Μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις. Η ικανότητα να αντιλαμβάνεται το άτομο τη δύναμη που ασκεί πάνω του μια εικόνα, διαμορφώνοντας αντιλήψεις, στερεότυπα ακόμη και την ταυτότητά του, είναι ο οπτικός εγγραμματισμός. Ένας τομέας στον οποίο ξεχώρισε η Κύπρος, καθώς από τον περασμένο Ιούλιο ιδρύθηκε στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου έδρα της UNESCO με αντικείμενο «Οπτική Προσδοκία και Εγγραμματισμός για το Μέλλον προς τον Οπτικό Εγγραμματισμό (Visual Anticipation and Futures Literacy towards Visual Literacy)». Ο «Φ» μίλησε για το εν λόγω πεδίο με την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Ανοικτού Πανεπιστήμιου Κύπρου και πλέον διευθύντρια της εν λόγω έδρας της UNESCO, Βάγια Καραΐσκου.

Ο οπτικός εγγραμματισμός (Visual Literacy) είναι μια δεξιότητα, όπως η γραφή και η ανάγνωση, που εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε θέμα ή και περίσταση, σημειώνει η δρ Καραΐσκου και προσθέτει: «Είναι η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε την επίδραση που έχουν πάνω μας οι εικόνες που βλέπουμε καθημερινά. Ειδικά όσες σχετίζονται με πολιτισμικές αναφορές, καθώς κουβαλούν συμβολική αξία και αυτό που ονομάζουμε “αναγνώριση αυθεντίας”. Είναι η ικανότητα του να συνειδητοποιούμε με ποιον τρόπο προσλαμβάνουμε πληροφορίες, πώς και γιατί σχηματίζουμε αντιλήψεις, στερεότυπα σκέψης ή αξίες και, εντέλει, ταυτότητα». 

Ένα παράδειγμα, είπε η δρ Καραΐσκου είναι οι αντιλήψεις μας για τους ρόλους των φύλων, οι οποίες σχετίζονται άμεσα με βαθιές κοινωνικές δομές και νόρμες. «Διαμορφώνονται και επιβεβαιώνονται καθημερινά από τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται τα δυο φύλα στις διαφημίσεις και στα έργα τέχνης, ειδικά της λεγόμενης ακαδημαϊκής τέχνης. Αναφέρομαι, ειδικά, στην εν λόγω τέχνη καθώς αποτελεί καθιερωμένη αξία, τη θεωρούμε μέρος της παράδοσής μας και δύσκολα την αμφισβητούμε».

 

 

 

Άλλο παράδειγμα, είπε, η σχέση του ατόμου με το φυσικό περιβάλλον σήμερα. «Επηρεάζεται από τον τρόπο με τον οποίο η δυτική τέχνη απεικονίζει εδώ και αιώνες το τοπίο. Ειδικά εάν συγκρίνουμε ένα έργο της δυτικής τέχνης με ένα από την Κίνα ή την Ιαπωνία, η κοσμοθεωρία των οποίων αποκλίνει ριζικά από τη δική μας, η διαφορετική τους απεικόνιση (δεν αναφέρομαι στην αισθητική) είναι εντυπωσιακή».

Ως άλλο παράδειγμα, αναφέρθηκε στα εμβληματικά μουσεία ανά τον κόσμο που είθισται να κτίζονται σε ανοικτούς χώρους αναδεικνύοντας το μέγεθός τους, με την αρχιτεκτονική και την αισθητική τους να είναι εντυπωσιακή. «Όταν τα αντικρίζουμε νιώθουμε δέος, θαυμασμό ή και ανακαλούμε συνειρμικά σκέψεις που αφορούν τις αξίες και τις ιδεολογίες μας. Αυτό συμβαίνει γιατί κατανοούμε το κάθε νέο ερέθισμα ανάλογα με την υπάρχουσα εμπειρία και μνήμη μας. Έτσι, χτίζουμε συνεχώς γνώση και σκέψη συνδέοντας το νέο με το παλιό σε μιαν αέναη και υποσυνείδητη, σε μεγάλο μέρος της, διαδικασία. Αυτές οι “καταγραφές” εκπαιδεύουν το μυαλό μας στο να αναδημιουργήσει με τις πράξεις μας τις συνθήκες του παρελθόντος στο παρόν και να τις μεταφέρει στο μέλλον». 

