Δεκάδες παιδιά στην Κύπρο έρχονται κάθε χρόνο αντιμέτωπα με την ποινική δικαιοσύνη. Όπως αποκαλύπτεται μέσα από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της Αστυνομίας, κατά τα έτη 2016-2018 είχαν ανάμειξη συνολικά 572 ανήλικοι σε 421 υποθέσεις, εκ των οποίων οι 215 ήταν σοβαρές. Από τα 572 παιδιά παραβάτες τα 45 ήταν κορίτσια. Στις σοβαρές υποθέσεις ενεπλάκησαν συνολικά 297 ανήλικοι, εκ των οποίων 13 ήταν κορίτσια. Όσον αφορά στις ηλικίες των ανήλικων παραβατών τα στοιχεία αποκαλύπτουν τα εξής: 103 ανήλικοι ήταν ηλικίας από επτά μέχρι 13 χρονών, ενώ οι υπόλοιποι 469 ανήλικοι ήταν ηλικίας από 14 μέχρι 16 χρονών. Οι παραβατικές τους πράξεις αφορούσαν, κυρίως, κλοπές και διαρρήξεις, παραβιάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, πρόκληση ζημιών σε σχολικούς χώρους και αλλού, χρήση και διακίνηση ναρκωτικών, πρόκληση επεισοδίων σε αθλητικούς χώρους, συμπλοκές, ενώ δεν έλειπαν οι εκφοβισμοί και οι φραστικές απειλές.
 
Σοκάρουν τα στοιχεία που αφορούν στους ανήλικους παραβάτες που ενεπλάκησαν σε υποθέσεις ναρκωτικών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησε πρόσφατα στη Βουλή το υπουργείο Δικαιοσύνης, από την 1/1/2018 μέχρι τις 30/9/2019 συνελήφθηκαν συνολικά 221 ανήλικοι για υποθέσεις ναρκωτικών που αφορούσαν στα ακόλουθα αδικήματα: 204 ανήλικοι για το αδίκημα της κατοχής ναρκωτικών, έξι ανήλικοι για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών, οκτώ ανήλικοι για το αδίκημα της προμήθειας ναρκωτικών και τρεις για το αδίκημα της καλλιέργειας φυτών κάνναβης. 
 
 
Το υπουργείο Δικαιοσύνης, σε συνεργασία με το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ετοίμασε νομοσχέδιο με σκοπό τον εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει σήμερα τη μεταχείριση των παιδιών που βρίσκονται αντιμέτωπα με την ποινική δικαιοσύνη. Το νομοσχέδιο, αφού εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Μάιο του 2019, κατατέθηκε στη Βουλή για ψήφιση. Στη συνέχεια, παραπέμφθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, η οποία και το εξετάζει. Το νομοσχέδιο εγκαθιδρύει δομές και διαδικασίες αποδικαστικοποίησης. Πρωτίστως, θα λαμβάνεται υπόψη το συμφέρον του παιδιού κατά τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης που το επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα και το παιδί θα συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που το αφορούν. Η ποινική δίωξη και η κράτηση ανήλικου θα συνιστά έσχατο μέτρο που θα επιβάλλεται μόνο εφόσον οποιαδήποτε άλλα μέτρα έχουν δοκιμαστεί και αποτύχει. Στις περιπτώσεις ποινικής δίωξης παιδιού, η υπόθεση θα εκδικάζεται από ειδικό Δικαστήριο Ανηλίκων, στη βάση και πάλι της αρχής ότι η φυλάκιση παιδιών αποτελεί το έσχατο μέτρο και θα πρέπει να επιβάλλονται εναλλακτικές ποινές. 
 
