Ο δημόσιος κήπος της Λεμεσού καθορίζει τις ανατολικές παρυφές του ιστορικού κέντρου της πόλης, όπως αναπτύχθηκε περί τα τέλη της τουρκοκρατίας και αρχές της Αγγλοκρατίας. Σε χάρτη του H.H. Kitchener του 1883, διακρίνονται στις ανατολικές παρυφές της πόλης, εκτάσεις αγροτικής γης, αλακάτια, μια λιμνούλα, καθώς και χωματόδρομος ο οποίος οδηγεί από τον παραλιακό δρόμο προς στην οικία του Άγγλου Eπιτρόπου.
O πίνακας του Καλυμνιώτη ζωγράφου Μιχαήλ Κουφού (γεν.1875), περί το 1900 (Severis, Rita, travelling artists in Cyprus 1700-1960, Philip Wilson publishers, 2000, p. 195-197) επιβεβαιώνει με την απεικόνισή τoυ, την περιοχή αυτή, όπως καταγράφεται και στην αποικιοκρατική χαρτογράφηση.
Η χαρτογράφηση στις τότε παρυφές της πόλης, προετοιμάζει τις μελλοντικές πολεοδομικές επεκτάσεις της πόλης πράγμα που επιβεβαιώνεται από τη δημοσίευση στην επίσημη εφημερίδα, Cyprus Gazette, στις 4 Νοεμβρίου 1903, όπου γνωστοποιείται η απόφαση της αποικιοκρατικής κυβέρνησης για δημιουργία του δημόσιου κήπου της Λεμεσού, στον συγκεκριμένο χώρο στα ανατολικά της τότε πόλης, σε γη που απαλλοτριώθηκε. (από τη σελίδα Λεμεσού Μνήμες, ανάρτηση του Τίτου Κολώτα).
Κυβερνήτης της Κύπρου κατά την περίοδο αυτή υπήρξε ο Άγγλος William Haynes-Smith (1898–1904), του οποίου η κόρη, η Anne Villiers, ζωγράφισε τους κήπους του τότε κυβερνείου της Λευκωσίας. Η τοπιοτέχνηση των κήπων αυτών είχε προηγηθεί κατά τη θητεία του πρώτου κυβερνήτη, Sir Garnet Wolsley (1878-1879 ) όταν ο ίδιος είχε αναθέσει την τοπιοτέχνηση των κήπων του κυβερνείου σε Μαλτέζο αρχιτέκτονα τοπίου (Cvar, https://cvar.severis.org/en/collections/item/view-from-my-bedroom-window/8052/). Ο πίνακας της Villiers (1898), “View from my bedroom window”, απεικονίζει ένα ώριμο κήπο με παρτέρια από πολύχρωμα λουλούδια της ανατολής (όπως συστάδες από κρίνους και ίριδες) με φόντο ψηλά δέντρα (ευκάλυπτους, κυπαρίσσια και πεύκα), σε ελεύθερη διάταξη. Η εικόνα επιμελημένου «φυσικού» τοπίου αποτελούσε καινοτομία στην ιστορία της τοπιοτέχνησης στην Κύπρο, την οποία εισήγαγαν οι Άγγλοι από τις αρχές της παρουσίας τους στο νησί, για σκοπούς καθαρά δικής τους αναψυχής και απόλαυσης.
Για να καταλάβουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο ωρίμασε το όραμα για ένα κήπο δημόσιας χρήσης, θα πρέπει να κατανοήσουμε την ευγενή ενασχόληση, σχεδόν πάθος, την εποχή εκείνη, για τη δημιουργία κήπων ως χώροι όχι μόνο για την απόλαυση ή κατανόηση της φύσης, αλλά και ως χώροι οι οποίοι μπορούσαν να αναπλάθουν και δημιουργηθούν αρμονικά μέσα από την ελεγχόμενη εφαρμογή επιστημονικών γνώσεων αλλά και ως ενδείξεις πολιτικής εξουσίας.
Κατά μήκος του παραλιακού μετώπου στη Λεμεσό, είναι έκδηλη η (χαμένη δυστυχώς) πρόθεση από πλευράς τοπιοτέχνησης στις αρχές του αιώνα, σύνθεσης μιας δομημένης μάζας πρασίνου αποτελούμενης από τα χαμηλότερα περιβόλια και τους κήπους με τα χαρακτηριστικά κυπριακά φυτά (όπως ελιές, χαρουπιές, οπωροφόρα), που πλαισίωναν εκατέρωθεν τον Δημόσιο Kήπο με τη σύνθετή του δόμηση από ψηλά πεύκα, φίκους, φοινικιές και ευκαλύπτους στο κέντρο του κήπου.
