Πριν από μερικά χρόνια κατά τη διάρκεια των ερευνών μου στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας, ένα έγγραφο που είχα ανακαλύψει έφερνε στο φως τη σχέση της πολύκλαδης και τόσο σημαντικής κυπριακής οικογένειας των Ποδοκάθαρων με το Λευκόνοικο, το κεφαλοχώρι της Μεσαορίας. Τα μέλη της οικογένειας αυτής είχαν διαγράψει σε πολλούς τομείς λαμπρή πορεία κυρίως κατά τους 16ο και 17ο αιώνες. Αυτόματα τότε είχε έρθει στη σκέψη μου όχι μόνο ο εθνικός μας βάρδος Βασίλης Μιχαηλίδης του οποίου γενέθλιος τόπος είναι το Λευκόνοικο, αλλά και τα όσα στοιχεία γνώριζα για τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό και τους προγόνους του, οι οποίοι κατάγονταν από την Κρήτη και κυρίως γιατί η πρόγιαγιά του Αννεζίνα, από την πλευρά του πατέρα του, ανήκε στην οικογένεια των Ποδοκάθαρων.
Φυσικά, τουλάχιστον τότε, δεν γνώριζα αρκετά για την οικογένεια των Ποδοκάθαρων και θωρούσα ότι πολύ πιθανόν συνώνυμη οικογένεια θα υπήρχε και στην Κρήτη, η οποία στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μετά την οθωμανική κατάκτηση του νησιού στα Κύθηρα και τέλος στη Ζάκυνθο. Το πολύκλαδο της οικογένειας των Ποδοκάθαρων δημιουργούσε, επίσης, δυσχέρειες στη σχετική ταύτιση του συγκεκριμένου κλάδου που ήταν φεουδάρχες Λευκονοίκου με τον κλάδο από τον οποίο καταγόταν η Αννεζίνα Ποδοκάθαρου. Στη συνέχεια η αρχειακή έρευνα και το αρχειακό υλικό που συγκέντρωσα με βοήθησε ώστε να προσδιορίσω ποίος από τους τρεις γνωστούς κλάδους της οικογένειας των Ποδοκάθαρων και ποία μέλη του είχαν εγκατασταθεί μετά την οθωμανική κατάκτηση της Κύπρου στην Κρήτη.
Ας υπομνησθεί εδώ ότι στη διαθήκη της η Αννεζίνα Ποδοκάθαρου, σύζυγος του στρατιωτικού Φραγκίσκου Salamon, δήλωνε μεταξύ άλλων ως τόπο καταγωγής του συζύγου της το Κάστρο της Κρήτης και πρόκειται για τη μοναδική είδηση την οποία χρησιμοποίησε και ο Νικόλαος Β. Τωμαδάκης για να αποδείξει ότι οι Σολωμοί κατάγονταν από τον Χάνδακα. Δεν γνωρίζω ποία μπορεί να ήταν η αρχική καταγωγή των Σολωμών, το επίθετο των οποίων μας παραδίδεται ως Salamon και πολύ πιθανόν να ήταν εβραϊκής καταγωγής εάν κρίνουμε από το όνομά τους. Οι Ποδοκάθαροι της Κύπρου, ωστόσο, ήταν Έλληνες ορθόδοξοι. Κάποια μέλη βέβαια της οικογένειας ασπάσθηκαν το λατινικό δόγμα και διέπρεψαν σε εκκλησιαστικά αξιώματα. O κλάδος του φεουδάρχη Καίσαρα Ποδοκάθαρου του οποίου ο γιος Φίλιππος ήταν ο τελευταίος φεουδάρχης επί Βενετοκρατίας του Λευκονοίκου, όπως τελικά τεκμηριώνεται μέσα από την έρευνα που διεξήγαγα και το αρχειακό υλικό που έχω συγκεντρώσει, είναι αδιαμφισβήτητα ο κλάδος από τον οποίο κατάγονται οι προπάτορες του εθνικού ποιητή των Πανελλήνων Διονυσίου Σολωμού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Διεθνές συνέδριο «Διονύσιος Σολωμός και Κύπρος» από τον ΟΛΚ
Φίλιππος Ποδοκάθαρος: ο τελευταίος φεουδάρχης του Λευκονοίκου Γενάρχης του κλάδου των Ποδοκάθαρων που κατείχαν ως φέουδο το Λευκόνοικο ήταν, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Καίσαρας Ποδοκάθαρος που κατοικούσε στο περίφημο μέγαρο του αυθέντη της Τύρου, το οποίο το 1538 πέρασε στην ιδιοκτησία των Συγκλητικών, μιας άλλης ισχυρής κυπριακής οικογένειας της ίδιας εποχής.
