Η πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση δεν θα πρέπει να καθορίζεται από το κοινωνικό υπόβαθρο ή τα προσωπικά χαρακτηριστικά του μαθητή.

Αυτό είναι το κυριότερο συμπέρασμα που προκύπτει μέσα από τη νέα έκθεση του ευρωπαϊκού Δικτύου «ΕΥΡΥΔΙΚΗ» με τίτλο «Promoting Diversity and Inclusion in Schools in Europe».

Η εν λόγω έκθεση εμβαθύνει στις προσπάθειες που γίνονται σε εθνικό επίπεδο σε ολόκληρη την Ευρώπη για την αντιμετώπιση των διακρίσεων και την προώθηση της διαφορετικότητας και της ένταξης στα σχολεία, τη μείωση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου και την ενίσχυση των ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση.

Σύμφωνα με τα κυριότερα ευρήματα της έκθεσης:

>> Οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρίες αποτελούν την κύρια ομάδα-στόχο σε όλους τους τομείς που αναλύθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών πλαισίων πολιτικής, των πολιτικών και των μέτρων για την προώθηση της πρόσβασης και της συμμετοχής, των εθνικών αναλυτικών προγραμμάτων, των πρωτοβουλιών μάθησης και κοινωνικής-συναισθηματικής υποστήριξης και εκπαίδευσης και κατάρτισης εκπαιδευτικών. Μια άλλη πολύ συχνά στοχευόμενη ομάδα μαθητών στα περισσότερα θεματικά πεδία είναι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες μαθητές, ακολουθούμενοι από μαθητές εθνοτικών μειονοτήτων, ιδιαίτερα οι μαθητές Ρομά.

>> Η ισότητα των φύλων προωθείται μέσω διαφορετικών δράσεων, όπως πρωτοβουλίες συνεργασίας μεταξύ ανώτατων εκπαιδευτικών αρχών και ΜΚΟ, στρατηγικά πλαίσια πολιτικής και εθνικά προγράμματα σπουδών. Ωστόσο, οι μαθητές LGBTIQ+ και θρησκευτικών μειονοτήτων γίνονται πολύ λιγότερο συχνά στόχοι πολιτικών και μέτρων που στοχεύουν στην προώθηση της διαφορετικότητας και της ένταξης στα σχολεία.

>> Η σημασία της εκτίμησης της διαφορετικότητας και της συμπερίληψης όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την κατάρτιση αναγνωρίζεται ευρέως στα βασικά έγγραφα πολιτικής της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών της ΕΕ για την ισότητα που συνδέονται με τους λόγους διακρίσεων που αναφέρονται στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ. Υπάρχουν εντούτοις διαφορές ως προς την ισότητα στην εκπαιδευτική πρόσβαση, την εμπειρία και τα αποτελέσματα όταν εξετάζονται μαθητές με διαφορετικά προσωπικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, που σχετίζονται με το φύλο,   την εθνικότητα, το μεταναστευτικό υπόβαθρο, τη θρησκεία, την αναπηρία, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, τον σεξουαλικό προσανατολισμό κ.λπ.

>> Η συλλογή και η παρακολούθηση δεδομένων μπορεί να είναι χρήσιμοι μηχανισμοί για να επιστηθεί η προσοχή σε ομάδες που κινδυνεύουν από διακρίσεις και αποκλεισμό. Αν και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αναφέρουν ότι έχουν φορείς ανώτατου επιπέδου επιφορτισμένους με την παρακολούθηση περιπτώσεων διακρίσεων, συμπεριλαμβανομένης της σχολικής εκπαίδευσης, περισσότερες από τις μισές από αυτές δηλώνουν ότι δεν έχουν πρόσβαση σε ολοκληρωμένα δεδομένα σχετικά με τους κύριους λόγους διακρίσεων των μαθητών στα σχολεία. Όπου υπάρχουν αυτά τα δεδομένα, οι ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρίες και το εθνικό υπόβαθρο αναφέρονται ως οι πιο συνηθισμένοι λόγοι διάκρισης.

>> Η κατανόηση της ποικιλομορφίας των μαθητών στο εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να επιτρέψει την εστιασμένη κατανομή πόρων και την ανάπτυξη πολιτικής. Οι περισσότερες από τις εκπαιδευτικές αρχές έχουν πρόσβαση σε συγκεντρωτικά δεδομένα σχετικά με τα μεμονωμένα χαρακτηριστικά των μαθητών, ιδίως το φύλο, τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία, την εθνικότητα, τη χώρα γέννησης και το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο. Ωστόσο, λιγότερα από τα μισά εκπαιδευτικά συστήματα έχουν δεδομένα για το υπόβαθρο των μαθητών στις κατηγορίες πρόσφυγα/ αιτούντες άσυλο ή μετανάστευση και τη γλώσσα που ομιλείται στο σπίτι, και μόνο μια μειοψηφία από αυτά έχει πρόσβαση σε δεδομένα σχετικά με την εθνική καταγωγή και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των μαθητών.