Η διοικητική πράξη αγοράς της «χωράφας του Χρυσοστομίδη» από την τότε αγγλική διοίκηση για σκοπούς δημιουργίας του δημόσιου κήπου ολοκληρώθηκε το 1904. Θα πρέπει να είχε προηγηθεί αρκετή διαδικαστική προεργασία, κρίνοντας από τον αριθμό φακέλου της υπόθεσης στην ίδια δημοσίευση, που φέρει ημερομηνία το 1902.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Απαντά ο Δήμος Λεμεσού για τον δημόσιο κήπο
Η χωροθέτηση του δημόσιου κήπου στις ανατολικές παρυφές της πόλης, στόχευε στην ευρύτερη χωροθέτηση ενός «πράσινου δακτύλου» που θα περιτριγύριζε την ιστορική πόλη, προφέροντας ένα κυκλικό πράσινο πνεύμονα μεταξύ της παλιάς και της νέας πόλης που θα επεκτεινόταν γύρω από το κέντρο, στα πλαίσια της πολεοδομικής φιλοσοφίας των «radial garden cities», χαρακτηριστική για την εποχή με εμπνευστή τον Άγγλο Ebenezer Howard (en.wikipedia.org/wiki/Garden_city_movement ). Φωτογραφίες εποχής δείχνουν την οδό Γλάδστωνος πλούσια δεντροφυτεμένη. Φαίνεται να χαράχτηκε πολεοδομικά μια κυκλική δακτύλιος πρασίνου κατά μήκος της βόρειας παρυφής της δομημένης πόλης, ξεκινώντας από τον δημόσιο κήπο ανατολικά, ακολουθώντας τη λεωφόρο Γλάδστωνος στις βόρειες παρυφές της, μέχρι τον ποταμό Γαρύλλη στα δυτικά, όπου αναφορές της εποχής τον καθιστούν επίσης σταδιακά χώρο περιπάτου.
Όμως οι τότε Λεμεσιανοί, τα πρώτα χρόνια που η περιοχή απαλλοτριώθηκε για τον δημόσιο κήπο, αποκαλούσαν τον άδειο αυτό χώρο, με το τοπωνύμιο «Ακανθόκηπος», γιατί από το 1902 έως το 1905 δεν είχαν γίνει καθόλου έργα, με αποτέλεσμα να γεμίσει με αγριόχορτα (polignosi.com/cgibin/hweb?-A=40313&-V=limmata). Μετά την περίοδο αυτή της διοικητικής αδυναμίας και απραξίας, ο κήπος εκχωρήθηκε το 1908 στον Δήμο Λεμεσού, επί δημαρχίας Χριστόδουλου Σώζου (Το ενδιαφέρον του Σώζου για την ευπρέπεια της πόλης με τη διαμόρφωση χώρων πρασίνου φανερώνεται και στη συντήρηση του κήπου στο νεκροταφείο Mullah Ahmetler των Αιγύπτιων στρατιωτών του 1821, στον μόλο το οποίο διακρίνεται στον χάρτη Kitchener (Πηγή Τ. Bağiskan). Στη σύντομη θητεία του, ο κήπος απέκτησε όχι μόνο τη μέγιστη αναδιαμόρφωση, αλλά και τη φιλοσοφία ανάπλασής του, η οποία ανήκε στον ίδιο αφού πρωτοστάτησε στην εργασία για τη μετατροπή του «Ακανθόκηπου» σε Βοτανικό Κήπο. Συνεπώς, η ιδέα και η εκτέλεση της δημιουργίας ενός βοτανικού κήπου κατά το αγγλικό πρότυπο, με στόχο την αναψυχή των κατοίκων και επισκεπτών της πόλης, ανήκει αποκλειστικά στον διορατικό τότε δήμαρχο.
Στην κάτοψη του κήπου από τους χωρομετρικούς χάρτες του 1930, φαίνεται ότι ο χώρος, έκτασης 65.885 τ.μ. περίπου, αρχικά διαχωρίστηκε από ένα κεντρικό αυλάκι άρδευσης το οποίο διοχέτευε από τα βόρεια ρέμα ονόματι «Βαθιάς Ποταμός» προς την ακτογραμμή, μέσω κοίτης με ορθογώνια διατομή, η οποία ίσως αρχικά να ήταν με χωμάτινα πρανή (τύπου swale) για να βοηθηθεί η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των νεο-φυτεμένων δέντρων. Φαίνεται ότι το πότισμα του κήπου ενισχύθηκε και με αλακατόλακκο στη βορειο-δυτική γωνιά, ενδυναμώνοντας πιο σύγχρονες μεθόδους εμπλουτισμού του υδροφόρου φορέα με την παραδοσιακή γνώση της άρδευσης των περιβολάρηδων της περιοχής.