Μέσα από το αρχειακό υλικό έχει τεκμηριωθεί ότι η πρόγονος του Διονυσίου Σολωμού Αννεζίνα Ποδοκάθαρου κατάγεται απευθείας από τον Φίλιππο Ποδοκάθαρο, γιο του Καίσαρα και φεουδάρχη του Λευκονοίκου. Ο κλάδος αυτός της οικογένειας έδωσε σημαντικούς άνδρες, όπως τον Αλέξανδρο Ποδοκάθαρο που υπερασπίστηκε την Αμμόχωστο με τον πατέρα του το 1570-1571 και μας κληροδότησε μια διήγηση της πολιορκίας και παράδοσης της πόλης. Ας σημειωθεί ότι το χειρόγραφο της διήγησης αυτής, αν και θεωρείτο μέχρι πρότινος χαμένο, ευτυχώς εντοπίστηκε στη Βενετία μεταξύ άλλων χειρογράφων σχετικών με την Κύπρο. Αδελφός του Αλέξανδρου Ποδοκάθαρου ήταν και ο λόγιος Ιωάννης Ποδοκάθαρος. Είχε σπουδάσει στην Πάδοβα και μας κληροδότησε τρία έργα με πιο σημαντικό τη διήγηση της πολιορκίας και πτώσης της Λευκωσίας το 1570.
Τα άλλα δύο έργα του είναι δύο λόγοι εκ των οποίων ο ένας συντάχθηκε και εκφωνήθηκε ως αποχαιρετιστήριος στον στρατιωτικό μηχανικό Ιούλιο Savorgnano όταν ολοκλήρωσε τον οχυρωματικό περίβολο της πρωτεύουσας και αναχωρούσε το 1569 από την Κύπρο. Ο άλλος λόγος εκφωνήθηκε από τον ίδιο ενώπιον του δόγη Alvise Mocenigo το 1573 και είχε σκοπό να τον παρακινήσει να ενισχύσει τους Κύπριους πρόσφυγες, που είχαν καταφύγει στη Βενετία μετά την απώλεια της πατρίδας τους.

Έργα και ημέρες του Αλέξανδρου Ποδοκάθαρου
Ένας άλλος γιος του φεουδάρχη του Λευκονοίκου, ο Σκιπίων Ποδοκάθαρος, μέλος της Κοινότητας (Università) της Λευκωσίας και δεινός ρήτορας, έπεσε το 1570 κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Η σύζυγός του Λουκία, θυγατέρα του Ιερώνυμου Βουστρωνίου, ενώ μεταφερόταν αιχμάλωτη στην Κωνσταντινούπολη γέννησε στο καράβι ένα αγοράκι. Ο Λίβιος, επίσης, ήταν ένας άλλος γιος του φεουδάρχη του Λευκονοίκου και είχε οικοδομήσει ιδίοις εξόδοις τον ομώνυμο προμαχώνα Ποδοκάθαρο και έτσι το όνομα της οικογένειας μνημονεύεται έως σήμερα. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Λίβιος ήταν ο τελευταίος ιδιοκτήτης επί Βενετοκρατίας του μεγάρου των Ποδοκάθαρων, ευρέως γνωστού ως οικία του Χατζηγεωργάκη Κορνεσίου. Ένας άλλος γιος του Φίλιππου Ποδοκάθαρου ήταν ο Ιούλιος, που είχε διατελέσει διοικητής της Λεμεσού και είχε διενεργήσει «αρχαιολογικές ανασκαφές» στην περιοχή της Αμαθούντας πριν ακόμη γεννηθεί η επιστήμη της Αρχαιολογίας.
