Κλειδί για επιστροφή της οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά αποτελεί η πορεία του εμβολιαστικού σχεδιασμού και του τουρισμού. Αυτό που χρειάζονται τώρα οι επιχειρήσεις είναι ρευστότητα, αλλά και ρυθμίσεις για τα ενοίκια. Η χώρα πρέπει να αξιοποιήσει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για προσέλκυση επενδύσεων, που είναι επίσης απαραίτητες στην παρούσα φάση. Αυτά και άλλα δηλώνει σε συνέντευξη του στον «Οικονομικό Φιλελεύθερο» ο γενικός διευθυντής της ΟΕΒ Μιχάλης Αντωνίου, που απαντά και στη θέση της συνδικαλιστικής πλευράς για την ανάγκη νομοθετικών ρυθμίσεων για προστασία των εργαζομένων, τις οποίες απορρίπτει, αφού, όπως υποστηρίζει, το υφιστάμενο σύστημα εργασιακών σχέσεων προσφέρει την ευελιξία που μας οδήγησε πολλές φορές στο παρελθόν έξω από μεγάλα αδιέξοδα.  

Νέα κύμα ανεργίας τέλη του ’21

Παρά την περσινή ύφεση και την υγειονομική κρίση, η ανεργία φαίνεται για την ώρα να συγκρατείται σε υποφερτά επίπεδα, συνεπεία και των σχεδίων στήριξης της απασχόλησης του Υπ. Εργασίας. Υπάρχουν ωστόσο εκτιμήσεις ότι θα υπάρξει σημαντική αύξηση του αριθμού των ανέργων το επόμενο διάστημα. Κατά την άποψή σας είναι αναπόφευκτες οι απολύσεις και πότε αναμένεται να γίνει αυτό;

Οι μεγάλες πιέσεις αναμένουμε πως θα εμφανιστούν προς το τέλος του 2021. Εκεί θα έχουμε επιχειρήσεις προς το τέλος της χρονιάς οι οποίες θα έχουν εξαντλήσει τις δυνατότητες επιβίωσής τους, επιχειρήσεις οι οποίες ήταν οριακές και με προβλήματα πριν την έναρξη της κρίσης, θα δυσκολευτούν πάρα πολύ να επιβιώσουν. Η αλήθεια είναι πως το 2020 ήταν εντυπωσιακή η συγκράτηση της ανεργίας, αφού από το 7,1% που ήταν το 2019 πήγαμε στο 7,6% το 2020. Οι απολύσεις δε, το 2020, σε πλεονάζον προσωπικό ήταν 3.222 άτομα, περίπου όσες και το 2019. Η διαφορά με το 2019 και τις προηγούμενες χρονιές ήταν πως, επειδή υπήρχε ανάπτυξη, όσες θέσεις εργασίας χάνονταν, δημιουργούνταν άλλες τόσες και όχι μόνο κάλυπταν την απώλεια θέσεων εργασίας αλλά δημιουργούνταν και νέες, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ανεργία ως ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Το γεγονός ότι πέρσι είχαμε περίπου όσους πλεονασμούς και το 2019 είναι ένα μικρό θαύμα, το οποίο ναι, αποδεικνύει ότι δούλεψαν τα σχέδια, αξιοποιήθηκαν από την οικονομία και τις επιχειρήσεις και αποφεύχθηκαν οι πλεονασμοί. Διαφορετικά, θα είχαμε τσουνάμι απολύσεων, με τα δεδομένα όπως διαμορφώθηκαν λόγω της πανδημίας.

Θα το γλιτώσουμε όμως το τσουνάμι; 

Σίγουρα θα είναι πολύ μικρότερη η έντασή του, αλλά το κύμα, δεν θα είναι ανεπαίσθητο. Θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη η περίοδος που θα ακολουθήσει τη λήξη της κρατικής στήριξης.

