Όταν βρέθηκα ενώπιον του πλήθους του κόσμου που ανέβηκε στον Τύμβο των νεκρών για να τιμήσει με δοξαστικές δάφνες τους ήρωες που έσωσαν την τιμή των Ελλήνων κατά την άτιμη εισβολή του Ιουλίου του 1974, ένιωσα το χρέος της εμβάθυνσης στο δράμα της προδοσίας και από τη μνήμη μου περνούσε το νεφέλωμα του «Μαύρου Καβαλάρη», του Νικολάου Πλαστήρα, που έστησε στο εκτελεστικό απόσπασμα όσους θεωρούσε ενόχους για τη Μικρασιατική Καταστροφή του ’22. 

Και με πικρία αναλογιζόμουν την ακατανόητη πολιτική των 48 έκτοτε χρόνων σιωπής όσων ήξεραν την προδοσία του ’74. Εκείνων που σκέπαζαν όλη την αλήθεια, κάλυπταν τους ενόχους της συμφοράς ή μετατρέπονταν σε θλιβερές ορντινάτσες των λιποτακτών που το έβαλαν στα πόδια, εγκαταλείποντας τους εθνοφρουρούς που διέταξαν να μην πυροβολούν τους εισβολείς. Επιχειρούσαν να μας κάνουν επαίτες της ελεύθερης υπόστασής μας, εμπαίζοντας τους ήρωες των οχυρών της τιμής και της ανθρωπιάς του Λαού μας. Όσων στέκονταν όρθιοι στην επέλαση του Αρμαγεδδώνα. Κι η συνείδησή μου αναθεμάτιζε τους σκηνοθέτες της προδοσίας, τον Ιωαννίδη, τον Κομπόκη, τον Μπονάνο, τον Γαλατσάνο και τους καταριόταν. Ο Ιωαννίδης διέταξε τον Ζαρκάδα να εγκαταλείψει το Βαρώσι. Τη διαταγή άκουαν εμβρόντητοι οι υπάλληλοι Τηλεπικοινωνιών Νίκος Δημητριάδης, Σάββας Παπαϊακώβου, Ανδρέας Στυλιανού, Γιώργος Ιακώβου κι ο Ελδυκάριος ανθυπολοχαγός Λοχίδης. Στο άκουσμα της διαταγής «παραδώστε την Αμμόχωστο» οι άνθρωποι πάγωσαν. Τα πολεμικά υποβρύχια «Γλαύκος», «Τρίτων» «Νηρεύς», ο Μπονάνος διέταξε να επιστρέψουν στην Ελλάδα, ενώ είχαν στα στόχαστρά τους τα τουρκικά αποβατικά. Κι όταν τον ρώτησαν τι θα κάνει σαν αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, απάντησε: Πάω για ύπνο. Αύριο θα δούμε». 

Ο Γαλατσάνος  δεν ναρκοθέτησε τον Έβρο, δεν ενίσχυσε τις παραποτάμιες δυνάμεις. Είχε η Ελλάδα δυόμισι μεραρχίες και 350 άρματα κι οι Τούρκοι παράτασσαν εφτά μεραρχίες και 1400 άρματα! Κι ο Μπονάνος, εξάλλου απάντησε όπως και στον Γουϊλλιαμ Κόλπι της CIA, «Οι Τούρκοι κτυπούν την Κύπρο κι εμείς είμαστε Ελλάς», και γύρισε πλευρό όταν τον ξύπνησε ο αντιπλοίαρχος Παναγιώτης Νικολόπουλος για να του αναγγείλει ότι άρχισε η εισβολή…

Στη συνάντηση Μπονάνου, Σίσκο, Έλγουορθ, Τάσκα, Μάρντερ, ο Ιωαννίδης έπαιζε θέατρο. «Μας εξαπατήσατε είπε, θα κηρύξουμε πόλεμο» αλλά έκλεινε το μάτι στους δικούς του, κατά τη μαρτυρία Αραπάκη (Το τέλος της σιωπής). Ο Patrice Chairoff στο έργο του «Μπαρμπούζ» μαρτυρεί πως ο Ιωαννίδης διατηρούσε στενές σχέσεις με τη CIA (Αβρακώτος). Τις συναντήσεις του έκανε στην κλινική του επ’ αδελφή γαμπρού του, στην Πλατεία Μαβίλη (Αμπελόκηποι). Εκεί και η σύσκεψη «Μπαρμπούς» της Υπηρεσίας Πολιτικής Δράσεως «ΣΑΚ» του Ζακ Φοκάρ, με συμμετοχή του Μπερνάρ Βιολά (στρατηγός Σταθόπουλος, αρχηγός ΚΥΠ, Μαυρομμάτης ΥΠΕΑ, Καραμπάτσος Χωροφυλακής, Σπύρος Μιχελής, Διευθυντής Ελληνικής Αστυνομίας, Φιλ Σκοτ, Σ.Τ. Κέννεντυ Τζούνιορ, της CIA (Μπαρμπούζ σελ 217). 