Σημαντική ήταν η συμβολή της οικογένειας του φεουδάρχη Φίλιππου Ποδοκάθαρου στην άμυνα της Κύπρου κατά τον πόλεμο 1570-1571. Στην πρόσκληση του γενικού διοικητή Αμμοχώστου, Μαρκαντώνιου Bragadin το 1570, μετά από εντολή των βενετικών Αρχών λίγο πριν την απόβαση των οθωμανικών στρατευμάτων στην Κύπρο, με την οποία καλούσε τους φεουδάρχες που συντηρούσαν στρατιωτικούς λόχους εάν επιθυμούσαν κάποιοι να ενισχύσουν την άμυνα της Αμμοχώστου εν όψει της οθωμανικής επίθεσης, ο Φίλιππος Ποδοκάθαρος έσπευσε πρώτος.
Ο φεουδάρχης του Λευκονοίκου με ένα λόχο στρατιωτών αποτελούμενο από τριακόσια άτομα μαζί με δύο από τους γιους του, τον Αλέξανδρο και τον βενιαμίν της οικογενείας Τutio, όπως ο λόγιος Ιωάννης Ποδοκάθαρος αναφέρει στη διήγησή του για την πολιορκία και άλωση της Λευκωσίας, είχαν μεταβεί στην άμυνα της Αμμοχώστου. Μαζί τους είχαν μεταφέρει για ενίσχυση της πόλης ποσότητα τροφίμων όπως τυριά -προφανώς χαλλούμια- κριθάρι, όσπρια και άλλα. O Αλέξανδρος στην αφήγησή του ως αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων του πολέμου μάς έχει δώσει σημαντικές πληροφορίες. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι είχαν προσφερθεί και άλλοι ευγενείς να μεταβούν στην άμυνα της Αμμοχώστου, ωστόσο, όταν οι συνθήκες φάνηκε ότι δεν ήταν εύκολες τους εγκατέλειψε η προθυμία και οι Ποδoκάθαροι ήταν οι μόνοι οι οποίοι τελικά ακολούθησαν την προτροπή της Γαληνοτάτης. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονται και από ανέκδοτο έγγραφο, στο οποίο μαρτυρείται η προθυμία του Φίλιππου Ποδοκάθαρου να μεταβεί με τους δύο γιους του στην άμυνα της Αμμοχώστου, ενώ κανείς άλλος φεουδάρχης δεν έδειξε τέτοια πρόθεση.
Ο Φίλιππος μαζί με τους δύο γιους του Αλέξανδρο και Tutio υπερασπίστηκαν την Αμμόχωστο. Ο Αλέξανδρος είχε φροντίσει μεταξύ άλλων να φέρει χωρικούς στην άμυνα της Αμμοχώστου από τα χωριά Καλοψίδα και Πέργαμο και από τα χωριά του διαμερίσματος (baliazo) της Σίγουρης, δηλαδή από την περιοχή κοντά στο Πραστειό Αμμοχώστου. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αμμοχώστου ήταν υπεύθυνος ενός λόχου Ελλήνων μαχητών στο Rivellino των τειχών της πόλης. Ο Tutio φονεύθηκε στην έκτη επίθεση που εξαπέλυσαν οι Οθωμανοί κατά της Αμμοχώστου και συγκεκριμένα στον επιπρομαχώνα της Πύλης της ξηράς ή Πύλης της Λεμεσού. Κατά την παράδοση της Αμμοχώστου στους Οθωμανούς ο Φίλιππος και ο γιος του Αλέξανδρος αιχμαλωτίστηκαν. Ο Αλέξανδρος κατόρθωσε στη συνέχεια, μετά από τριάντα επτά ημέρες στη φυλακή, να απελευθερωθεί με τη βοήθεια του Γάλλου προξένου, που υπηρετούσε στην Τρίπολη της Συρίας καταβάλλοντάς του τριακόσια εβδομήντα πέντε δουκάτα. Ακολούθως κατέφυγε στη Βενετία. Ο πατέρας του Φίλιππος δεν αναφέρεται νεκρός, ωστόσο μετά από την παράδοση της Αμμοχώστου δεν έχουμε ανακαλύψει τα ίχνη του, εκτός από μία μαρτυρία του 1583 στην οποία σημειώνεται ως αείμνηστος, γεγονός που μαρτυρεί ότι ήδη είχε πεθάνει.