Ακόμα κι εάν συμπέσει χρονικά με την έναρξη της ανάκαμψης;

Ακριβώς είναι εδώ που γίνεται τώρα μια συζήτηση προκειμένου να το πετύχουμε αυτό. Ήδη, η υπουργός Εργασίας έχει ζητήσει, στην τελευταία συνεδρίαση του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, από όλους τους κοινωνικούς εταίρους να υποβάλουμε εισηγήσεις για τρόπους με τους οποίους θα μπορέσει στην περίοδο που θα χαλαρώνει η στήριξη, διότι δεν θα διακοπεί απότομα (αυτές είναι και οι συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) να περιοριστούν οι απολύσεις. Ως εκ τούτου, θα εξαρτηθεί ο βαθμός και το μέγεθος των απολύσεων από το περιεχόμενο, και ποιοτικά και ποσοτικά, του τρόπου στήριξης της πραγματικής οικονομίας όταν θα αρχίσει να αποσύρεται σταδιακά η κρατική βοήθεια. Τώρα είμαστε στη διαδικασία υποβολής εισηγήσεων.

Υπάρχει κάτι κατά την άποψή σας που θα μπορούσε πράξει η κυβέρνηση για αντιμετώπιση της κατάστασης και δεν το έκανε;

Ναι. Θα μπορούσε να γίνει κάτι πιο θαρραλέο για το σκέλος των ενοικίων, που ταλαιπωρεί πολύ μεγάλο αριθμό επιχειρηματικών μονάδων. Για το θέμα η ΟΕΒ διαμόρφωσε και υπέβαλε πρόταση από τον Απρίλη του 2020, για ρύθμιση των ενοικίων με παροχή φορολογικών πιστώσεων στους ιδιοκτήτες, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό κίνητρο για μείωση του ενοικίου στους ενοικιαστές, σε επαγγελματικά υποστατικά που βρίσκονται είστε σε ουσιαστική υπολειτουργία είτε σε πλήρη αδράνεια. Εκεί είχαμε ζητήσει να δοθεί μια πίστωση φόρου που να καλύπτει μέχρι και το 90% της μείωσης του ενοικίου που θα έκανε ο ιδιοκτήτης στον ενοικιαστή του. Αυτή η πρόταση δεν υιοθετήθηκε και η ρύθμιση του σκέλους των ενοικίων των επαγγελματικών υποστατικών παραμένει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της οικονομίας. Το άλλο το οποίο θα μπορούσε και θα έπρεπε ήδη, από τον περασμένο Μάρτιο, να ήταν στη διάθεση της οικονομίας είναι ένα σχέδιο κρατικών εγγυήσεων για επιχειρηματικά δάνεια, χαμηλότοκα και γρήγορα. Δηλαδή, φτηνός γρήγορος δανεισμός, σε μια οικονομία η οποία έχει στερέψει από ρευστότητα. Και είναι ένα από τα προβλήματα τα οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ο Κύπριος επιχειρηματίας, την ώρα που όλοι οι ανταγωνιστές μας και εταίροι μας στην ΕΕ έχουν αυτό το εργαλείο from day one. Η αλήθεια είναι ότι κατατέθηκε ένα νομοσχέδιο το οποίο θυμόμαστε όλοι την τύχη του. Ελπίζουμε ότι, παρά το ότι διανύουμε προεκλογική περίοδο, θα μπορέσει να επανέλθει και να ψηφιστεί.

Εκτός από την έλλειψη ρευστότητας, ποια είναι τα άλλα δύο κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις; 

