληλα, χρειαζόμαστε σωστές υποδομές για υποστήριξη των θυμάτων και θεραπεία, τόσο αυτών όσο και των δραστών. Είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψην ότι 1/3 περίπου των θυμάτων βίας γίνονται κάποια στιγμή τα ίδια θύτες, ενώ άλλοι οδηγούνται σε χρόνια προβλήματα αυτοεκτίμησης, σχέσεων, κατάθλιψη, αυτοκαταστροφικότητα, χρήση ουσιών, διατροφικές διαταραχές, ψυχοσωματικές ή ψυχιατρικές διαταραχές, ανεργία, παραβατικότητα και πολλά άλλα που κοστίζουν κοινωνικά και οικονομικά. Αυτά βεβαίως δεν είναι απόλυτες συνέπειες για όλα τα θύματα, αλλά παρουσιάζονται συχνότερα στα θύματα βίας από ότι στα μη θύματα. Επίσης, αν δε θεραπεύσουμε τους θύτες, οι οποίοι σπανίως θα φυλακιστούν ισόβια – για ψυχολογική βία συνήθως καθόλου – με μαθηματική ακρίβεια θα επαναθυματοποιήσουν νέα άτομα, αυξάνοντας τον αριθμό των θυμάτων.
Ως ειδικός στην ψυχοθεραπεία θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, ποια θεωρείτε ότι πρέπει να είναι η θεραπεία για τους δράστες και ποια για τα θύματα;
Με βάση την εμπειρία μου ως ψυχολόγος στην Κύπρο τα τελευταία σχεδόν 20 χρόνια, οι θύτες σπανίως ζητούν βοήθεια για να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Μπορεί να παρουσιαστούν όμως στον ψυχολόγο για άλλα προβλήματα που τους ταλαιπωρούν προσωπικά, ή για συμβουλευτική ζεύγους, όπου αποκαλύπτεται η ύπαρξη της βίας. Από την άλλη, σε σύγκριση με την σεξουαλική βία, τη σωματική ή την παραμέληση, ευκολότερα κάποιος που ασκεί μόνο ψυχολογική βία θα την παραδεχθεί και θα δεχθεί βοήθεια από ειδικό, αν υπάρχουν το κίνητρο, η ετοιμότητα και μια καλή σχέση εμπιστοσύνης με τον θεραπευτή.
Συνήθως βέβαια αυτοί που παρουσιάζονται στο γραφείο μας είναι τα θύματα βίας, τα οποία ιδιαίτερα όταν μιλούμε για ψυχολογική βία συνήθως δεν την αναγνωρίζουν. Καταφεύγουν συχνά σε μας με άλλη συμπτωματολογία, όπως άγχος, κατάθλιψη ή δυσκολίες στον ύπνο και στην πορεία ξετυλίγεται το κουβάρι της ψυχολογικής βίας. Κάποιες φορές αυτό συμβαίνει ενώ βιώνουν ακόμα τη βία, ενώ άλλες φορές ζητούν βοήθεια χρόνια μετά, αφού αυτή έχει μειωθεί ή διακοπεί, π.χ. μετά από διαζύγιο, θάνατο, ή ενηλικίωση και φυγή από το σπίτι (όταν η βία προερχόταν από γονείς ή αδέλφια).
Η σταθερή και μακροπρόθεσμη υποστηρικτική ψυχοθεραπεία θεωρώ πως είναι η καταλληλότερη προσέγγιση στα θέματα βίας και κακοποίησης για το θύμα, το οποίο βοηθείται να λεκτικοποιήσει τις εμπειρίες και τα συναισθήματα του, σε ένα υποστηρικτικό και σταθερό πλαίσιο, όπου δε θα βιώσει την κριτική, την απόρριψη ή τη γελοιοποίηση που πιθανότατα να είχε βιώσει στο παρελθόν, ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη ψυχολογική κακοποίηση. Το θύμα βοηθείται να κατανοήσει τι ακριβώς του συνέβηκε, γιατί, πώς το επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει τη ζωή του και πώς θα σπάσει αυτά τα δεσμά, ώστε να ανακτήσει την αυτοεκτίμηση, τον αυτοέλεγχο και την προσωπική του ηρεμία και ευτυχία. Οι ψυχοδυναμικές και ανθρωποκεντρικές επίσης προσεγγίσεις βοηθούν σημαντικά στην κατανόηση και διαχείριση της βίας. Οι σημαντικότεροι όμως παράγοντες μιας επιτυχούς ψυχοθεραπείας είναι (ερευνητικώς κατοχυρωμένα) οι εξής, με σειρά προτεραιότητας:
1. Η ετοιμότητα του θεραπευόμενου να ζητήσει και να δεχθεί βοήθεια.
2. Η θεραπευτική σχέση (αίσθημα εμπιστοσύνης, άνεσης και ασφάλειας).
3. Η θεραπευτική προσέγγιση και η ικανότητα του θεραπευτή.