Ο Αλέξανδρος μετά την απελευθέρωσή του και πριν αφιχθεί στη Βενετία υπηρέτησε στη γαλέρα του Βενετού γενικού καπιτάνου της Θάλασσας, Ιακώβου Foscarini, για ένα έτος προσφέροντας αφιλοκερδώς υπηρεσίες. Ο Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος είχε εγκαταλείψει την Κύπρο στις 17 Σεπτεμβρίου 1571 με το καράβι Buon Jesù και έφθασε στη Βενετία στις 24 Δεκεμβρίου 1571. Μετά από προτροπή του Melchior ή Marchio Michiel, που υπηρέτησε στο παρελθόν για δύο θητείες ως καπιτάνος Αμμοχώστου, συνέταξε την προαναφερθείσα αφήγηση της πολιορκίας και παράδοσης της Αμμοχώστου.
Ο Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος, αφού στη συνέχεια υπηρέτησε ως στρατιωτικός σε διάφορες πόλεις της Δημοκρατίας της Βενετίας, τελικά εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Κρήτη και κατόρθωσε να του παραχωρηθεί από τις βενετικές Αρχές η κρητική ευγένεια με ό,τι συνεπαγόταν αυτός ο τίτλος, που μεταβιβάστηκε αργότερα και στους απογόνους του. Επίσης, του είχε παραχωρηθεί για δέκα χρόνια η καστελλανία της Πεδιάδας στην Κρήτη. Το 1618 ο γιος του Αλέξανδρου, Ιούλιος και οι δύο εγγονοί του Αλέξανδρος και Νικολός κατόρθωσαν ώστε να τους επικυρωθεί η κρητική ευγένεια. Ο γιος του Αλέξανδρου, Ιούλιος, έφερε προφανώς το όνομα του θείου του, στον οποίο έγινε ήδη αναφορά. Τα ίχνη του Αλέξανδρου απαντούν σε αρχειακό υλικό στην περιοχή του Veneto πριν εγκατασταθεί στην Κρήτη. Το 1581 υπηρετούσε ως στρατιωτικός στην Brescia και του είχε χορηγηθεί άδεια τεσσάρων μηνών για να μεταβεί στην Κρήτη. Σκοπός της άδειας αυτής ήταν να βοηθήσει τα μέλη της οικογένειάς του, που είχαν εν τω μεταξύ αφιχθεί στην Κρήτη, ώστε όλοι μαζί να μεταβούν για εγκατάσταση στην Ιταλία, όπου είχε εργοδοτηθεί ως στρατιωτικός ο πρόσφυγας πλέον και πάλαι ποτέ φεουδάρχης Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος.

Στις 4 Μαρτίου του έτους 1581 συναντούμε τον Αλέξανδρο Ποδοκάθαρο να υπογράφει ως μάρτυρας σε ένα νοταριακό έγγραφο. Μαζί με τον Iseppo Piazza, που υπηρετούσε ως γραμματέας του Μαρκαντώνιου Bragadin στην Αμμόχωστο κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης το 1571, τον διοικητή του ελαφρού ιππικού Ανδρέα Ροντάκη και τον ιατρό G.B. Bertuzzi που προσέφερε τις υπηρεσίες του κατά τη διάρκεια της πολιορκίας στην Αμμόχωστο, δήλωνε και υπέγραφε ενόρκως και ο Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος του Φιλίππου για τον Πέτρο Βουστρώνιο του Giotin και για τον ρόλο που διαδραμάτισε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αμμοχώστου.
Στα τέλη του 1586 ο Αλέξανδρος απουσίαζε ως στρατιωτικός διοικητής από το φρούριο της Brescia, γιατί όπως προαναφέρθηκε είχε πάρει άδεια για να μεταβεί στην Κρήτη και να παραλάβει την οικογένειά του. Μετά από την επιστροφή του ανέλαβε τον στρατιωτικό λόχο του Domenigo da Ravenna στην Brescia, καθώς και το σώμα πολιτοφυλακής (cernide). Στην ίδια πηγή αναφέρεται επίσης ότι αργότερα ο Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος είχε διοριστεί υπολοχαγός (luogotenente) του ιππικού στην Κρήτη. Το 1593 ο Αλέξανδρος διορίστηκε στην Κρήτη και ετέθη στην υπηρεσία του Βενετού γενικού προνοητή Κρήτης. Με την ίδια απόφαση, ημερομηνίας 17 Μαρτίου 1593, με την οποία είχε μετατεθεί ο Αλέξανδρος πήρε μετάθεση και ο αδελφός του Λίβιος από την Brescia στη Βερόνα.