Οι εκατέρωθεν πλευρές του διαχωρισμένου από τον αύλακα κήπο, ενοποιήθηκαν στη συνέχεια με δύο δέσμες καμπυλόμορφων μονοπατιών – αλέες (απόσπασμα από ανάρτηση στη σελίδα «Λεμεσού Μνήμες» του Τίτου Κολώτα) που συναντιόντουσαν στο κέντρο του κήπου. Η μία καμπυλωτή αλέα ξεκινούσε από τις εκατέρωθεν γωνιές προσφέροντας πρόσβαση στην πλευρά της παραλίας, ενώ καμπύλωνε στο κέντρο. Εκεί συναντούσε την καμπυλωτή αλέα από την αντίθετη βόρεια πλευρά όπου η αλέα αυτή κατέληγε σε δικές της προσβάσεις στη βορειο-δυτική πλευρά (προς την οδό Αναστάση Σιούκρη), καθώς και στην ανατολική πλευρά (προς την οδό Βύρωνος). Τα ημικυκλικά παρτέρια που περικλείονταν από τις αλέες αλλά μοιράζονταν από το κεντρικό αυλάκι νερού, φυτεύονταν κατά μήκος των παρυφών τους με δεντροστοιχίες, ενώ στο κέντρο διαμορφώνονταν παρτέρια, είτε με άνθη ή με συστάδες διάφορων ποικιλιών εξωτικών δέντρων κυρίως εισαγωγές στο νότιο ημισφαίριο.
Στα δυτικά του κεντρικού κομβικού σημείου συνένωσης των αλεών, δημιουργήθηκε επίσης κατά το 1908, επί δημαρχίας Χρ. Σώζου, οκτάγωνη εξέδρα όπου, «Τα κυριακάτικα πρωινά… και για πολλές δεκαετίες, η φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού έδινε κονσέρτα ψυχαγωγώντας γενιές και γενιές Λεμεσιανών, μορφώνοντάς τους ταυτόχρονα, και γνωρίζοντάς τους τα αριστουργήματα της κλασσικής μουσικής».
Πνεύμονας πρασίνου…
Στην κάτοψη του κήπου από τους χωρομετρικούς χάρτες του 1930, φαίνεται ότι ο χώρος, έκτασης 65.885 τ.μ. περίπου, αρχικά διαχωρίστηκε από ένα κεντρικό αυλάκι άρδευσης το οποίο διοχέτευε από τα βόρεια ρέμα ονόματι ’Βαθιάς Ποταμός’ προς την ακτογραμμή, μέσω κοίτης με ορθογώνια διατομή, η οποία ίσως αρχικά να ήταν με χωμάτινα πρανή (τύπου swale) για να βοηθηθεί η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των νέο-φυτεμένων δέντρων. Φαίνεται ότι το πότισμα του κήπου ενισχύθηκε και με αλακατόλακκο στην βόρειο-δυτική γωνιά, ενδυναμώνοντας πιο σύγχρονες μεθόδους εμπλουτισμού του υδροφόρου φορέα με την παραδοσιακή γνώση της άρδευσης των περιβολάρηδων της περιοχής.
Οι εκατέρωθεν πλευρές του διαχωρισμένου από τον αύλακα κήπο, ενοποιήθηκαν στη συνέχεια με δύο δέσμες καμπυλο-μορφών μονοπατιών – αλέες (απόσπασμα από ανάρτηση στη σελίδα ‘Λεμεσού Μνήμες’ του Τίτου Κολώτα) που συναντιόντουσαν στο κέντρο του κήπου. Η μία καμπυλωτή αλέα ξεκινούσε από τις εκατέρωθεν γωνιές προσφέροντας πρόσβαση στην πλευρά της παραλίας, ενώ καμπύλωνε στο κέντρο. Εκεί συναντούσε την καμπυλωτή αλέα από την αντίθετη βόρεια πλευρά όπου η αλέα αυτή κατέληγε σε δικές της προσβάσεις στη βόρειο-δυτική πλευρά (προς την οδό Αναστάση Σιούκρη), καθώς και στην ανατολική πλευρά (προς την οδό Βύρωνος). Τα ημικυκλικά παρτέρια που περικλείονταν από τις αλέες αλλά μοιράζονταν από το κεντρικό αυλάκι νερού, φυτεύονταν κατά μήκος των παρυφών τους με δεντροστοιχίες, ενώ στο κέντρο διαμορφώνονταν παρτέρια, είτε με άνθη ή με συστάδες διάφορων ποικιλιών εξωτικών δέντρων κυρίως εισαγωγές το νότιο ημισφαίριο.
