Ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι κάποιος από τους γείτονες της Ρωσίας θα αποφάσιζε ότι αυτή θα ήταν μια καλή στιγμή για να ξεκινήσει έναν πόλεμο, δεδομένου του αιματηρού θεάματος της “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης” του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία.

Ωστόσο, το Αζερμπαϊτζάν έκανε ακριβώς αυτό την Τρίτη, ξεκινώντας μια “τοπική αντιτρομοκρατική επιχείρηση” εναντίον του αποσχιστικού θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Και πιθανότατα έχει ήδη νικήσει.

Οι μαχητές στην κατ’ εξοχήν αρμενική περιοχή εντός του Αζερμπαϊτζάν παραδόθηκαν στην ουσία την Τετάρτη, συμφωνώντας να καταθέσουν τα όπλα σε μια συμφωνία για την οποία μεσολάβησαν οι ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις. Με τον σωστό χειρισμό, αυτό θα μπορούσε να είναι θετικό, δίνοντας τέλος σε περισσότερες από τρεις δεκαετίες συχνά αιματηρών συγκρούσεων. Δεδομένης ωστόσο της βίαιης ιστορίας της διαμάχης, αυτό θα απαιτήσει ασυνήθιστη αυτοσυγκράτηση από την πλευρά των Αζέρων.

Μια σύγκρουση 30 και πλέον ετών

Ο αγώνας για το Καραμπάχ βρίσκεται σε εξέλιξη από πριν την κατάρρευση, το 1991, της Σοβιετικής Ένωσης. Έχουν υπάρξει δύο πόλεμοι, σχεδόν συνεχείς αψιμαχίες, δεκάδες χιλιάδες θάνατοι και εκδηλώσεις εθνοκάθαρσης και από τις δύο πλευρές.

Με τον Πούτιν απασχολημένο στην Ουκρανία και εχθρικό προς τον Αρμένιο πρωθυπουργό Νικόλ Πασινιάν και τη Δύση να αγωνίζεται να αντιμετωπίσει μια άλλη σύγκρουση στον πρώην σοβιετικό χώρο, εκείνη της Ρωσίας με την Ουκρανία, ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ είδε μια ευκαιρία να αδράξει τη νίκη.

Αυτή θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί με διπλωματικά μέσα. Ο Πασινιάν είχε πράξει ήδη το πολιτικά “αδύνατο” όταν συμφώνησε δημοσίως νωρίτερα μέσα στο 2023 να αναγνωρίσει τη νομική κυριαρχία του Αζερμπαϊτζάν στον θύλακα, προκειμένου να εξασφαλίσει μια διευθέτηση αποδεκτή από το Μπακού. Προσφέρθηκαν δύο πλατφόρμες συνομιλιών, η μία με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η άλλη με μεσάζοντα τη Ρωσία. Μια συμφωνία η οποία εκχωρούσε στο Μπακού μόνιμο έλεγχο του διεθνώς αναγνωρισμένου εδάφους του, μαζί με προστασία για τους Αρμένιους κατοίκους και τους Αζέρους που θα επέστρεφαν, ήταν εφικτή.

Για πολλά χρόνια, οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, υποστηριζόμενοι από την αρμενική κυβέρνηση στο Ερεβάν και τους Ρώσους συμμάχους της, ήταν εκείνοι που κέρδιζαν έδαφος. Όχι μόνο έδιωξαν τους Αζέρους και τις αζερικές ένοπλες δυνάμεις από τον θύλακα, αλλά το 1993 κατέλαβαν επίσης και επτά αζερικές επαρχίες γύρω του, ναρκοθετώντας τη γη και αδειάζοντας χωριά. Υπήρχαν τότε κάποιες συνετές φωνές στο Ερεβάν που ζητούσαν να κλειστεί μια συμφωνία με το Αζερμπαϊτζάν για να εξασφαλιστεί η αυτονομία του Καραμπάχ, όσο ακόμη η αρμενική πλευρά είχε το “πάνω χέρι”. Ωστόσο, οι συμβουλές τους καταπνίγηκαν ενώπιον πιο φιλόδοξων στόχων, όπως η ανεξαρτησία του θύλακα.

