Δύσκολο παζλ αντιμετωπίζει η Τράπεζα Κύπρου, η οποία βρίσκεται, σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», σε μεγάλα διλήμματα για τη διαχείριση της ρευστότητάς της. Η πλεονάζουσα ρευστότητα, η οποία προέρχεται κυρίως από καταθέσεις πελατών στην Τράπεζα, πρέπει να κατατίθεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η αμηχανία προκύπτει από το γεγονός ότι η Τράπεζα Κύπρου, η οποία καταθέτει ένα ποσό επιπλέον ρευστότητας που προσεγγίζει τα €2 δισ. στην ΕΚΤ, λαμβάνει αρνητικό επιτόκιο. Ουσιαστικά, δηλαδή, αντί να λαμβάνει τόκους για τις καταθέσεις της στο εποπτικό όργανο, η Τράπεζα Κύπρου πληρώνει και ένα τόκο της τάξης του 0,4%.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τράπεζες: Υψηλή ρευστότητα, χαμηλά κεφάλαια
«Η ρευστότητα στοιχίζει σημαντικά ποσά και θέλουμε να μειωθεί», ανέφερε στον «Φ» στέλεχος της τράπεζας. Βρισκόμαστε, σημείωσε, «σε αναζήτηση δανειοληπτών και έργων που χρήζουν χρηματοδότησης.
Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τις μεγάλες υποχρεωτικές καταθέσεις στην ΕΚΤ, οι οποίες στοιχίζουν εξ αιτίας του αρνητικού επιτοκίου». Η πρόκληση, εξήγησε το τραπεζικό στέλεχος, «βρίσκεται στο γεγονός ότι η αγορά είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό κορεσμένη. Οι δανειολήπτες που βρίσκονται σε θέση να αναλάβουν τις υποχρεώσεις ενός δανείου έχουν αρχίσει να εξαντλούνται μετά από τις μεγάλες χορηγήσεις του 2017 και του 2018 και έτσι οι επιλογές είναι όλο και πιο περιορισμένες».
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το όλο εγχείρημα δεν θα είναι εύκολο για την Τράπεζα Κύπρου. Κατά πάσα πιθανότητα, θα αναγκαστεί για αρκετό καιρό ακόμα να καταβάλλει επιτόκια στην ΕΚΤ για τις καταθέσεις της υπερβάλλουσας ρευστότητάς της. Το γεγονός μάλιστα ότι οι ανταγωνιστικές τράπεζες βρίσκονται σε παρόμοια θέση, αλλά και το δεδομένο πως το κόστος χρήματος δεν επιτρέπει επιθετικές κινήσεις με μειώσεις επιτοκίων, δυσχεραίνει την προσπάθεια μείωσης της ρευστότητας.
Πάντως η Τράπεζα Κύπρου, αισθανόμενη πως πολλοί πελάτες τραπεζών που μπορούν να λάβουν δάνειο έχουν ήδη προχωρήσει σε νέους δανεισμούς, στρέφεται και προς το «ψάρεμα» πελατών από τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, στην τράπεζα καθιστούν σαφές πως δεν υπάρχει περιθώριο για επιθετική μείωση των επιτοκίων τα οποία, κατά την έκφραση στελεχών της τράπεζας, είναι ήδη σε ιστορικά χαμηλά. Επιχειρείται, έτσι, η αξιοποίηση των δυνατοτήτων για προσφορά μεγαλύτερης γκάμας υπηρεσιών, καλύτερης εξυπηρέτησης και πιο άμεσης σχέσης με τους πελάτες. «Αυτό είναι εξάλλου το μέλλον της τραπεζικής βιομηχανίας» σημείωσε στέλεχος της τράπεζας.