Από την πρώτη στιγμή που άρχισαν να ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στην Τουρκία, την περασμένη Κυριακή 14 Μαΐου, ήταν φανερό πως ο υποψήφιος της Συμμαχίας του Έθνους και ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος  (CHP)  Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, δεν θα λάμβανε τα ποσοστά που οι δημοσκοπήσεις είχαν δείξει τις τελευταίες βδομάδες των εκλογών.

Ο Κιλιτσντάρογλου, όχι μόνο δεν κατάφερε να λάβει ποσοστό που θα του επέτρεπε να τελειώσει την κούρσα τον προεδρικών από τον πρώτο γύρο, (έλαβε ποσοστό  44,95%) αλλά ήρθε δεύτερος, με σημαντική διαφορά από τον  Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που έλαβε 49,4% και ο οποίος ανέτρεψε την εικόνα που υπήρχε εναντίον του. Όπως έγραψε ένας Τούρκος αρθρογράφος, ο Ερντογάν δεν νίκησε, αλλά σίγουρα ο Κιλιτσντάρογλου έχασε, αφού κατέρχεται στο β’ γύρο των εκλογών, χωρίς το ψυχολογικό πλεονέκτημα του νικητή και με την εικόνα ενός ηγέτη που για άλλη μια φορά δεν κατάφερε να πείσει τους Τούρκους ψηφοφόρους να τον εμπιστευτούν. 

Γιατί όμως δεν κατάφερε να πείσει ο Κιλιτσντάρογλου; Η εύκολη απάντηση θα ήταν ότι  Κιλιτσντάρογλου δεν έπεισε επειδή ο αντίπαλος του κατάφερε και συνεχίζει να πείθει πως είναι ο καταλληλότερος  ηγέτης της Τουρκικής κοινωνίας.

Η δύσκολη απάντηση  είναι εξαιρετικά σύνθετη και σχετίζεται με την περίπλοκη πολιτική, ιδεολογική κατάσταση στην Τουρκία, στο βαθύ ισλαμικό και κεμαλικό παρελθόν και την ψυχοσύνθεση του Τούρκου πολίτη. Πιο κάτω αναφέρουμε κάποιους σημαντικούς λόγους που μπορούν να συνοψίσουν το αποτέλεσμα των εκλογών και αν εξηγήσουν την πιθανή εξέλιξη στον β’ γύρο:

Ιδεολογική πόλωση 

Υπάρχουν τρεις ιδεολογικοί πόλοι στην Τουρκία, οι οποίοι  διαφαίνονται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση που λαμβάνει χώρα: Η βαθιά Ανατολή που ψηφίζει Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, δηλαδή Ισλαμιστές και Ερντογάν, τα δυτικά παράλια του Αιγαίου που ψηφίζουν δύση και Κεμάλ και τα Νοτιοανατολικά που κατοικούνται από Κούρδους και ψηφίζουν  Κούρδους. Οι τρεις αυτοί πόλοι, χωρίς να αποκλείεται πως μπορούν σε μικρές περιφέρειες να αλλάξουν, δεν διαφοροποιούνται ριζικά, επειδή η ιδεολογική τους πίστη είναι βαθιά και ριζωμένη και δεν μπορεί να επηρεαστεί από προεκλογικές υποσχέσεις. Ειδικότερα όσον αφορά την βαθιά Ανατολή, τους «μαύρους Τούρκους», όπως είναι γνωστοί, στους οποίους έδωσε ορατότητα και φωνή εδώ και 20 χρόνια ο Ερντογάν, και οι οποίοι κατάφεραν να δημιουργήσουν μια νέα αστική τάξη στην χώρα, μένουν πιστοί στον ηγέτη τους.

Ο παράγοντας γυναίκες

Ο Ερντογάν από τα πρώτα χρόνια που ανήλθε στην εξουσία αντλεί σημαντικό ποσοστό της γυναικείας ψήφου. Πρόκειται για τις γυναίκες που φορούν μαντήλα και που  όπως και τους «μαύρους τούρκους» ο Ερντογάν κατόρθωσε να κάνει ορατές, αλλάζοντας την νομοθεσία που δεν τους επέτρεπε να φοιτήσουν στο πανεπιστήμιο ή να εργαστούν στις δημόσιες υπηρεσίες του κράτους. Αυτός ο ετερόκλητος φεμινισμός, που συμβαδίσει ωστόσο με τις χιλιάδες παραβιάσεις των γυναικείων δικαιωμάτων στην Τουρκία, δίνει το προβάδισμα της ψήφου των γυναικών της Ανατολής στον Ερντογάν. 