Σχετικά με τη συμβολή του οπτικού εγγραμματισμού, η δρ Καραΐσκου αναφέρει ότι «όταν αναγνωρίζουμε τα ερμηνευτικά φίλτρα που φέρουμε, συνειδητοποιούμε και τον τρόπο που επηρεάζουν το συναίσθημα και τις αντιδράσεις μας, περιορίζοντας τις επιλογές που κάνουμε καθώς ορίζουν τι είναι “αναμενόμενο”, “εφικτό”, “φυσικό”, “σωστό”, “λάθος” ή “απαραίτητο”. Επανατοποθετώντας τη σκέψη μας επανακτούμε τον έλεγχο της ζωής μας και καλωσορίζουμε νέες επιλογές». Ο οπτικός εγγραμματισμός ενδυναμώνει το άτομο, αναφέρει η καθηγήτρια διευκρινίζοντας: «Ενισχύει την κριτική σκέψη, την αυτογνωσία, τον διάλογο και την ενσυναίσθηση εντός και εκτός των κοινοτήτων μας δημιουργώντας τις προϋποθέσεις που διασφαλίζουν την κοινωνική αλληλεγγύη, την ειρηνική και αρμονική συνύπαρξη και την ευημερία». 

Διεθνές δίκτυο συνεργασίας με την Κύπρο

 

Την περηφάνια και τη χαρά της για το γεγονός ότι θα μεταλαμπαδευτούν εργαλεία και δεξιότητες σχετικές με τον οπτικό εγγραμματισμό και τον εγγραμματισμό για το μέλλον, τόσο στην Κύπρο και όσο και στο διεθνές δίκτυο συνεργασιών της UNESCO, εξέφρασε η δρ. Καραΐσκου. Η ίδια ήλπιζε σε αυτή την εξέλιξη, καθώς από το 2019 συμμετείχε σε εκπαιδεύσεις και διεθνή εργαστήρια που σχετίζονται με το θέμα, ενώ δημιούργησε συσχετισμούς με το πεδίο της έρευνάς της που συνδυάζει την κοινωνιολογική προσέγγιση της τέχνης και θεωρίες νευροεπιστήμης σχετικές με το πώς δημιουργούμε μνήμη και ταυτότητα, όπως επίσης και τα ανάλογα εκπαιδευτικά εργαλεία. 

Όπως είπε, η διαδικασία υποβολής μιας έδρας UNESCO είναι αρκετά πολύπλοκη καθώς απαιτείται να πληρούνται μια σειρά προϋποθέσεων, προσφέρεται μόνο σε ερευνητές υψηλού επιπέδου, και περνά από διάφορα επίπεδα και επιτροπές ως την κορυφή της ιεραρχίας της UNESCO.

«Είναι, προφανώς, πολύ τιμητική διάκριση. Το αντικείμενο της έδρας στο ΑΠΚΥ είναι πραγματικά μοναδικό, καθώς κανείς άλλος συνάδελφος διεθνώς δεν ασχολείται με το πεδίο του Visual Literacy στο πλαίσιο του Futures Literacy και του Anticipation. Σκοπός μιας έδρας είναι να δημιουργήσει γνώση τόσο σε επίπεδο ακαδημαϊκό και επιστημονικό, όσο και σε επίπεδο κοινωνίας. Κυρίως, όμως, να εφαρμόσει την επιστημονική έρευνα στο κοινωνικό πεδίο προς όφελος απτό των πολιτών. Εν προκειμένω, ως διευθύντρια της έδρας, ευελπιστώ πως θα έχω την ευκαιρία να διαδώσω τα εργαλεία που θα προσφέρουν τη δυνατότητα να προσεγγίσουμε και να κατανοήσουμε διαφορετικά τόσο τον εαυτό μας όσο και τον κόσμο γύρω μας. Είναι εξαιρετικά σημαντικό και επείγον στη σημερινή πραγματικότητα να συνειδητοποιήσουμε πως μπορούμε πάντα να επιλέξουμε το πώς ερμηνεύουμε τα γεγονότα γύρω μας, πώς τοποθετούμαστε απέναντί τους και, προφανώς, τι πράττουμε».