Έκτοτε, μια έκρηξη εσόδων από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο στο Αζερμπαϊτζάν ενίσχυσε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, χρηματοδοτώντας μια εκστρατεία επανεξοπλισμού. Η Αρμενία δεν μπόρεσε να ακολουθήσει. Μετά τη λαϊκή εξέγερση που έφερε τον Πασινιάν στην εξουσία το 2018, προς δυσαρέσκεια του Πούτιν, η ρωσική ομπρέλα ασφαλείας της Αρμενίας άρχισε να παρουσιάζει σοβαρές διαρροές. Το Μπακού χτύπησε δύο χρόνια αργότερα, ανακαταλαμβάνοντας τις επτά χαμένες επαρχίες του και τμήματα του ίδιου του θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Τώρα ο Αλίεφ, ο επί πολλά χρόνια αυταρχικός ηγέτης του Αζερμπαϊτζάν, έχει υιοθετήσει σκληρή γραμμή, απαιτώντας από την τοπική κυβέρνηση του θύλακα να αυτοδιαλυθεί και από τις δυνάμεις της να αφοπλιστούν, χωρίς να γίνεται κανένας λόγος για κάποιου είδους αυτονομία.

Η Ρωσία ζήτησε αυτοσυγκράτηση και μεσολάβησε, αλλά μπορεί επίσης να έπαιξε ρόλο στην επίθεση. Έχει ειρηνευτικές δυνάμεις στο έδαφος από την εποχή μετά τις μάχες του 2020, ωστόσο αυτές δεν έκαναν και πολλά για να αποτρέψουν τον αποκλεισμό από το Αζερμπαϊτζάν του στενού διαδρόμου Λατσίν που συνδέει το Ναγκόρνο-Καραμπάχ με την Αρμενία. Οι προμήθειες τροφίμων, φαρμάκων και όπλων είχαν επιβραδυνθεί από την αρχή του έτους, υποβαθμίζοντας κάθε δυνατότητα άμυνας του θύλακα.

Ο Πασινιάν έχει παραπονεθεί ότι η Αρμενία δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στη Ρωσία για την προστασία της. Έχει επίσης χτίσει δεσμούς με την ΕΕ και φέτος σνόμπαρε την εναλλακτική του Πούτιν στο ΝΑΤΟ, τον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO), του οποίου η Αρμενία είναι μέλος. Νωρίτερα αυτό τον μήνα, αφότου η σύζυγος του Πασινιάν μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία, η Μόσχα κάλεσε τον πρεσβευτή της Αρμενίας για να του ψιθυρίσει δυο “φωνήεντα”.

“Υπάρχει ξεκάθαρα μια κατάρρευση των ρωσο-αρμενικών σχέσεων σε πολλά μέτωπα”, αναφέρει ο Thomas de Waal, ανώτερος συνεργάτης στο think tank Carnegie Europe με έδρα τις Βρυξέλλες, ο οποίος γράφει για τον Καύκασο εδώ και περισσότερα από 30 χρόνια. “Υπάρχει φόβος στην Αρμενία ότι η Ρωσία επιθυμεί αλλαγή καθεστώτος και ότι μπορεί να χρησιμοποιεί τα γεγονότα στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ για να το επιτύχει”.

Μοντέλο λύσης

Στην πραγματικότητα, από την άλλη πλευρά, η Δύση είχε περιορισμένες δυνατότητες. Αν και η ΕΕ αντιπροσώπευε το 52% του εμπορίου του Αζερμπαϊτζάν πέρυσι, αυτό ήταν το αποτέλεσμα της τεράστιας αύξησης των αζερικών εξαγωγών φυσικού αερίου και αργού πετρελαίου, καθώς η Ευρώπη αναζητούσε εναλλακτικές λύσεις στις ρωσικές προμήθειες. Μια ενδεχόμενη διακοπή των εισαγωγών αζερικής ενέργειας θα ήταν έτσι κι αλλιώς μη ελκυστική λύση και πιθανότατα είναι πλέον αμφισβητήσιμης χρησιμότητας, μετά τη γρήγορη νίκη του Αλίεφ.