Σίγουρα είναι το γεγονός ότι με τα περιοριστικά μέτρα και τα πρωτόκολλα είναι αδύνατον να αξιοποιηθεί η παραγωγική δυνατότητα της κάθε οικονομικής οντότητας. Διότι, είτε απαγορεύεται εξ ολοκλήρου η λειτουργία τους, είτε είναι καταπιεσμένη, λόγω της εφαρμογής των μέτρων. Είναι επίσης η ανάγκη ενός νέου επενδυτικού σχεδίου, το οποίο να προσελκύσει βιώσιμες επενδύσεις. Μετά την πορεία και το άδοξο τέλος του προηγούμενου Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, η Κύπρος χρειάζεται γρήγορα τη διαμόρφωση ενός ισχυρού και βιώσιμου επενδυτικού σχεδίου, το οποίο θα παρέχει τη γρήγορη πρόσβαση σε ένα τεράστιο επενδυτικό μενού, με ποικιλία επενδυτικών προϊόντων σε όλους αυτούς που αναζητούν ασφαλή και παραγωγικό και αποδοτικό χώρο να επενδύσουν. Διότι παγκοσμίως υπάρχει πλεονάζουσα ρευστότητα που αναζητεί ασφαλή και αποδοτικό προορισμό. Και η Κύπρος έχει μεγάλη γκάμα επενδυτικών προϊόντων, η οποία, όταν τη διαμορφώσουμε σωστά και την προσφέρουμε στις διεθνείς αγορές, είναι μία διέξοδος σοβαρότατη σε μια οικονομία η οποία έχει τεράστια ανάγκη για επενδύσεις.

Θα μπορούσε αυτό το πακέτο, το πρόγραμμα, να είναι το Πρόγραμμα Μόνιμης Διαμονής για το οποίο ζητάτε και εσείς κάποιες αλλαγές;

Ναι. Η μετεξέλιξή του με στοιχεία που να περιλαμβάνουν και απόκτηση ιθαγένειας μάλλον είναι εκτός συζήτησης από την επίσημη πλευρά, σε αυτή τη φάση, δηλαδή που να οδηγεί σε πολιτογράφηση, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλα κίνητρα, που μπορεί να είναι η άδεια μόνιμης παραμονής, η οποία παραχωρείται κατά τρόπο αποδεκτό και από την ΕΕ, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Δηλαδή, να εστιάσουμε πάλι στα ακίνητα;

Όχι, επαναλαμβάνω ότι η γκάμα των επενδυτικών προϊόντων της Κύπρου είναι τεράστια. Υπάρχουν ώριμα έργα στα οποία μπορεί να γίνουν επενδύσεις ή εντελώς καινούργια έργα, τα οποία αφορούν σχεδόν όλους τους μεγάλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, στους οποίους έχουμε ή διαμορφώνουμε πλεονέκτημα. Που είναι και η παιδεία και η υγεία, η ναυτιλία και η ενέργεια και πιο παραδοσιακοί τομείς, όπως είναι ο τουρισμός. Σε όλους αυτούς τους τομείς υπάρχει μεγάλη δυνατότητα για επικερδείς επενδύσεις και παραγωγικές, με κίνητρα τα οποία δεν χρειάζεται να έχουν τον χαρακτήρα της απόκτησης δικαιώματος παραμονής ή ιθαγένειας στον επενδυτή. Τέτοια είναι η γρήγορη αδειοδότηση, η γρήγορη εξασφάλιση των απαραίτητων αδειών απασχόλησης εξειδικευμένου προσωπικού από τις χώρες από τις οποίες προέρχεται ο επενδυτής, όπου συνήθως ήδη υπάρχει μια επένδυση και διερευνά χώρους στους οποίους θα μπορεί είτε να μετεγκαταστήσει την έδρα του είτε να αναπτύξει τις δραστηριότητες του. Είναι μείζονος σημασίας οι γρήγορες διαδικασίες και οι γρήγορες αδειοδοτήσεις και ιδίως σε θέματα της μεταφοράς του προσωπικού και των οικογενειών τους. Άρα, σε μια οικονομία η οποία βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο, μετά και την κρίση με τον κορωνοϊό, μετά τα προβλήματα με το ΚΕΠ, μετά τα προβλήματα με την ουσιαστική ακύρωση της συμφωνίας αποφυγής διπλής φορολογίας με τη Ρωσία, που έγινε κι αυτή μέσα στην αναμπουμπούλα της πανδημίας και το Brexit, υπάρχει ανάγκη για νέες επενδύσεις. Και μπορούμε προς αυτήν την κατεύθυνση να χρησιμοποιήσουμε ως δυναμική το NextGenerationEU και το Recovery and Resilience Facility, το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της ΕΕ, μέσα από το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε πόρους 1,1 δισ., δηλαδή 1100 εκατ. ευρώ, ως παροχές, δωρεάν, τα οποία είναι συνδεμένα όμως με τη διαμόρφωση κινήτρων για προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα. Και πρέπει να πούμε ότι γίνεται εξαιρετική προσπάθεια από την πολιτεία, από την ΕΠΣΑ, σε συνεργασία και με την ΟΕΒ και με άλλους κοινωνικούς εταίρους. Αυτό το χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΕ μάς δίνει χρηματοδότηση 1100 εκατ. ευρώ για να διαμορφώσουμε εργαλεία ενθάρρυνσης των επενδύσεων, νοουμένου ότι έχουν τον διπλό χαρακτήρα της πράσινης και της ψηφιακής μεταρρύθμισης. Η προσπάθειά μας είναι να διαμορφωθεί ένα πακέτο επενδυτικού περιεχομένου με ένα μενού με μεγάλη ποικιλία επενδυτικών προϊόντων, πράσινου και ψηφιακού χαρακτήρα, που να μας δώσουν εκείνο που χρειάζεται ο τόπος. Τι χρειάζεται ο τόπος; Επενδύσεις, για να δημιουργηθεί ανάπτυξη, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, για να μπορέσει το κράτος να χρηματοδοτήσει τα κενά που δημιούργησε η κρίση, διότι το χρέος είναι οριακό. 

