Έχει τη σημασία του ο χθεσινός σχολιασμός από το Υπουργείο Εσωτερικών της έκθεσης που δημοσιοποίησε νωρίτερα χθες ο Γενικός Ελεγκτής για την «Ταχεία διαδικασία χορήγησης Άδειας Μετανάστευσης σε αιτητές που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών και επενδύουν στην Κύπρο».
Ο ίδιος ο Ελεγκτής τη χαρακτηρίζει Χρυσή Βίζα. Κάπως έτσι τη χαρακτηρίζουν και αλλού. Ίσως γιατί «αγοράζεται», δεν παραχωρείται αυτοδικαίως.
Ίσως γιατί οι παρατηρήσεις του Γενικού Ελεγκτή για καταχρήσεις αφορούν υποθέσεις που προηγήθηκαν της ανάληψης καθηκόντων από τη σημερινή Κυβέρνηση, ίσως γιατί ευρύτερα η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είναι -ακόμα- προσεκτική στις σχέσεις της με την Ελεγκτική Υπηρεσία και αρκετά συνεργάσιμη, το Υπουργείο Εσωτερικών δεν μπήκε σε αντιπαράθεση με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, όπως εκείνες που είχαμε συνηθίσει με την προηγούμενη Κυβέρνηση. Και η χθεσινή δεν ήταν η πρώτη φορά που υπουργός ή υπουργείο επιλέγει την αναγνώριση των προβλημάτων και της ορθότητας των παρατηρήσεων του Ελεγκτή, αντί της διάψευσης ή της σύγκρουσης.
Παρόλο όμως που το Υπουργείο Εσωτερικών αναγνώρισε πως «οι διαπιστώσεις στην Ειδική Έκθεση του Γενικού Ελεγκτή είχαν ήδη εντοπιστεί και από το ίδιο το υπουργείο με την ανάληψη της διακυβέρνησης, στη βάση και των σχετικών υποδείξεων της Moneyval για τον κίνδυνο κατάχρησης που υπήρχε ένεκα των αδυναμιών του προγράμματος», διαφαίνεται και μέσα από την ανακοίνωση αλλά και μέσα από την έκθεση του Ελεγκτή πως οι δύο πλευρές δεν συμφωνούν ότι το πρόγραμμα με τις χρυσές βίζες λειτουργεί πλέον ορθά και τυπικά.
Το υπουργείο υποστηρίζει πως «με οδηγίες του υπουργού Εσωτερικών προχώρησε άμεσα σε ενέργειες για θωράκιση του προγράμματος, αυστηροποιώντας τις προϋποθέσεις χορήγησης των εν λόγω αδειών (σ.σ. διαμονής – μετανάστευσης) και ενισχύοντας τις διαδικασίες ελέγχου του προγράμματος. Σκοπός της εισαγωγής πιο αυστηρών κριτηρίων ήταν η διόρθωση των στρεβλώσεων που υπήρχαν και η καλύτερη και αποτελεσματικότερη εποπτεία του προγράμματος, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο επενδυτικός σκοπός του».
Στις δικές του επισημάνσεις, όμως, ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρει πως «το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης μάς παρέπεμψε στην αναθεώρηση (σ.σ. αυστηροποίηση) του προγράμματος που έγινε τον Μάιο του 2023, εκφράζοντας τη άποψη ότι αυτή έχει θωρακίσει το πρόγραμμα, ΘΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΣΥΜΦΩΝΟΥΜΕ (τα κεφαλαία είναι της στήλης).
Διαπιστώσαμε χθες πως αρκετοί θεώρησαν πως η νέα έκθεση είναι λίγο-πολύ αναμάσημα προηγούμενων εκθέσεων για τα χρυσά διαβατήρια. Δεν είναι όμως. Και αυτό προβληματίζει. Διότι φαίνεται πως, αν και σε μικρότερο βαθμό (σ.σ. άλλωστε ο έλεγχος ήταν δειγματοληπτικός), επαναλαμβάνονται και για τις χρυσές βίζες (που λειτουργούν και ως υποκατάστατο των χρυσών διαβατηρίων) οι παραβιάσεις της νομοθεσίας, οι καταχρήσεις, η αδιαφάνεια, ο ελλιπής έλεγχος, κλπ. Υπάρχει δηλαδή κίνδυνος να ζήσουμε τα ίδια ή και χειρότερα, αν δεν διατηρηθούν η ευαισθησία του Υπουργείου Εσωτερικών αλλά και η ευαισθησία της Ελεγκτικής Υπηρεσίας. Στο κάτω-κάτω, δεν παθαίνει κανείς τίποτα αν φυσά και το γιαούρτι.
Άλλωστε, ο Ελεγκτής τονίζει πως «σε σύσταση στις 28.3.2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές ενέχουν εγγενείς κινδύνους ασφάλειας, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, φοροδιαφυγής και διαφθοράς για τα κράτη μέλη και για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στο σύνολό της (…). Λαμβάνοντας υπόψη» υποδεικνύει ο Ελεγκτής, «ότι, κατά την εφαρμογή του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, ανάλογες συστάσεις, παραινέσεις και προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχαν αγνοηθεί, ζητήσαμε από το ΤΑΠΜ να μας υποβάλει σχόλιά του (σ.σ. και έγινε η έρευνα που έγινε και που ανέδειξε αρκετά προβλήματα).
Είμαστε υπότροποι, εν ολίγοις, και πρέπει να έχουν ανοικτά τα μάτια αυτή τη φορά Κυβέρνηση, Βουλή, Ελεγκτική Υπηρεσία και άλλοι.