Η αδύναμη Συμμαχία του Έθνους

Τα έξι, ετερόκλητα  Κόμματα που απαρτίζουν την Συμμαχία δεν κατάφεραν να πείσουν πως το κοινό τους στοιχείο ήταν απλώς η επιθυμία τους να ξεφορτωθούν τον Ερντογάν. Η Συμμαχία φάνηκε από την αρχή αδύναμη να ορθώσει σαφή πολιτικό ρόλο και να μπορέσει να ανατρέψει την εικόνα που μεθοδικά έχτιζε ο Ερντογάν πως σε περίπτωση που αναλάμβαναν την εξουσία θα κλονιζόταν η σταθερότητα στην χώρα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η Συμμαχία ανακοίνωσε το εκλογικό της μανιφέστο τον Φεβρουάριο, χωρίς να έχει ακόμα συμφωνήσει για τον υποψήφιο της, που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο. Επιπλέον, τα νέα Κόμματα που ίδρυσαν οι πάλαι πότε στενοί συνεργάτες του Ερντογάν, Αχμέτ Νταβούτογλου και Αλί Μπαμπτατζάν, δεν κατάφεραν να φέρουν στην Συμμαχία τις ισλαμικές ψήφους που ήλπιζε ο Κιλιτσντάρογλου. Σε αντίθεση με τον γιό του Έρμπακαν, με το Κόμμα της Νέας Ευημερίας που συμμετέχει στην συμμαχία του Ερντογάν και ο οποίος κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής. 

Η αδύναμη υποψηφιότητα Κιλιτσντάρογλου

Ο ήπιος και μειλίχιος ηγέτης του CHP δεν φαίνεται να έχει ηγετικό έρεισμα ανάμεσα στον τουρκικό λαό. Κι αυτό είχε διαφανεί και σε άλλες εκλογικές αναμετρήσεις. Ο ίδιος ωστόσο επέμενε να είναι υποψήφιος ενώ στο τραπέζι βρισκόταν το όνομα του δημοφιλούς Δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου ο οποίος είχε το λαϊκό έρεισμα να αντισταθεί στο φαινόμενο Ερντογάν. 

Ο παράγοντας Κούρδοι 

Το Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP), που στις προηγούμενες προεδρικές  εκλογές είχε κατέλθει  με δικό του υποψήφιο, τον χαρισματικό Σελαχαττίν Ντεμιρτάς, αν και έμμεσα υποστήριξε τον Κιλιτσντάρογλου, δεν κατόρθωσε να συσπειρώσει τις ψήφους των υποστηρικτών του στο πρόσωπο ενός υποψηφίου ο οποίος υποστηριζόταν επίσης από ένα τόσο εθνικιστικό Κόμμα όπως το Καλό Κόμμα της Μεράλ Άκσενερ, βασικό συντελεστή της Συμμαχίας του Έθνους με γνωστή αντι-κουρδική ρητορική.  

Το αυξανόμενο εθνικιστικό κύμα στην κοινωνία

Τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών, που διεξάχθηκαν μαζί με προεδρικές, δείχνουν μια σαφή ροπή προς τον εθνικισμό στην Τουρκία, αφού  όλα τα εθνικιστικά Κόμματα κατάφεραν να αυξήσουν τα ποσοστά τους. Επιπλέον είναι πλέον φανερό πως ακόμα και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης μετά την ίδρυση της Συμμαχία της Δημοκρατίας με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, έχει υιοθετήσει ένα σκληρό πολιτικό λόγο τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας, όσο και στο εξωτερικό. Η σκλήρυνση της στάση στο Κυπριακό είναι χαρακτηριστική αυτής της πολιτικής. Ο Κιλιτσντάρογλου αντιλήφθηκε αργά την στροφή της κοινωνίας και άρχισε τώρα, στην προεκλογική εκστρατεία του β’ γύρου να προσαρμόζει τον πολιτικό λόγο του, αλλά ίσως είναι αργά.

*Τουρκολόγος