Απώλεια ευελιξίας και πλεονεκτήματος οι νομοθετικές ρυθμίσεις για την εργασία

Μιλώντας στον «Φ», ο γ.γ. της ΠΕΟ εξέφρασε την άποψη πως σε περιόδους κρίσης οι εργαζόμενοι είναι συνήθως πιο ευάλωτοι και στην ουσία απροστάτευτοι, τονίζοντας την ανάγκη νομοθετικής κατοχύρωσης των συλλογικών συμβάσεων, αλλά και βασικών δικαιωμάτων των εργαδοτουμένων. Εκτίμησε, επίσης, πως τώρα είναι που πρέπει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε καθιέρωση κατώτατου μισθού, διαφορετικού για κάθε επάγγελμα. Ποια είναι η δική σας εκτίμηση, κ. Αντωνίου;

Η ΟΕΒ θεωρεί ότι ο λόγος για τον οποίο η Κύπρος κατάφερε κάτι που ελάχιστες χώρες έχουν πετύχει μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα – να παύσει να είναι υπανάπτυκτη ή κατ΄ ευφημισμό αναπτυσσόμενη χώρα και να γίνει όχι μόνο ανεπτυγμένη, αλλά και μέρος του σκληρού πυρήνα της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, ήταν και η μορφή του συστήματος εργασιακών σχέσεων. Σύστημα το οποίο στηρίζεται στον εθελοντικό χαρακτήρα, μακριά από νόμους, από ανελαστικές νομοθετικές ρυθμίσεις των ζητημάτων εργασίας. Εάν καταφέραμε αυτό το μικρό θαύμα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ήταν και γιατί υπάρχει το συγκεκριμένο σύστημα, το οποίο επιτρέπει ευελιξία, εύκολη και γρήγορη προσαρμογή στις διαμορφούμενες συνθήκες. Καταφέραμε λόγω αυτού του συστήματος να ανταπεξέλθουμε όλες τις μεγάλες κρίσεις, του ‘74 μετά την τουρκική εισβολή, του ‘91 με την κρίση στον Κόλπο και τη μεγάλη κρίση που πέρασε ο τόπος το 2013 και το 2020. Εάν καταφέρνουμε να στεκόμαστε γρήγορα στα πόδια μας και να καλύπτουμε το χαμένο έδαφος είναι γιατί υπάρχει αυτή η δυνατότητα της εύκολης και γρήγορης προσαρμογής. Την ώρα που οι κίνδυνοι απειλούν μιαν επιχειρηματική οντότητα, δεν απειλείται μόνο το σκέλος των θέσεων εργασίας, απειλείται και αυτή τούτη η επένδυση. Και την ώρα του κινδύνου γίνονται διάφορα πράγματα, προκειμένου να διαφυλαχτεί η βιωσιμότητα σε πρώτο στάδιο και μετά η ευημερία της επιχείρησης και των εργαζομένων. Εάν μεταβούμε σε μια νομικά υποχρεωτική ρύθμιση, όπως είναι η νομοθέτηση είτε των συλλογικών συμβάσεων είτε ενός εθνικού κατώτατου μισθού, θα χάσουμε ένα από τα ισχυρότερα, τα πιο αξιόλογα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας. Έχουμε αποδείξει επανειλημμένα ότι, με ελάχιστες παραφωνίες, οι οποίες οφείλονταν κυρίως στις συνθήκες πανικού που προκάλεσαν οι