Στην Κύπρο του υψηλού ιδιωτικού χρέους, των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των γενικότερων δυσκολιών που αντιμετωπίζει ακόμα ο ιδιωτικός τομέας και κυρίως τα νοικοκυριά, τα παράδοξα εξακολουθούν να υπάρχουν και να μας εκπλήσσουν.
 
Ενδεικτικά είναι στοιχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, σύμφωνα με τα οποία ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις στις κυπριακές τράπεζες είναι από τους χαμηλότερους στην ευρωζώνη. Κατ’ ακρίβεια είναι ο δεύτερος χαμηλότερος μετά από τη Μάλτα και υπολογίζεται περίπου στο 60%. Την ίδια ώρα, ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι κοντά στο 110% ενώ τον ψηλότερο δείκτη δανείων προς καταθέσεις έχει η Δανία, όπου ανέρχεται σχεδόν στο 350%. Προφανώς στο πολύ χαμηλό ποσοστό που παρουσιάζει πλέον η Κύπρος σημαντικό ρόλο έπαιξε και το ότι δάνεια περίπου 7 δισ. ευρώ έμειναν εκτός συστήματος όταν έκλεισε η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα ενώ οι καταθέσεις μεταφέρθηκαν στην Ελληνική Τράπεζα. Ακόμα κι έτσι όμως, ο δείκτης αποπνέει υπερβολική υγεία.
 
Ανατρέξαμε στα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας από τα οποία διαφαίνεται πως γενικά οι καταθέσεις υπερτερούν των δανείων σε σημαντικό βαθμό. Στα 48,6 δισ. ευρώ οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες, στα 34,1 δισ. τα συνολικά δάνεια. Στη συνέχεια επικεντρωθήκαμε στα στοιχεία που αφορούν τις καταθέσεις και τα δάνεια των κυπριακών νοικοκυριών. Οι καταθέσεις των κυπριακών νοικοκυριών ανέρχονται σε 23,5 δισ. ευρώ και παρόλο που είναι στα ίδια περίπου επίπεδα τα τελευταία χρόνια, εντούτοις, είναι σημαντικά περισσότερες από τα δάνεια τους, των οποίων η συνολική αξία είναι στα 12,7 δισ. ευρώ.  Δηλαδή ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις των κυπριακών νοικοκυριών είναι στο 54.4%. Ακόμα κι αν προσθέσουμε τα περίπου 7 δισ. ευρώ δανείων που έμειναν εκτός τραπεζικού συστήματος στην ΚΕΔΙΠΕΣ, και πάλι οι καταθέσεις των κυπριακών νοικοκυριών υπερτερούν των δανείων τους με τον δείκτη να ανεβαίνει στα 83.8%. Υπάρχει επίσης ο αστάθμητος παράγοντας των καταθέσεων που μπορεί να έχουν κυπριακά νοικοκυριά στο εξωτερικό.
 
Κι όμως, παρόλο που τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών υπερκαλύπτουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις, τα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων τους είναι ιδιαίτερο υψηλά και το ποσό ανέρχεται σε 4,9 δισ. ευρώ. Προ αφαίρεσης των δανείων του Συνεργατισμού τα μη εξυπηρετούμενα των νοικοκυριών ανέρχονταν σε 10,2 δισ. ευρώ και πάλι πολύ λιγότερα από το ύψος των καταθέσεων που φαίνεται να διαθέτουν.
 
Σε μία άλλη παράμετρο, σε πρόσφατο οικονομικό δελτίο της Κεντρικής Τράπεζας αναφερόταν πως «οι καταθέσεις των εγχώριων νοικοκυριών υπερτερούν του χρέους τους». Ως εκ τούτου, αναφερόταν, όταν αφαιρεθούν τα αντίστοιχα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού (κυρίως καταθέσεις) ο καθαρός δείκτης χρέους των νοικοκυριών ως προς το ΑΕΠ κυμαίνεται σε αρνητικά επίπεδα, φθάνοντας το -39% σε σύγκριση με -15% στη ζώνη του ευρώ.
 
Περαιτέρω, σε έκθεση για το χρέος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2018, αναφερόταν χαρακτηριστικά πως οι χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις των νοικοκυριών, ως ποσοστό των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν, μειώθηκαν οριακά στο 53,4% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018, σε σύγκριση με 54,1% το τέταρτο τρίμηνο του 2017.
 
Υπενθυμίζεται επίσης πως τα κυπριακά νοικοκυριά παραδοσιακά αρέσκονται στο να κατέχουν και να διατηρούν ακίνητη περιουσία, αλλά αν προστεθούν και τέτοιου είδους περιουσιακά στοιχεία, η αξία τους αυξάνεται ακόμα περισσότερο.
 
Ενδεικτική του ότι ενδεχομένως κάτι να μην υπολογίζεται σωστά σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις και τη δυνατότητα αποπληρωμής που έχουν τα νοικοκυριά, είναι και η αποτυχία του Σχεδίου Εστία. Ένα σχέδιο πολύ ελκυστικό που άφησε πολλά περιθώρια για συμμετοχή νοικοκυριών –ακόμα και κάποιων που ενδεχομένως δεν είχαν ιδιαίτερη ανάγκη την στήριξη του κράτους- αλλά φαίνεται πως απέτυχε οικτρά μη προσελκύοντας το αναμενόμενο από το κράτος και τις τράπεζες ενδιαφέρον.
 
Το μοναδικό συμπέρασμα στο οποίο μπορεί να καταλήξει κάποιος από την ανάλυση των πιο πάνω δεδομένων, είναι πως ο χρηματοοικονομικός πλούτος των νοικοκυριών, και κυρίως οι καταθέσεις, δεν είναι κατανεμημένος ισομερώς και κάποια νοικοκυριά έχουν υπερδιπλάσιες καταθέσεις από άλλα. Κι αυτό ενώ προηγήθηκε ένα κούρεμα καταθέσεων το οποίο επηρέασε όσα νοικοκυριά είχαν καταθέσεις πέραν των 100 χιλ. ευρώ. Ούτε αυτό δεν διόρθωσε την στρέβλωση.