 
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, σε περίπτωση που το αδίκημα που διεπράχθηκε από παιδί δεν είναι σοβαρό και δεν υποδηλώνει βίαιη συμπεριφορά, ο Γενικός Εισαγγελέας θα μπορεί να αναστέλλει την ποινική δίωξή του και να παραπέμπει την υπόθεση στον αστυνομικό διευθυντή της επαρχίας στην οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, με οδηγίες όπως δοθεί γραπτή παρατήρηση στο παιδί. Η γραπτή παρατήρηση θα διαγράφεται από τον φάκελο του παιδιού με την παρέλευση δύο ετών από την έκδοσή της. Οι ανήλικοι παραβάτες που θα διαπράττουν σοβαρά ποινικά αδικήματα θα παραπέμπονται στο πρόγραμμα αποδικαστικοποίησης στο οποίο θα βοηθούνται να αποδεχθούν την ευθύνη τους ως προς το αδίκημα που διέπραξαν και να αντιληφθούν παράλληλα τις συνέπειες του αδικήματος που διέπραξαν. Απώτερος στόχος είναι να μη διαπράξουν στο μέλλον οποιοδήποτε άλλο ποινικό αδίκημα, καθώς και για να αποφευχθεί η προσαγωγή τους για το αδίκημα που διέπραξαν ενώπιον δικαστηρίου. Η προσαγωγή παιδιού ενώπιον δικαστηρίου θα αποτελεί το έσχατο μέτρο το οποίο θα λαμβάνεται αφού η υπαγωγή του σε πρόγραμμα αποδικαστικοποίησης δοκιμάστηκε και απέτυχε.
 
 
Οι ανήλικοι κατάδικοι
 
Η Διεύθυνση των Κεντρικών Φυλακών έχει επενδύσει σημαντικά στους κρατούμενους κάτω των 21 χρονών, οι οποίοι κρατούνται σε ξεχωριστή πτέρυγα, διαμορφώνοντας ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Η αναμόρφωσή τους επιδιώκεται μέσω της εκπαίδευσης ανάλογα με την ηλικία τους αλλά και τις προσωπικές τους περιστάσεις. Ο ανήλικος κρατούμενος μόλις περάσει το κατώφλι των Κεντρικών Φυλακών περνά από εξειδικευμένη συνέντευξη, η οποία καθορίζει την πορεία που θα ακολουθήσει εντός των φυλακών, με στόχο τον σωφρονισμό, τη διαπαιδαγώγησή του, τη σωματική και ψυχική του υγεία. Οι ιατρικοί λειτουργοί των Κεντρικών Φυλακών αξιολογούν την παθολογική κατάσταση του νεοεισερχόμενου νεαρού κρατούμενου και συντάσσουν τις ανάλογες εκθέσεις ή προβαίνουν σε ανάλογες παρεμβάσεις όπου είναι απαραίτητο προκειμένου να διασφαλίζεται η σωματική υγεία του κρατούμενου. Η διεπιστημονική ομάδα Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας των Κεντρικών Φυλακών αποτελείται από ψυχιάτρους, ψυχολόγους, νοσηλευτές ψυχικής υγείας και εργοθεραπευτές. Η ομάδα αυτή είναι ειδικά εκπαιδευμένη να αντιμετωπίζει κάθε ψυχικό νόσημα ή συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο κρατούμενος και τον στηρίζει τόσο κατά την εισδοχή όσο και κατά τη διάρκεια της κράτησής του. Οι Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας αξιολογούν, επίσης, τις περιπτώσεις εκείνες των νεαρών κρατουμένων που είναι χρήστες ουσιών και τους παραπέμπουν σε προγράμματα απεξάρτησης τα οποία λειτουργούν εντός των Φυλακών. Παράλληλα, οι Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, σε συνεργασία με τον συντονιστή προώθησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων, διοργανώνουν ομάδες ψυχο-εκπαίδευσης στους νεαρούς και ανήλικους κρατουμένους που αποτελούνται από βιωματικά εργαστήρια ανάπτυξης της προσωπικότητας και των δεξιοτήτων τους. 
 
Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας με την εισδοχή του ανήλικου κρατούμενου αξιολογούν τις πληροφορίες που λήφθηκαν στη συνέντευξη και τον καλούν για αξιολόγηση της κοινωνικοοικονομικής του κατάστασης. Αξιολογούν, επίσης, τις προσωπικές περιστάσεις τόσο του ιδίου όσο και του οικογενειακού του περιβάλλοντος, παράγοντες που είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για τις παρεμβάσεις που θα γίνουν από όλες τις υπηρεσίες κατά τη διάρκεια της κράτησής του. Αξιολογώντας πληροφορίες τόσο από τη συνέντευξη του κρατούμενου όσο και από τις υπόλοιπες υπηρεσίες, ο συντονιστής προώθησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων αναλαμβάνει τη διαπαιδαγώγηση, την εκπαίδευση και την κατάρτιση του ανήλικου κρατούμενου με στόχο τον σωφρονισμό, την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων του και, βεβαίως, την ομαλή κοινωνική του επανένταξη.