κρίσεις, στα πρώτα στάδια τους, όπου είχαν γίνει ακραίες παρεμβάσεις μονομερούς χαρακτήρα από πλευράς ελάχιστων εργοδοτών, όλες οι άλλες ρυθμίσεις έγιναν κατά τρόπο συναινετικό, συμφωνημένο και με την αποδοχή από την συνδικαλιστική πλευρά. Έχουμε την ωριμότητα και την παράδοση να βλέπουμε το πρόβλημα, να αναδιπλωνόμαστε προσωρινά κατά τρόπο συντεταγμένο και συναινετικό έτσι ώστε να διαφυλάξουμε το πρώτιστο που είναι η βιωσιμότητα, η επιβίωση. Και μετά θα επανέλθουμε στην ευημερία. Και θα σας πουν και οι συνδικαλιστές και νομίζω το αναγνωρίζει και ο φίλος μου ο Πάμπης ότι ήδη προ διετίας ή και προ τριετίας έχουμε αποκαταστήσει όλες τις απώλειες σε εισοδήματα και ωφελήματα που κατέστησαν αναγκαίες για να επιβιώσουμε στην κρίση του 2013.

Τι γίνεται όμως με τους άλλους που δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις; 

Την ανάγκη για την κάλυψη των μη συνδικαλισμένων εργαζομένων την έχει εντοπίσει το κράτος και αξιοποιεί μια νομοθεσία της δεκαετίας του ‘40, στη βάση της οποίας εκδίδει διατάγματα, τα οποία καθορίζουν τον ελάχιστο μισθό για ομάδες επαγγελματιών, που ακριβώς έχουν αυτόν τον χαρακτήρα. Δηλαδή όχι δεν είναι συνδικαλισμένες, αλλά από τη φύση των δραστηριοτήτων δεν είναι εύκολο ή εφικτό να λειτουργήσουν κατά τρόπο συλλογικό να συνδικαλιστούν δηλαδή, και να ενταχθούν σε συντεχνίες. Και είναι ήδη εννιά επαγγελματικές κατηγορίες οι οποίες προστατεύονται με διάταγμα που καθορίζει ελάχιστο μισθό. Αλλά είναι λάθος επειδή υπάρχει συνδικαλιστική αδυναμία σε κάποιες επαγγελματικές ομάδες να μπούμε στη λογική του οριζόντιου καθορισμού εθνικού κατώτατου μισθού. Θα είναι λάθος και το θα το πληρώσουμε με απώλειες θέσεων εργασίας και με συμπίεση των μισθών εάν καθοριστεί εθνικός κατώτατος μισθός. Θα αποτελέσει υποβάθμιση ενός ισχυρότατου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος η απόδοση νομικής ισχύος είτε στις συλλογικές συμβάσεις είτε με τον καθορισμό ενός νομοθετημένου οριζόντιου κατώτατου μισθού. Κατώτατοι μισθοί εκτός εκεί που απουσιάζει ο συνδικαλισμός υπάρχουν και είναι συμφωνημένοι για εκατοντάδες επαγγέλματα μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις. Απλώς δεν είναι νομοθετημένοι. Αν θέλουν όμως οι συνδικαλιστές να μπούμε σε διάλογο για νομοθετικές ρυθμίσεις έχουμε κι εμείς προτάσεις. Και η βασικότερη που είναι σε εκκρεμότητα είναι η ρύθμιση του δικαιώματος της απεργίας στις ουσιώδεις υπηρεσίες.