Ωστόσο, αυτή είναι μόνο η αρχή. Πρέπει πρώτα να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός και να επιτευχθεί συμφωνία στις συνομιλίες οι οποίες πρόκειται να ξεκινήσουν σήμερα Πέμπτη, με την παροχή κάποιων εγγυήσεων ασφάλειας στους Αρμένιους του Καραμπάχ. Διαφορετικά, ο κίνδυνος είναι ακόμη ένας γύρος μαζικής φυγής ή εθνοκάθαρσης, δολοφονιών εκδίκησης και τιμωρητικής “δικαιοσύνης”. Το γεγονός ότι το Αζερμπαϊτζάν αρνήθηκε ότι χτύπησε πολιτικούς στόχους την Τρίτη, ακόμη και την ώρα που τα τηλεοπτικά πλάνα έδειχναν βόμβες να προσγειώνονται σε αστικά κέντρα, δεν προμηνύει καλές εξελίξεις.

Η ευθύνη για ό,τι ακολουθεί βρίσκεται κυρίως στα χέρια του Αλίεφ και των περίπου 2.000 Ρώσων της ειρηνευτικής δύναμης του Πούτιν. Είναι απίθανο να αποδειχθούν αρκετοί και, εάν η Ρωσία δεν μπορεί να κάνει η ίδια τη δουλειά, θα πρέπει να ζητήσει βοήθεια. Η ειρηνική αποκατάσταση του εδαφικού ελέγχου μετά από γεγονότα εθνοκάθαρσης έχει επιτευχθεί στο παρελθόν, ωστόσο αυτή η επιτυχία είναι σπάνια και δεν είναι εύκολα επιτεύξιμη. Το ιστορικό της ίδιας της Ρωσίας, στην Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία της Γεωργίας, είναι φτωχό – για να μην πούμε κάτι χειρότερο.

Ένα μοντέλο το οποίο πρέπει να ακολουθηθεί θα μπορούσε να είναι εκείνο της βαριά οπλισμένης ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών που αναπτύχθηκε σε μια περιοχή της ανατολικής Κροατίας που είχε περίπου το μισό μέγεθος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, τη δεκαετία του 1990. Η αποστολή των 5.000 ανδρών της UNTAES ανέλαβε τον διοικητικό έλεγχο της περιοχής για δύο χρόνια, προτού παραδώσει τον πλήρη έλεγχο στις κροατικές αρχές που επέστρεφαν. Οι ειρηνευτικές δυνάμεις περιελάμβαναν τόσο αμερικανικά όσο και ρωσικά στρατεύματα, ικανά να αφοπλίσουν και να καθησυχάσουν τόσο τους Κροάτες όσο και τους Σέρβους.

Χωρίς αυτή τη μεταβατική περίοδο, ο πειρασμός για το Αζερμπαϊτζάν να λύσει το πρόβλημα του Καραμπάχ μια για πάντα ενθαρρύνοντας τη φυγή των εθνοτικά Αρμενίων θα είναι ισχυρός. Αν κάποιος μπορεί να επηρεάσει τον Αλίεφ, είναι ο Τούρκος σύμμαχος του, Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται μαζί με άλλους ηγέτες της παγκόσμιας κοινότητας αυτή την εβδομάδα στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Ο Ερντογάν έχει την ευκαιρία να βγει μπροστά, βοηθώντας να διασφαλιστεί ότι αυτή η μακρά και αιματηρή σύγκρουση μπορεί να φτάσει σε ένα ανθρώπινο και όχι βάρβαρο τέλος.

BloombergOpinion