Στα δυτικά του κεντρικού κομβικού σημείου συνένωσης των αλεών, δημιουργήθηκε επίσης κατά το 1908, επί δημαρχίας Χρ. Σώζου, οκτάγωνη εξέδρα όπου, ‘Τα κυριακάτικα πρωινά… και για πολλές δεκαετίες, η φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού έδινε κονσέρτα ψυχαγωγώντας γενιές και γενιές Λεμεσιανών, μορφώνοντας τους ταυτόχρονα, και γνωρίζοντας τους τα αριστουργήματα της κλασικής μουσικής’.
Τι θα έλεγε ο Χριστόδουλος Σώζος σήμερα;
Σε καρτ ποστάλ των αδελφών Avedissian του 1930, είναι ευδιάκριτη η ώριμη πια δενδροφύτευση στις αλέες πλάι στην εξέδρα μουσικής. Οι σειρές από κυπριακά πεύκα εμπλουτίζονται με γραμμικά παρτέρια από άνθη, φοινικιές (Washingtonia, από τη Αμερική), μεσογειακές φοινικιές (Phoenix dactylifera), επίσης Αροκάριες (από Χιλή ή Αργεντινή), ευκάλυπτοι (από Αυστραλία) καθώς επίσης και διαμορφωμένες περιφράξεις παρτεριών με θάμνους δάφνης ή Pittosporum tobira (από Άπω Ανατολή). Η συλλογή εμπλουτίστηκε και με Βιστερία από Νότια Αφρική, Ποϊνσέτια (κοινώς «Γλώσσα της πεθεράς», με προέλευση το Μεξικό), Βουκαμβίλιες και Φλαμπουαγιές (το Φλογόδεντρο, Delonix regia) τα δύο τελευταία από τη Νότια Αμερική.
Αν ζούσε σήμερα ο Χριστόδουλος Σώζος τι θα έλεγε για τον επιπόλαιο τρόπο που χρησιμοποιούμε την πόλη και ιδιαίτερα τον Βοτανικό Κήπο; Πόσες «καινοτόμες χρήσεις» έχουν προστεθεί που στο τέλος δυσχεραίνουν τον χώρο οδηγώντας στη σταδιακή εξαφάνιση της βλάστησής του; Έχουμε όλοι χρέος φροντίδας και χρέος μνήμης (σε ποια πολιτισμένη χώρα έχει επιτραπεί η σταδιακή αποξήλωση ιστορικού βοτανικού κήπου με εκτάσεις τσιμεντωμένων επιφανειών στη θέση φυτών, για την εμπορική προώθηση προϊόντων και product placements «δωρητών»;)
Ο μόνος τρόπος για να τιμήσουμε τον δημιουργό του δημόσιου αυτού ιστορικού βοτανικού κήπου, δημιούργημα ενός εκ των μεγαλύτερων και γνησιότερων ευεργετών της Λεμεσού (με μόνο του σφάλμα ότι έχασε τη ζωή του για τα ιδεώδη του πολύ νέος) δεν είναι τιμώντας τον με ένα μικρό ανδριάντα ο οποίος ανεπίστρεπτα καταβροχθίζεται από πρόχειρους ή και μόνιμους ασυμβίβαστους με την παρακαταθήκη του νεοτερισμούς, αλλά με το να κηρυχθεί ολόκληρος ο κήπος διατηρητέος και να φέρει το όνομά του: «Ιστορικός Βοτανικός κήπος Χριστόδουλου Σώζου», ώστε σταδιακά να επαναφέρουμε τον χώρο στο πνεύμα του δημιουργού. Για να μην ξεχνάμε ότι η ιστορία ενός τοπίου το οποίο οραματίστηκε πριν 114 χρόνια, πρέπει να διαρκεί πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε πρόσκαιρη διεκπεραιωτική θητεία.
* Αρχιτέκτονας