Ο Αλέξανδρος, λοιπόν, γιος του φεουδάρχη Φίλιππου του Λευκονοίκου, εγγονός του Καίσαρα Ποδοκάθαρου και κάποτε ιδιοκτήτη του μεγάρου του αυθέντη της Τύρου και αδελφός των Tutio, Ιωάννη, Λίβιου, Σκιπίωνα και Ιούλιου, πρέπει να έφυγε από τη ζωή όταν πλέον ήταν εγκατεστημένος με την οικογένειά του στην Κρήτη, όπου εκεί συνέχισαν να ζουν οι απόγονοί του. Συνεπώς, από τον Αλέξανδρο Ποδοκάθαρο, τον υπερασπιστή της Αμμοχώστου και συντάκτη της διήγησης για την πολιορκία και παράδοση της ίδιας πόλης κατάγεται η Αννεζίνα Ποδοκάθαρου. Το όνομα της οικογένειας μνημονεύεται και θα μνημονεύεται στην Κύπρο όσο θα υφίσταται ο ομώνυμος προμαχώνας των τειχών της Λευκωσίας.
Η Αννεζίνα Ποδοκάθαρου και ο Φραγκίσκος Σολωμός
Η κυπριακής καταγωγής Αννεζίνα Ποδοκάθαρου από την Κρήτη, του κλάδου των Ποδοκάθαρων της Κύπρου με γενάρχη τον φεουδάρχη Καίσαρα, αναμφίβολα απόγονος του Αλέξανδρου Ποδοκάθαρου, παντρεύτηκε τον στρατιωτικό Φραγκίσκο Σολωμό (Salamon) στην Κρήτη, ο οποίος στη συνέχεια υπηρέτησε στα Κύθηρα και τέλος η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στα Επτάνησα και συγκεκριμένα στη Ζάκυνθο. Η Αννεζίνα Ποδοκάθαρου ήταν πρόγιαγια του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού!
Σύμφωνα με τα πιο πάνω φρονώ ότι πρέπει να προβληματίσει τους μελετητές και να επανεξεταστεί το γεγονός από πού προέρχονται τα κυπριακά δημοτικά τραγούδια που είχαν βρεθεί στα κατάλοιπα του Διονυσίου Σολωμού. Απλώς σημειώνω ότι οι Ποδοκάθαροι ως λόγιοι διέθεταν και πλούσιες βιβλιοθήκες με χρονικά, χειρόγραφα με νόμους και δημώδη άσματα κάποια από τα οποία, όπως τεκμηριώνεται από τις πηγές, μετέφεραν μαζί τους όταν εγκατέλειψαν την Κύπρο μετά την οθωμανική κατάκτηση. Ο εθνικός μας ποιητής μάλλον δεν θα είχε πληροφορηθεί ποτέ ποία ακριβώς κυπριακή οικογένεια ήταν η οικογένεια των Ποδοκάθαρων, από την οποία καταγόταν, ούτε θα είχε πληροφορηθεί για τα όσα προσέφερε στην άμυνα της Κύπρου κατά τον πόλεμο 1570-1571, ούτε θα γνώριζε το συγγραφικό έργο που είχαν αφήσει οι προπάτορές του Αλέξανδρος και Ιωάννης.
Είναι, ωστόσο, εντυπωσιακό και ταυτόχρονα συγκινητικό το γεγονός ότι ο γενέθλιος τόπος του μεγαλύτερου εθνικού ποιητή της Κύπρου Βασίλη Μιχαηλίδη και οι ρίζες του εθνικού ποιητή των Πανελλήνων Διονύσιου Σολωμού συνδέονται με την ίδια περιοχή της Κύπρου, το Λευκόνοικο, αλλά και το έργο τους αφορά στους αγώνες για ελευθερία από τον ίδιο ζυγό κάτω από τον οποίο, δυστυχώς, συνεχίζει και σήμερα να βρίσκεται η ίδια γη της κοινής των καταγωγής.
* Ιστορικός-ερευνήτρια