Αυτό δεν είναι αντιφατικό με τα όσα λέγαμε πριν;

Υπάρχει ένα ζήτημα με τη νομοθέτηση του δικαιώματος της απεργίας στις ουσιώδεις υπηρεσίες. Και το ζήτημα είναι πως, στις ουσιώδεις υπηρεσίες, εργοδότης κατά κανόνα δεν είναι ένα ιδιωτικό κεφάλαιο, μια ιδιωτική επένδυση, αλλά συνήθως το κράτος. Και εκείνος ο οποίος πλήττεται δεν είναι τα επενδυτικά συμφέροντα του εργοδότη, είναι ο γενικός πληθυσμός, είτε στην ολότητά του, είτε διακριτά συγκεκριμένα μέρη και ομάδες του γενικού πληθυσμού. Όταν γίνεται απεργία στο λιμάνι δεν πλήττεται τόσο ο επενδυτής στο λιμάνι, πλήττεται ο εμπορευόμενος, ο εισαγωγές και ο εξαγωγέας, δηλαδή όλη η οικονομική δραστηριότητα επειδή αδυνατούμε να προσπαθήσουμε να βρούμε λύση και να συμφωνήσουμε. Διότι η πρόταση της ΟΕΒ για νομική ρύθμιση των απεργιών στις ουσιώδεις υπηρεσίες δεν είναι να απαγορευτούν ούτε να ποινικοποιηθούν, αλλά να καταστεί υποχρεωτική η υποβολή των δύο πλευρών σε μια διαδικασία αναζήτησης συναινετικής λύσης. Και θα είναι παράνομο μόνο εάν δεν προσπαθήσουν να βρουν λύση, όχι αν δεν βρουν λύση. Το κράτος είχε μια ευχέρεια για παρεμβάσεις στον παρελθόν αλλά με την κατάργηση των κανονισμών αμύνης είναι πλέον ανοχύρωτο σε περίπτωση απεργιών. Δεν βλέπω αντίφαση.

Συμμερίζεστε την άποψη ότι η κατάργηση του πέναλτι του 12% για συνταξιοδότηση στο 63ο επείγει και πως είναι κάτι που θα πρέπει να συζητηθεί σύντομα; Αυτό, όπως μας ανέφερε ο γ.γ. της ΠΕΟ, αποτελεί κοινωνική απαίτηση. Ποια η θέση σας;

Θεωρούμε πολύ σημαντικό το θέμα των συντάξεων και στο σκέλος της επάρκειας των συνταξιοδοτικών παροχών, αλλά και στο σκέλος της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η συντάξιμη ηλικία είναι το 65ο έτος, δεν είναι το 63ο. Ο νόμος δίνει την επιλογή σε όποιον θέλει να τη λάβει στο 63ο, με μείωση κατά 0.5% για κάθε μήνα που τη λαμβάνει πριν το 65ο, έτσι που όποιος την λάβει στα 63, έχει συνολικά 12% χαμηλότερο ποσό από αυτόν που την λαμβάνει στα 65. Η ρύθμιση αυτή ήταν αποτέλεσμα κοινωνικού διαλόγου το 2012, για μεταρρυθμίσεις με στόχο την διασφάλιση της βιωσιμότητας του Ταμείου.