Σε τέτοια ατμόσφαιρα αποκαλυπτικών στοιχείων, αναπτύχθηκε σ’ όλο το εύρος των γεγονότων και η παραπλάνηση του λαού από την πολιτική, που κάλυπτε και τα ονόματα των λιποτακτών που εγκατάλειπαν τους πολεμιστές στις διαθέσεις των Τούρκων. Ο συνταγματάρχης Μιχόπουλος εγκατέλειψε την Κερύνεια, ο αντισυνταγματάρχης Ντόκος εγκατέλειψε την 190 μοίρα. Ποιος διέταξε τη φυγή, ή αυτοί έδρασαν αυτοβούλως; Και η σιωπή συντηρείται από την εξαφάνιση των λιποτακτών από το προσκήνιο. Και όμως ήταν γεγονότα που η σιωπή παραμένει μυστήριο ενοχής που βοά.

 Έκτοτε πέρασαν κυβερνήσεις και από τη Λευκωσία και από την Αθήνα που δεν αναζήτησαν τις αλήθειες. Δεν κάλεσαν τη Δικαιοσύνη να παρέμβει. Και τα στραβοπατήματα προκαλούν αναπάντητα ερωτήματα που εγείρονται ουρά υστερότερα: Γιατί ο Κυπριανού απέρριψε το σχέδιο Αμερικανών, Καναδών, Βρετανών το 1978; Ποιο κόμμα τον κάλυψε και γιατί;

Η συμμετοχή στην εξαπάτηση του λαού από ηγεσίες διαφόρων αποχρώσεων είναι δεδομένη. Κι ας επιμένει ο Πλάτων στον «Γοργία» ότι «η πολιτική δεν δικαιούται να είναι ανήθικη και να διαφθείρει το ήθος των πολιτών». Και από το ύψος του Τύμβου των νεκρών, πάνω από τα μνήματα πλανώνται οι απόηχοι των πεθαμένων απαιτήσεων για το ιστορικό χρέος των ζωντανών να ανοίξει η αυλαία του δράματος της μεγαλύτερης προδοσίας από το 1922. Και το παράπονο του λαού αντιλαλεί στην απέραντη σκηνή της τραγωδίας. Οι ξένοι μας αρνήθηκαν, οι δικοί μας μάς πρόδωσαν. Και παραμένει στη συνείδησή μας η αξίωση λύσης του δράματος, με την πλήρη απάντηση στα ιστορικά κακουργήματα που αντιβοούν στο πέρασμα του χρόνου. Διαφορετικά οι ευθύνες θα συνεχίσουν να αμαυρώνουν και τους επερχόμενους μνηστήρες των εξουσιών και θα γίνονται μαστιγώσεις της ιστορίας στους ενόχους της σιωπής. Από το μαστίγωμα δεν ξεφεύγουν οι σημερινοί μνηστήρες της προεδρικής διαδοχής. Οφείλουν οι υποψήφιοι για την προεδρία να πάρουν διαυγή θέση επί των γεγονότων. Η παράταση της σιωπής διογκώνει τις ευθύνες των ενοχών για το ιστορικό έγκλημα. Και προσλαμβάνει μέγεθος καταδίκης που η ιστορία ήδη αποδίδει στους συνηγόρους  της προδοσίας. Και το βάρος των ενοχών δεν απαλύνεται με υπεκφυγές και με διαφυγές από την ευθύνη της οποίας η ετυμηγορία μεταδίδεται προς απόδοση συνεπειών και τιμωριών. 

*Πρόεδρος των Συνδέσμων Αγωνιστών της ΕΟΚΑ  -Αποσπάσματα από την ομιλία στον Τύμβο την 20ή Ιουλίου.